Απειλητικός είναι ο SARS-CoV-2 και για την ανθρώπινη καρδιά καθώς μπορεί να φέρει σε δεινή θέση όχι μόνο όσους ήδη πάσχουν από καρδιοπάθειες, ή άτομα που έχουν κάποιο πρόβλημα και δεν το γνωρίζουν, αλλά και εκείνους που μέχρι τώρα δεν είχαν κάποιο πρόβλημα.
Σε επιφυλακή μας καλεί ο δρ Ιωάννης Παληός M.D., Ph.D., Καρδιολόγος, Διευθυντής Τμήματος Μαγνητικής Τομογραφίας Καρδιάς στο Metropolitan Hospital, Διδάκτωρ Πανεπιστημίου Αθηνών, εξηγώντας ότι η COVID-19 μπορεί να προκαλέσει: οξεία μυοκαρδίτιδα, οξύ έμφραγμα του μυοκαρδίου, επιδείνωση γνωστής καρδιακής νόσου, όπως είναι η καρδιακή ανεπάρκεια.
Η λοίμωξη είναι πιθανό να οδηγήσει σε οξεία φλεγμονή η οποία να προκαλέσει κάποια ρήξη αθηρωματικής πλάκας στις στεφανιαίες αρτηρίες και στη συνέχεια έμφραγμα. Εξαιτίας της φλεγμονής ενδεχομένως να προκληθούν αρρυθμίες, ακόμα και κολπική μαρμαρυγή. Η μυοκαρδιακή φλεγμονή μπορεί να καταστεί υπεύθυνη για οξεία μυοκαρδίτιδα και να επιδεινώσει σημαντικά την καρδιακή λειτουργία.
Πρόκειται για οξεία μυοκαρδιακή βλάβη που δημιουργείται είτε λόγω της τοξικότητας του ιού είτε λόγω της ανοσολογικής απάντησης του οργανισμού στον ιό (οξεία φλεγμονή του μυός της καρδιάς). Συχνά εμφανίζεται μετά από COVID-19 ως πόνος στον θώρακα. Μπορεί να διαγνωστεί από παθολογικό ηλεκτροκαρδιογράφημα και εξετάσεις αίματος (θετική τροπονίνη), ενώ καλύτερη απεικονιστική εξέταση για τη διάγνωση θεωρείται η μαγνητική τομογραφία καρδιάς. Η προαναφερόμενη εξέταση, σύμφωνα με τον ειδικό είναι ασφαλής, ανώδυνη, μη αιματηρή, χωρίς ακτινοβολία και έχει τεράστια αξία στη διάγνωση της οξείας μυοκαρδίτιδας και την πρόγνωση των ασθενών μετά από προσβολή από οξεία μυοκαρδίτιδα.
Στο πλαίσιο αντιμετώπισης της COVID-19 με τις υπάρχουσες θεραπείες συνχορηγείται ειδική καρδιολογική αγωγή, περιλαμβάνοντας φάρμακα που μειώνουν την αρτηριακή πίεση, την καρδιακή συχνότητα και έχουν αντιαρρυθμική δράση, όπως είναι οι β-αναστολείς και φάρμακα που βελτιώνουν τη συσπαστικότητα του μυοκαρδίου, όταν αυτή έχει επηρεαστεί όπως οι αναστολείς του μετατρεπτικού ενζύμου της αγγειοτενσίνης.
Επιτακτική είναι η ανάγκη ξεκούρασης και αποχής από την εργώδη εργασία και τον αθλητισμό, καθώς και η τακτική καρδιολογική παρακολούθηση για τουλάχιστον τρεις με έξι μήνες από τη διάγνωση της οξείας μυοκαρδίτιδας.
Είναι δυνατή μετά από διάστημα τριών με έξι μηνών ανάρρωσης από οξεία μυοκαρδίτιδα. Προαπαιτούμενο είναι η πλήρης καρδιολογική εκτίμηση που περιλαμβάνει αιματολογικό έλεγχο με δείκτες φλεγμονής και μυοκαρδιακής βλάβης και απεικονιστικό καρδιολογικό έλεγχο με triplex και μαγνητική τομογραφία καρδιάς.
Επιτρέπεται η κανονική επιστροφή στην άσκηση με δεδομένο ότι μετά από αυτό το χρονικό διάστημα:
• δεν υπάρχουν συμπτώματα και • οι δείκτες φλεγμονής και μυοκαρδιακής βλάβης (τροπονίνη) είναι φυσιολογικοί, • η λειτουργία της καρδιάς όπως αυτή φαίνεται στο triplex και τη μαγνητική τομογραφία καρδιάς είναι φυσιολογική, • δεν υπάρχουν στοιχεία μυοκαρδιακού οιδήματος ή σημαντικής μυοκαρδιακής ίνωσης στη μαγνητική τομογραφία καρδιάς και • δεν υπάρχουν σοβαρές αρρυθμίες στο holter ρυθμού ή τη δοκιμασία κόπωσης.
Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *
Δ