Η απουσία μίας στιβαρής στεγαστικής πολιτικής στη βάση ενός προσωποκεντρικού μοντέλου, αναδείχθηκε στο πλαίσιο ημερίδας του Δήμου Αθηναίων για την έλλειψη στέγης και τους ουσιοεξαρτημένους.
Σύμφωνα με τα αποτελέσματα έρευνας διάρκειας ενός έτους που πραγματοποίησε το Κέντρο Υποδοχής Αστέγων του Δήμου Αθηναίων (ΚΥΑΔΑ), περισσότεροι από τους μισούς άστεγους είναι εξαρτημένοι από κάποια ουσία (ναρκωτικά ή/και αλκοόλ). Η πλειοψηφία των αστέγων (85%) είναι άντρες ελληνικής υπηκοότητας (62%), με μέσο όρο ηλικίας τα 45 έτη, που έμειναν άστεγοι τα τελευταία 5 χρόνια (70%).
Όπως επισημάνθηκε στην ημερίδα, αν και ποσοστό 30% δηλώνει ότι θα ήθελε να στεγαστεί σε ξενώνα, ο συνδυασμός νομοθετικού πλαισίου και διαχείρισης στην πράξη έχει τόσο μεγάλα κενά, που ουσιαστικά δεν επιτρέπει τη φιλοξενία τους σε κάποια δομή.
Κοινή διαπίστωση των ομιλητών ήταν ότι το πρόβλημα αντιμετωπίζεται συνήθως με τρόπο πυροσβεστικό, υπερθεματίζοντας τελικά την ανάγκη συνολικού επανασχεδιασμού της στεγαστικής πολιτικής και ρύθμισης του στεγαστικού αποθέματος, μέσα από μία εξατομικευμένη προσέγγιση της κοινωνικής πολιτικής.
Η συζήτηση που ακολούθησε συνέτεινε στις εξής παρατηρήσεις:
Ενδεικτικά, η πρόσφατη ΚΥΑ του 2016 σχετικά με τις δομές στέγασης θέτει εξαντλητικές και πολυδάπανες προδιαγραφές. Παράλληλα, ενώ επιτρέπει για πρώτη φορά τη στέγαση ουσιοεξαρτημένων σε δομές δεν συνοδεύεται από τη χορήγηση των αναγκαίων πόρων, ενώ αφήνει έξω από τις δομές αυτές ορισμένες κατηγορίες αστέγων (για παράδειγμα τους πάσχοντες από σοβαρή ψυχική διαταραχή), χωρίς καμία μέριμνα για την αποτελεσματική φροντίδα τους.
Απαιτείται διασύνδεση μεταξύ όλων των εμπλεκόμενων φορέων και ένα ενιαίο σύστημα αναφοράς και παραπομπών στο θέμα της αστεγίας και της ουσιοεξάρτησης, μέσω της καταγραφής των δομών στέγασης και των κατηγοριών αστέγων που δέχεται η κάθε δομή. Η πρωτοβουλία αυτή θα πρέπει να συνοδεύεται από μία δυναμική και επικαιροποιημένη καταγραφή των ροών των αστέγων εξαρτημένων και να υπάρχει ειδική μέριμνα για τις γυναίκες λόγω των ιδιαιτεροτήτων αυτής της κατηγορίας.
Ακόμη, επισημάνθηκε η ανάγκη αποφυγής του κινδύνου ιδρυματοποίησης των ωφελούμενων.
Υπογραμμίστηκε η έλλειψη πόρων (οικονομικών και πιο συγκεκριμένα προσωπικού), καθώς και η επιτακτική ανάγκη βιωσιμότητας του όποιου προγράμματος και η αποσύνδεση του από την περιορισμένης διάρκειας χρηματοδότηση μέσω ΕΣΠΑ.
Ας σημειωθεί τέλος ότι εκφράστηκε η σημασία εκπόνησης ενός εθνικού σχεδίου δράσης, που να μην συνιστά απλή συρραφή αλλά αποτέλεσμα της συνεργασίας μεταξύ όλων των εμπλεκόμενων φορέων. Προς την κατεύθυνση αυτή, ζητήθηκε από τον Δήμο Αθηναίων να μεταφέρει τα πορίσματα των εργασιών της ημερίδας στους αρμόδιους κυβερνητικούς φορείς, στο πλαίσιο ανάληψης συντονιστικού ρόλου.
Διαπιστευμένη δημοσιογράφος στο Υπουργείο Υγείας. Διπλωματούχος Διεθνών & Ευρωπαϊκών Σπουδών. Τακτικό μέλος της ΕΣΗΕΑ και του ΟΕΕ.
Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *
Δ