Θλιβερά ποσοστά παιδικής θνητότητας αναδεικνύει η ετήσια έκθεση του ΠΟΥ για το 2021, καθώς κάθε 4,4 δευτερόλεπτα πέθαινε ένα παιδί ή ένας νέος. Η επένδυση στην Πρωτοβάθμια Φροντίδα Υγείας εκτιμάται ότι θα μπορούσε να αποτρέψει πολλούς από αυτούς τους θανάτους.
Παρά το γεγονός ότι διανίουμε τη τρίτη δεκαετία του 21ου αιώνα, σύμφωνα με στοιχεία της Διυπηρεσιακής Ομάδας για την Εκτίμηση της Παιδικής Θνησιμότητας (UN IGME) 5 εκατομμύρια παιδιά πέθαναν πριν από τα πέμπτα τους γενέθλια και άλλα 2,1 εκατομμύρια παιδιά και νέοι ηλικίας 5-24 ετών έχασαν τη ζωή τους το 2021. Ακόμη, 1,9 εκατομμύρια μωρά γεννήθηκαν θνησιγενώς κατά την ίδια περίοδο. Ωστόσο, εκτιμάται ότι πολλοί από αυτούς τους θανάτους θα μπορούσαν να είχαν αποφευχθεί, εφόσον υπήρχε ισότιμη πρόσβαση και υψηλής ποιότητας υγειονομική περίθαλψη μητέρων, νεογνών, παιδιών και εφήβων.
Κάποια βήματα έχουν σημειωθεί, αφού από τις εκθέσεις προκύπτει χαμηλότερος κίνδυνος θανάτου σε όλες τις ηλικίες παγκοσμίως από το 2000: Το παγκόσμιο ποσοστό θνησιμότητας κάτω των πέντε ετών μειώθηκε κατά 50% από την αρχή του αιώνα, ενώ τα ποσοστά θνησιμότητας στα μεγαλύτερα παιδιά και τους νέους μειώθηκαν κατά 36% καθώς και το ποσοστό θνησιγένειας μειώθηκε κατά 35%. Πιθανότατα οφείλεται σε περισσότερες επενδύσεις στην ενίσχυση των πρωτοβάθμιων συστημάτων υγείας προς όφελος των γυναικών, των παιδιών και των νέων.
Όμως υπολογίζεται ότι 54 χώρες δεν θα πετύχουν τον στόχο των Στόχων Βιώσιμης Ανάπτυξης για τη θνησιμότητα κάτω των πέντε ετών. Εάν δεν ληφθούν γρήγορα μέτρα για τη βελτίωση των υπηρεσιών υγείας, σχεδόν 59 εκατομμύρια παιδιά και νέοι θα πεθάνουν πριν από το 2030 και σχεδόν 16 εκατομμύρια μωρά θα χαθούν από θνησιγένεια.
Ιδιαίτερη μνεία στις «μεγάλες ανισότητες στην πρόσβασή του σε σωτήριες υπηρεσίες υγείας» έκανε ο Δρ Anshu Banerjee, διευθυντής για την Υγεία της Μητέρας, των Νεογνών, των Παιδιών και των Εφήβων και τη Γήρανση στον ΠΟΥ. Έντονες διαφορές στις πιθανότητες επιβίωσης των παιδιών παρατηρούνται ανάλογα με τον τόπο γέννησής τους, με την υποσαχάρια Αφρική και τη νότια Ασία να επωμίζονται το μεγαλύτερο βάρος. Συνολικά το 77% όλων των θνησιγενών γεννήσεων το 2021 συμβαίνουν στην υποσαχάρια Αφρική και τη Νότια Ασία.
Ενδεικτικά ο παγκόσμιος διευθυντής Υγείας, Διατροφής και Πληθυσμού της Παγκόσμιας Τράπεζας και διευθυντής του Παγκόσμιου Μηχανισμού Χρηματοδότησης, Juan Pablo Uribe επισημαίνει ότι είναι αναγκαία η πολιτική βούληση των ηγεσιών για τη βιώσιμη χρηματοδότηση της πρωτοβάθμιας υγειονομικής περίθαλψης. Ο ίδιος την συνιστά ως μία από τις καλύτερες επενδύσεις που μπορούν να κάνουν οι χώρες και οι εταίροι ανάπτυξης.
Η πλειονότητα των παιδιών πεθαίνει μέσα στον πρώτο μήνα της ζωής, από πρόωρο τοκετό και επιπλοκές κατά τη διάρκεια του τοκετού. Ομοίως, περισσσότερο από το 40% των θνησιγενών γεννήσεων συμβαίνουν κατά τη διάρκεια του τοκετού. Όμως, οι περισσότερες από τις οποίες μπορούν να προληφθούν όταν οι γυναίκες έχουν πρόσβαση σε ποιοτική φροντίδα καθ’ όλη τη διάρκεια της εγκυμοσύνης και του τοκετού. Σε πολλές ακόμη περιπτώσεις τα παιδιά που καταφέρνουν να επιβιώσουν μετά τις πρώτες 28 ημέρες αντιμετωπίζουν, μολυσματικές ασθένειες όπως είναιη πνευμονία, η διάρροια και η ελονοσία αποτελούν τη μεγαλύτερη απειλή.
Όσο για την covid-19 θεωρείται ότι δεν αύξησε άμεσα την παιδική θνησιμότητα, αλλά η πανδημία μπορεί να έχει αυξήσει τους μελλοντικούς κινδύνους για την επιβίωσή τους. Αυτό συμβαίνει σύμφωνα με τις εκθέσεις εξαιτίας διαταραχών στις εκστρατείες εμβολιασμού, στις υπηρεσίες διατροφής και την πρόσβαση στην πρωτοβάθμια υγειονομική περίθαλψη.
Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *
Δ