Η διατροφή στην εγκυμοσύνη είναι ίσως από τα σημαντικότερα ζητήματα τα οποία καλείται να αντιμετωπίσει τόσο η εγκυμονούσα όσο και ο γυναικολόγος της.
Η σημασία της διατροφής έγκειται στο γεγονός ότι βοηθά στη δημιουργία αποθεμάτων με τις κατάλληλες θρεπτικές ουσίες τόσο για το έμβρυο, όσο και για την παραγωγή ενός πλούσιου σε θρεπτικά συστατικά μητρικού γάλακτος κατά το θηλασμό (ποιοτικό μητρικό γάλα). Δεδομένου μάλιστα πως η λήψη τους στη σωστή ποσότητα από τη διατροφή είναι εξαιρετικά απίθανη, οι επιστήμονες συνιστούν στις εγκύους τη λήψη σε καθημερινή βάση πολυβιταμινούχων συμπληρωμάτων διατροφής, τα οποία άλλωστε βοηθούν στην κάλυψη των αυξημένων αναγκών σε βιταμίνες, μέταλλα, ιχνοστοιχεία και Ωμέγα-3 λιπαρά οξέα.
Η σημασία της ενδομήτριας θρέψης αποτέλεσε ένα από τα αντικείμενα συζήτησης στο Επιστημονικό Συμπόσιο που διοργάνωσε η Α’ Πανεπιστημιακή Μαιευτική & Γυναικολογική Κλινική του Γ.Ν.Α. «ΑΛΕΞΑΝΔΡΑ», με Διευθυντή τον Καθηγητή Δημήτριο Λουτράδη.
Όπως σημείωσαν οι επιστήμονες, ο γυναικείος οργανισµός καθόλη τη διάρκεια της εγκυμοσύνης, αλλά και του θηλασμού υφίσταται πολλές µεταβολές. Μία από αυτές είναι και η µεταβολή στις καθηµερινές ανάγκες σε βιταµίνες και μέταλλα.
«Η μέλλουσα μητέρα δεν πρέπει απλά να λαμβάνει όλα τα απαραίτητα θρεπτικά συστατικά, αλλά και στις σωστές ποσότητες, καθώς η μητρική διατροφή αποτελεί το «βασικό παίκτη» για μια υγιή κύηση, αφού τα μακρο- και μικρο-διατροφικά στοιχεία αποτελούν άμεσο ρυθμιστή της σταθερότητας του DNA, επιδρούν δε και στη έκφραση των εμβρυϊκών γονιδίων και των γονιδίων του πλακούντα» τονίζει ο Maurizio Bini, Καθηγητής Μαιευτικής Γυναικολογίας στο Πανεπιστήμιο του Μιλάνο και Δ/ντής του Κέντρου Υποβοηθούμενης Αναπαραγωγής του Νοσ. Niguarda Ca’ Granda. «Η ενέργεια (μακρο-διατροφικά στοιχεία) και οι σχετικές ανάγκες της κατά την κύηση, ειδικά τους τελευταίους μήνες, είναι κατά περίπου 10% αυξημένες από ότι πριν την εγκυμοσύνη. Αντίθετα, οι ανάγκες σε βιταμίνες και μέταλλα (μικρο-διατροφικά στοιχεία) κατά την κύηση αυξάνονται σημαντικά. Για το λόγο αυτό οι εγκυμονούσες θα πρέπει να δίδουν ιδιαίτερη προσοχή στην ποιότητα της διατροφής, αλλά και στη καθημερινή λήψη ενδεδειγμένων συμπληρωμάτων, όπου αυτό χρειάζεται» συμπληρώνει ο Καθηγητής.
Σύμφωνα με κλινικές έρευνες, η χορήγηση κατά την κύηση και τον θηλασμό Ωμέγα-3 λιπαρών οξέων, όπως εκείνων που περιέχονται σε εξειδικευμένα για την κύηση και τη γαλουχία πολυβιταμινούχα συμπληρώματα διατροφής, μπορεί να έχει ευνοϊκές επιδράσεις στην ανάπτυξη των νοητικών λειτουργιών του παιδιού. Ταυτόχρονα, η ικανή πρόσληψή τους μειώνει τη συχνότητα της επιλόχειας κατάθλιψης.
