Της Τριανταφυλλιάς Χαρίλα, Ψυχολόγου, MSc Εργασιακή Υγεία, Ειδίκευση στη Συστημική – Οικογενειακή Ψυχοθεραπεία
Ο όρος Σύνδρομο Ολοκληρωτικής Εξάντλησης (Burnout) χρησιμοποιήθηκε πρώτη φορά στα μέσα της δεκαετίας 1970 στις ΗΠΑ, για να περιγράψει μια επαγγελματική παθολογία που εκδηλώνεται με μεγάλη συχνότητα σε όσους ασκούν κοινωνικό λειτούργημα. Ο όρος προέρχεται από την αθλητική αργκό της δεκαετίας του 1930 στις ΗΠΑ και περιγράφει τους αθλητές που μετά από μεγάλες επιδόσεις δεν μπορούν δεν μπορούσαν πλέον να προσφέρουν τα αναμενόμενα σε αγωνιστικά επίπεδο.Το ιδιαίτερο χαρακτηριστικό είναι γρήγορη κατανάλωση των ενεργειακών ψυχοσωματικών αποθεμάτων και η μείωση των επαγγελματικών επιδόσεων. Οφείλεται κυρίως στις αρνητικές συνέπειες του χρόνιου εργασιακού στρες στην υγεία αλλά και σε ψυχοκοινωνικούς παράγοντες.
Το σύνδρομο της επαγγελματική εξουθένωσης θεωρείται μια ιδιαίτερα πολυσύνθετη κατάσταση. Χαρακτηρίζεται όχι μόνο από τους αντικειμενικούς και τους υποκειμενικούς παράγοντες που συνθέτουν το στρες, αλλά εξαρτάται και από ποικίλες κοινωνικές και μορφωτικές μεταβλητές
Σύμφωνα με τη Maslach το σύνδρομο αποτελείται από 3 επιμέρους διαστάσεις:
Συναισθηματική εξάντληση Αναφέρεται στη μείωση των συναισθημάτων του ατόμου, με αποτέλεσμα να μην μπορεί πλέον να προσφέρει συναισθηματικά στους αποδέκτες των υπηρεσιών τους. Χαρακτηρίζεται από μειωμένη ενεργητικότητα, «συναισθηματικό στέγνωμα» και απογοήτευση από ημερήσια περιστατικά, ιδίως για επαγγέλματα υγείας. Ένα κοινό σύμπτωμα είναι το άτομο να βλέπει με φόβο την προοπτική να πρέπει να πάει ξανά στη δουλειά του την επόμενη μέρα
Αποπροσωποποίηση Αναφέρεται στην αρνητική και πολλές φορές κυνική αντιμετώπιση των αποδεκτών των υπηρεσιών του, τους οποίους αντιμετωπίζει πολλές φορές σαν αντικείμενα. Χαρακτηριστικά συμπτώματα είναι η κακή επικοινωνία και η αγένεια προς τρίτους. Ένα κλασικό παράδειγμα είναι η κυνική και αρνητική στάση γιατρών και νοσηλευτών προς ασθενείς, που του οδηγεί στο να αναφέρονται σε αυτούς με αριθμό δωματίου ή τύπο ασθένειας παρά με τα ονόματά τους.
Μειωμένο αίσθημα προσωπικής επίτευξης Αναφέρεται στην τάση του ατόμου, που πάσχει από το σύνδρομο, να κάνει αρνητική αξιολόγηση του εαυτού του, ιδίως όσον αφορά στη δουλειά του με τους αποδέκτες των υπηρεσιών του και σε ένα γενικότερο αίσθημα δυστυχίας και δυσαρέσκειας, όσον αφορά τα αποτελέσματα της εργασίας του. Προς τα έξω βγαίνει μια εικόνα του «αποτυχημένου» και η χαμηλή αυτοεκτίμηση για τον εαυτό του και τη δουλειά.
Συμπτώματα Τα συμπτώματα που εμφανίζει κάποιος είναι αντίστοιχα με εκείνα του άγχους. Έτσι, σε οργανικό επίπεδο κάποια συμπτώματα μπορεί να είναι η έντονη κούραση, αυπνίες, μυοσκελετικοί πόνοι, πονοκέφαλοι, γαστρεντερικά προβλήματα, αδύναμο ανοσοποιητικό σύστημα. Σε συναισθηματικό επίπεδο, το άτομο μπορεί να εμφανίσει συναισθηματική εξάντληση, έλλειψη ενδιαφέροντος, αρνητική/κυνική διάθεση, μειωμένη αυτοπεποίθηση, τύψεις, ενοχές, ευερεθιστότητα, αποξένωση, απομόνωση, διαταραχές διάθεσης. Σε επίπεδο συμπεριφοράς, κάποια από τα συμπτώματα είναι οι συγκρούσεις με τους συναδέλφους και την οικογένεια, η μειωμένη απόδοση στην εργασία, οι συχνές απουσίες, η εργασιομανία, η αδυναμία συγκέντρωσης, τα συχνά ατυχήματα και η χρήση αλκοόλ και φαρμάκων.
Αντιμετώπιση Η αντιμετώπιση και οι τρόποι παρέμβασης γίνονται σε ατομικό και οργανωτικό επίπεδο και διαφοροποιούνται ανάλογα την έγκαιρη ή μη αναγνώριση των συμπτωμάτων. Σε ατομικό επίπεδο μπορεί ο καθένας να δει και να αναρωτηθεί πού δίνει προτεραιότητα, πώς διεκδικεί αυτό που θέλει, αν και πώς μοιράζεται, τι στόχους βάζει, πώς δέχεται την αποτυχία και την επιτυχία, αν μπορεί να λέει «όχι».
Σε οργανωτικό επίπεδο (οργανωτική αλλαγή) η βασική συντεταγμένη των παρεμβάσεων είναι η προσαρμογή της εργασίας στις ανθρώπινες ικανότητες και δυνατότητες.
Πηγή: Ψυχογραφήματα
Υπεύθυνη Σύνταξης στο Virus.com.gr - Αρχισυντάκτρια του περιοδικού Pharma & Health Business
Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *
Δ