Το «πράσινο φως» έδωσε η Ευρωπαϊκή Επιτροπή για τη δραστική ουσία belzutifan ώστε να χορηγηθεί στους ασθενείς με προχωρημένο νεφροκυτταρικό καρκίνωμα (RCC) και στους πάσχοντες από το σπάνιο γενετικό σύνδρομο von Hippel-Lindau (VHL). Είναι ο πρώτος και μοναδικός από του στόματος αναστολέας του HIF-2α (Hypoxia-Inducible Factor-2 alpha).
Η έγκριση περιλαμβάνει τη θεραπεία ενηλίκων ασθενών με νόσο του von Hippel-Lindau (VHL) που απαιτούν θεραπεία για συσχετισμένα, τοπικά καρκινώματα του νεφρού (RCC), αιμαγγειοβλαστομάτια του κεντρικού νευρικού συστήματος (CNS), ή παγκρεατικούς νευροενδοκρινικούς όγκους (pNET), για τους οποίους οι τοπικές θεραπείες είναι ακατάλληλες. Ακόμη, αφορά στθεραπεία ενηλίκων ασθενών με προχωρημένο κυτταρικό καρκίνωμα του νεφρού που παρουσίασαν πρόοδο μετά από δύο ή περισσότερες γραμμές θεραπείας που περιλάμβαναν αναστολέα του υποδοχέα PD-1 ή αναστολέα του PD-L1 και τουλάχιστον δύο θεραπείες στοχευμένες στον αγγειακό ενδοθηλιακό αυξητικό παράγοντα (VEGF).
Πρόκειται για την πρώτη έγκριση που λαμβάνει το belzutifan στην Ευρωπαϊκή Ένωση (ΕΕ) και βασίζεται στα αποτελέσματα των κλινικών δοκιμών LITESPARK-004 και LITESPARK-005, αντίστοιχα. Αξίζει να σημειωθεί ότι είχε προηγηθεί θετική γνωμοδότηση της Επιτροπής Φαρμάκων για Ανθρώπινη Χρήση (CHMP) του Ευρωπαϊκού Οργανισμού Φαρμάκων (EMA), τον Δεκέμβριο του 2024.
Μελέτη LITESPARK-004 στους ασθενείς με VHL
Στην ανοικτή Φάσης 2 κλινική δοκιμήαξιολογήθηκε το belzutifan για τη θεραπεία των ασθενών με VHL που είχαν τουλάχιστον έναν μετρήσιμο στερεό όγκο τοπικά στο νεφρό και δεν απαιτούσαν άμεση χειρουργική επέμβαση. Ο πληθυσμός ήταν 61 ασθενείς που έλαβαν belzutifan (120 mg από του στόματος μία φορά την ημέρα) έως την πρόοδο της νόσου ή την εκδήλωση αναπάντεχης τοξικότητας.
Ο πρωτεύων στόχος ήταν το ποσοστό αντικειμενικής ανταπόκρισης στη θεραπεία (ORR) σε VHL-σχετιζόμενο νεφροκυτταρικό καρκίνωμα. Οι δευτερεύοντες στόχοι περιλαμβάνουν, τη διάρκεια της ανταπόκρισης (DOR), τον χρόνο μέχρι την ανταπόκριση, την επιβίωση χωρίς εξέλιξη της νόσου (PFS), τον χρόνο μέχρι τη χειρουργική επέμβαση και την ασφάλεια.
Επιπλέον, η μελέτη αξιολόγησε τα ποσοστά ανταπόκρισης σε άλλους κοινούς όγκους που σχετίζονται με την ασθένεια VHL, όπως οι παγκρεατικοί νευροενδοκρινικοί όγκοι (pNET) και τα αιμαγγειοβλαστώματα του κεντρικού νευρικού συστήματος (CNS).
- Στους ασθενείς με VHL-σχετιζόμενο RCC:ποσοστό αντικειμενικής ανταπόκρισης (ORR) 49%,
- με το 56% αυτών των ασθενών να διατηρεί την ανταπόκριση για τουλάχιστον 12 μήνες.
- Σε ασθενείς με VHL-σχετιζόμενα αιμαγγειοβλαστώματα του CNS, εμφάνισε ORR 63%,
- Σε ασθενείς με VHL-σχετιζόμενους pNET εμφάνισε:ORR 83%.
Μελέτη LITESPARK-005 σε
Πρόκειται για μια ανοικτή, τυχαιοποιημένη, ενεργά ελεγχόμενη Φάσης 3 κλινική δοκιμή που αξιολογεί το belzutifan σε σύγκριση με το everolimus για τη θεραπεία των ασθενών με αμετάβλητο, τοπικά προχωρημένο ή μεταστατικό νεφροκυτταρικό καρκίνωμα (RCC) που προχώρησε μετά από αναστολέα PD-1 ή PD-L1 και θεραπείες στόχευσης του υποδοχέα VEGF, είτε σε ακολουθία είτε σε συνδυασμό. Ο πληθυσμός ήταν 746 ασθενείς που τυχαιοποιήθηκαν να λάβουν το belzutifan (120 mg από του στόματος μία φορά την ημέρα) ή το everolimus (10 mg από του στόματος μία φορά την ημέρα). Οι δύο πρωτεύοντες στόχοι ήταν το PFS και η συνολική επιβίωση. Οι δευτερεύοντες στόχοι περιλαμβάνουν το ORR, το DOR και την ασφάλεια. Διαπιστώθηκε:
- Το belzutifan μείωσε τον κίνδυνο προόδου της νόσου ή θανάτου κατά 25% σε σύγκριση με το everolimus.
- Η μέση επιβίωση χωρίς πρόοδο (PFS) ήταν 5,6 μήνες για το belzutifan σε σύγκριση με 5,6 μήνες για το everolimus.
- Το ORR για το belzutifan ήταν 22%, με ποσοστό πλήρους ανταπόκρισης 3% και ποσοστό μερικής ανταπόκρισης 19%,
- το ORR για το everolimus ήταν 4%, χωρίς ασθενείς να επιτύχουν πλήρη ανταπόκριση και με ποσοστό μερικής ανταπόκρισης 4%.