Ένα από τα σοβαρότερα προβλήματα της ιατρικής και της υγείας γενικότερα εξακολουθεί να αποτελεί η φυματίωση, καθιστώντας τη συνεργασία σε περιφερειακό επίπεδο με χώρες υψηλού επιπολασμού απαραίτητη. Τα διδάγματα από την πολυανθεκτική μορφή της νόσου απασχόλησαν Τεχνική Ενημέρωση που πραγματοποιήθηκε στο περιθώριο των εργασιών της 67ης Περιφερειακής Συνόδου του Παγκόσμιου Οργανισμού Υγείας, με θέμα την ανταπόκριση των συστημάτων υγείας των χωρών στη μικροβιακή αντοχή.
“Η αντιμετώπιση της αντιμικροβιακής αντοχής δεν είναι απλή υπόθεση. Απαιτεί μια ολιστική προσέγγιση όχι μόνο σε νομοθετικό αλλά και σε κλινικό επίπεδο με την κατάλληλη υποστήριξη του συστήματος υγείας και των θεσμικών του οργάνων. Απαιτεί ισχυρή πολιτική δέσμευση με συνεχή παρακολούθηση και αξιολόγηση, παροχή και εξασφάλιση των απαραίτητων πόρων και ανάπτυξη της διεθνούς συνεργασίας, διότι η αντιμικροβιακή αντοχή δεν γνωρίζει όρια” ανέφερε στην τοποθέτησή του ο Γενικός Γραμματέας Δημόσιας Υγείας, Γ. Μπασκόζος, χαρακτηρίζοντας το ζήτημα αυτό προτεραιότητα για την Ελλάδα παρά τις προκλήσεις που αντιμετωπίζει.
Εξάλλου, από τα στοιχεία του ΚΕΕΛΠΝΟ η χώρα μας συγκαταλέγεται στις ευρωπαϊκές χώρες με τα υψηλότερα επίπεδα μικροβιακής αντοχής.
Σε ό,τι αφορά τη φυματίωση, πιο συγκεκριμένα, την τελευταία 5ετία έχει παρατηρηθεί αύξηση του αριθμού των κρουσμάτων σε ασθενείς που ανήκουν σε ευάλωτες κοινωνικές ομάδες (ασθενείς με HIV λοίμωξη, κρατούμενους, χρήστες ουσιών). Σύμφωνα με τα συγκεντρωτικά δεδομένα του ΚΕΕΛΠΝΟ, η αναλογία των κρουσμάτων φυματίωσης είναι 60% Έλληνες και 40% αλλοδαποί, με τους Έλληνες να είναι μεγαλύτερης ηλικίας, έχοντας προσβληθεί από τη νόσο σε μικρότερη ηλικία, ενώ οι αλλοδαποί ασθενείς είναι κυρίως σε παραγωγική ηλικία.
Ενδιαφέρον παρουσιάζουν τα στοιχεία στις δομές φιλοξενίας προσφύγων και μεταναστών, όπου σήμερα τα καταγραφέντα περιστατικά αντιστοιχούν στο 20% των συνολικών περιστατικών σε αλλοδαπούς. Το αντίστοιχο ποσοστό το 2015 ήταν μόλις 2%, αλλά, όπως κατέστη σαφές, το αυξημένο ποσοστό οφείλεται στην πρόσβαση που έχουν οι πρόσφυγες και μετανάστες σε υπηρεσίες υγείας εντός των δομών.
Παρόλα αυτά, τα επιδημιολογικά στοιχεία των τελευταίων ετών (Εθνικό Κέντρο Αναφοράς Μυκοβακτηριδίων) είναι, μάλλον, αισιόδοξα αφού το διάστημα 2014-17:
Τα κυριότερα προβλήματα που δυσχεραίνουν την προσπάθεια αντιμετώπισης της φυματίωσης στην Ελλάδα, σύμφωνα με το Γενικό, είναι :
1. η έλλειψη Εθνικού Προγράμματος για τον Έλεγχο της Φυματίωσης, 2. η υποστελέχωση και υποχρηματοδότηση των αντιφυματικών τμημάτων και ιατρείων, των εργαστηρίων στα οποία πραγματοποιούνται εργαστηριακές εξετάσεις για τη διάγνωση της φυματίωσης, 3. η υποστελέχωση των διευθύνσεων δημόσιας υγείας, 4. η ασυνέχεια στη διαθεσιμότητα ορισμένων αντιφυματικών φαρμάκων, 5. η έλλειψη προγραμμάτων επιβλεπόμενης χορήγησης θεραπείας (DOT), 6. η οικονομική κρίση 7. και οι περικοπές που έχουν γίνει στην υγεία τα προηγούμενα χρόνια.
“Η εφαρμογή της πολιτικής που έχει διαμορφωθεί σε εθνικό επίπεδο απαιτεί ριζικές αλλαγές και χρόνο. Παρόλα αυτά, αποτελεί σημαντική καινοτομία για το σύστημα υγείας, η προώθηση της ανάπτυξης και η βελτίωση του, με την αναθεώρηση παλαιών δομών και αξιών” επισήμανε ο κ. Μπασκόζος. Στο πλαίσιο αυτό, ανέδειξε την ανάγκη κοινών στρατηγικών, συντονισμού των κοινών δράσεων, ανταλλαγής τεχνογνωσίας και ορθών πρακτικών.
“Η Ευρώπη δεν μπορεί να είναι οχυρό απέναντι στους κινδύνους και τις προκλήσεις για τη Δημόσια Υγείας” κατέληξε.
Διαπιστευμένη δημοσιογράφος στο Υπουργείο Υγείας. Διπλωματούχος Διεθνών & Ευρωπαϊκών Σπουδών. Τακτικό μέλος της ΕΣΗΕΑ και του ΟΕΕ.
Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *
Δ