Τα πολυβιταμινούχα συμπληρώματα διατροφής με εξειδικευμένη σύνθεση, όπως είναι το Iofolen – προσθέτουν οι ειδικοί – όταν συστήνονται κατά τη διάρκεια της κύησης και της γαλουχίας, έχουν ευνοϊκές συνέπειες τόσο για τη μητέρα όσο και για το βρέφος. Ειδικότερα βοηθούν: στην εμβρυϊκή αύξηση και ανάπτυξη, στην καλύτερη έκβαση της κύησης και στη βελτιστοποίηση της υγείας και της ευεξίας της γυναίκας (πρόληψη νόσων που συνδέονται με την κύηση, χαμηλότερος κίνδυνος επιπλοκών κατά τον τοκετό, υγιής ανάπτυξη και γέννηση ενός υγιούς, τελειόμηνου βρέφους).
Αντίθετα, μελέτες έχουν δείξει πως όταν η πρόσληψη από τη μητέρα βιταμινών και ιχνοστοιχείων κατά τη διάρκεια του θηλασμού είναι χαμηλή, είναι δυνατό να παρατηρηθεί ανεπάρκεια βιταμινών Α, Β1, Β6, C, D και Ε, βιοτίνης, φυλλικού οξέος και ιωδίου στο μωρό της. Η πτωχή διατροφή της μητέρας είναι δυνατό να προκαλέσει μείωση της συγκέντρωσης σημαντικών πρωτεϊνών του μητρικού γάλακτος που προστατεύουν το μωρό από λοιμώξεις.
«Κλινικές έρευνες έχουν αποδείξει ότι τα πολυβιταμινούχα συμπληρώματα μπορούν να διασφαλίσουν την παραγωγή μητρικού γάλακτος υψηλής ποιότητας και να ανταποκριθούν στις αυξημένες απαιτήσεις της μητέρας σε θερμίδες και πρωτεΐνες» τονίζει o Καθηγητής Δημήτριος Λουτράδης, Διευθυντής της Α’ Πανεπιστημιακής Μαιευτικής και Γυναικολογικής Κλινικής του Γ.Ν.Α. «ΑΛΕΞΑΝΔΡΑ».
«Η ελλιπής διατροφή κατά την κύηση έχει ως αποτέλεσμα τη μη φυσιολογική διαμόρφωση και λειτουργία του πλακούντα και την ανεπαρκή παροχή όλων των απαραίτητων θρεπτικών συστατικών και του οξυγόνου στο έμβρυο. Οι αρνητικές συνέπειες της ελλιπούς διατροφής συντελούν στην Υπολειπόμενη Ενδομήτρια Ανάπτυξη (IUGR) και εκδηλώνονται βραχυπρόθεσμα αμέσως μετά τη γέννηση, αλλά και μακροπρόθεσμα στην περιγεννητική περίοδο, την παιδική ηλικία και την ενήλικη ζωή» εξηγεί ο Καθηγητής.
Ως Υπολειπόμενη Ενδομήτρια Ανάπτυξη χαρακτηρίζεται η παθολογική κατάσταση, η οποία δεν επιτρέπει την ολοκληρωμένη ανάπτυξη του εμβρύου, επηρεάζοντας το τελικό αποτέλεσμα της εγκυμοσύνης. Η επίπτωση της Υπολειπόμενης Ενδομήτριας Ανάπτυξης υπολογίζεται περίπου σε 5% στο γενικό πληθυσμό και αποτελεί τη 2η κύρια αιτία περιγεννητικής νοσηρότητας και θνησιμότητας, ενώ σχετίζεται με υπολειπόμενη ανάπτυξη στην εφηβική και ενήλικη ζωή.
Διατροφικές ελλείψεις κατά τη διάρκεια της εγκυμοσύνης και πιθανές επιπτώσεις της έλλειψης.
Συμπερασματικά, η κάθε μέλλουσα μητέρα πρέπει λοιπόν να δίνει ιδιαίτερη προσοχή στην τήρηση ειδικού διαιτολογίου που θα της συστήσει ο Γυναικολόγος της, αλλά να ακολουθεί και τις συστάσεις των ειδικών για τη λήψη, όπου απαιτείται, των κατάλληλων για την εγκυμοσύνη πολυβιταμινούχων συμπληρωμάτων διατροφής. Στόχος όλων (γιατρών και γυναικών) είναι να διασφαλιστούν οι ιδανικές συνθήκες για την ολοκλήρωση μιας όσο το δυνατόν καλύτερης εγκυμοσύνης και να δημιουργηθούν οι βάσεις για ένα υγιές μέλλον για το μωρό της κάθε γυναίκας.
Διαπιστευμένη δημοσιογράφος στο Υπουργείο Υγείας. Διπλωματούχος Διεθνών & Ευρωπαϊκών Σπουδών. Τακτικό μέλος της ΕΣΗΕΑ και του ΟΕΕ.
Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *
Δ