Μάλιστα, στην Ελλάδα των μνημονίων, η μη αντιμετώπιση των ρευματικών παθήσεων, λόγω της οικονομικής κρίσης, οδηγεί σε ακόμη μεγαλύτερη κοινωνικοοικονομική επιβάρυνση.
Οι ρευματολόγοι χαρακτηρίζουν ως μείζονος σημασίας η πρώιμη διάγνωση των Ρευματικών Νοσημάτων, από τις πρώτες κιόλας εβδομάδες έναρξης τους, προωθώντας το μήνυμα «αν πονάτε στις αρθρώσεις ή στο σώμα σας επισκεφθείτε ρευματολόγο».
Στη χώρα μας περίπου το 15% του πληθυσμού (πάνω από 1,5 εκατομμύριο άτομα) επισκέπτονται το γιατρό για πρόβλημα που σχετίζεται με πόνο στις αρθρώσεις ή τον υπόλοιπο σκελετό. Στις αιτίες συμπεριλαμβάνονται η οστεοαρθρίτιδα, η συχνότητα της οποίας αυξάνεται με την ηλικία, αλλά και φλεγμονώδεις αρθρίτιδες, με συχνότερη τη ρευματοειδή αρθρίτιδα.
Σύμφωνα με εκτιμήσεις της Ελληνικής Ρευματολογικής Εταιρείας (ΕΡΕ), στην Ελλάδα ζουν περίπου 70 με 100 χιλιάδες με ρευματοειδή αρθρίτιδα και από αυτούς περισσότεροι από το ¼ δεν είναι δυνατόν να εργασθεί μετά από 5 χρόνια νόσου.
Αντίστοιχοι είναι και οι αριθμοί στην Ευρώπη, όπου υπολογίζεται ότι περισσότεροι από 100 εκατομμύρια ασθενείς πάσχουν από κάποια μορφή αρθρίτιδας, ενώ στις ΗΠΑ το οικονομικό κόστος της «αρθρίτιδας» υπολογίζεται σε 128 δισ. δολλάρια ετησίως.
Σημαντικό ποσοστό επίσης πάσχει από τις λεγόμενες οροαρνητικές σπονδυλαρθροπάθειες, με συχνότερη την αγκυλοποιητική σπονδυλαρθρίτιδα, η οποία προσβάλλει κυρίως νεαρούς άνδρες και από την οποία υπολογίζεται ότι υποφέρουν περισσότεροι από 25 χιλιάδες ασθενείς, ενώ περισσότερα από 2 εκατομμύρια άτομα της τρίτης ηλικίας υποφέρουν από οστεοαρθρίτιδα και εκφυλιστική σπονδυλαρθροπάθεια.
Όπως αναφέρει η ΕΡΕ και η Επαγγελματική Ένωση Ρευματολόγων Ελλάδος, «η θεραπευτική αντιμετώπιση της αρθρίτιδας έχει αρκετά υψηλό κόστος. Ειδικότερα, το κόστος της θεραπείας των ασθενών με ρευματοειδή αρθρίτιδα, που λαμβάνουν βιολογικά φάρμακα στη χώρα μας είναι περισσότερο από 10.000 Ευρώ ανά ασθενή ετησίως, με συνολικά πολύ σημαντική οικονομική επιβάρυνση, που φαίνεται εκ πρώτης όψεως δυσβάσταχτη για την δοκιμαζόμενη οικονομία της χώρας. Οι αρθροπάθειες όμως δεν προκαλούν πρόβλημα μόνο στους ίδιους τους ασθενείς που πάσχουν, αλλά έχουν γενικότερες κοινωνικές και οικονομικές επιπτώσεις, λόγω της εξέλιξης προς αναπηρία (με αποτέλεσμα πρώιμη συνταξιοδότηση / αναπηρικές συντάξεις) που είναι αναπόφευκτη, αν δεν αντιμετωπισθούν πρώιμα και αποτελεσματικά».