Ασφάλεια, Διαφάνεια, Ταχύτητα. Την εξασφάλιση αυτού του τρίπτυχου ζήτησε ο Άδωνις Γεωργιάδης, προκειμένου να διασφαλιστεί η επιτυχία των όποιων αλλαγών στη διαδικασία έγκρισης και υλοποίησης των κλινικών μελετών. Όπως ανέφερε σε σύντομο χαιρετισμό του στην εκδήλωση του ΣΦΕΕ που πραγματοποιήθηκε στο Αμφιθέατρο της Εθνικής Σχολής Δημόσιας Υγείας στο πλαίσιο της Παγκόσμιας Ημέρας Κλινικών Μελετών με τίτλο: «Κλινικές Μελέτες στην Ελλάδα: Γιατί δεν επιταχύνουμε?», ο Πρωθυπουργός έχει εκφράσει ενδιαφέρον για τον τομέα των ερευνών. Παράλληλα, ο κ. Γεωργιάδης σημείωσε πως οι κλινικές μελέτες αποτελούν προτεραιότητα για την ΕΕ, αλλά θα πρέπει να απασχολήσουν ιδιαίτερα την Ελλάδα, καθώς μπορούν να συνεισφέρουν στην προσέλκυση κεφαλαίων. «Με το ΣΦΕΕ ήδη συζητάμε», σημείωσε ο κ. Γεωργιάδης, σημειώνοντας πως η κυβέρνηση επιθυμεί να επιλύσει τα ζητήματα τεχνικής φύσεως που έχουν δημιουργήσει καθυστερήσεις στο πλαίσιο των κλινικών μελετών.
«Διανύουμε μια 5ετια νοικοκυρέματος στο χώρο του Φαρμάκου. Αλλά από τον εξορθολογισμό φθάσαμε στην εξολόθρευση του δημόσιου προϋπολογισμού για τα Φάρμακα», τόνισε ο Πρόεδρος του ΣΦΕΕ, Κ. Φρουζής.
«Η κλινική έρευνα δημιουργεί και προσφέρει εξειδικευμένη απασχόληση, εισάγει και ενσωματώνει στο ελληνικό αναπτυξιακό πρότυπο τη διεθνή τεχνογνωσία. Προσελκύει ιδιωτικές επενδύσεις και διευκολύνει την πρόσβαση των ασθενών στο Φάρμακο. Με τα κατάλληλα οικονομικά, φορολογικά και αναπτυξιακά κίνητρα, καθώς και με τη σύνδεση των Πανεπιστημίων με την έρευνα θα έχουμε εντυπωσιακές επιδόσεις», σημείωσε ο κ. Φρουζής, υπογραμμίζοντας, όμως, πως η χώρα μας παραμένει μη ανταγωνιστική στο πλαίσιο των πολυεθνικών προγραμμάτων, κυρίως λόγο των καθυστερήσεων στην έναρξη και υλοποίηση των κλινικών μελετών. «Πλέον το όραμα για ετήσια έσοδα από επενδύσεις στην κλινική έρευνα της τάξης των 300 και πλέον εκατομμυρίων ευρώ, μοιάζει ουτοπικό. Θεωρείται σχεδόν βέβαιο πως το 2013 τα έσοδα δεν αυξήθηκαν σε σχέση με το «φτωχό» σε κλινική έρευνα 2012, ενώ για το 2014 από τα όσα μπορούμε να γνωρίζουμε από πλευράς εγκρίσεων, τα κεφάλαια υπολογίζονται σε ακόμη πιο χαμηλά επίπεδα», δήλωσε και απηύθυνε πρόσκληση συνεργασίας σε όλους τους φορείς. «Στόχος του ΣΦΕΕ και όλων των φαρμακευτικών εταιριών μελών του είναι η ανάδειξη της χώρας μας σε κέντρο διεξαγωγής κλινικών μελετών με διεθνή απήχηση που θα δώσει νέα πνοή και ώθηση τόσο στη Δημόσια Υγεία όσο και την Εθνική Οικονομία», κατέληξε.
Στην ελληνική νοοτροπία απέδωσε την ασυνεννοησία ανάμεσα στους εμπλεκόμενους φορείς, ο Πρόεδρος του ΕΟΦ, Δ. Λιντζέρης προτείνοντας τη δημιουργία ομάδας εργασίας από όλους εμπλεκόμενους φορείς,
Σύμφωνα με μελέτη κλινικής παρεμβατικής έρευνας των εταιρειών μελών ΣΦΕΕ, που παρουσίασε ο Επιστημονικός Συνεργάτης του Τομέα Οικονομικών της Υγείας της ΕΣΔΥ, Κ. Αθανασάκης, συγκριτικά με το 2010 υπήρξε σχετική εξομάλυνση της εγκριτικής διαδικασίας σε επίπεδο Εθνικής Επιτροπής Δεοντολογίας και σταθερή αναλογία μεταξύ των συμμετεχόντων κέντρων από πλευράς νοσοκομείων του ΕΣΥ και Πανεπιστημιακών. Παρατηρείται, όμως, μια σχετική περιστολή της ερευνητικής δραστηριότητας, όπως προκύπτει από τον περιορισμό του μέσου προϋπολογισμού ανά μελέτη (296.602 € το 2010, 218.555€ το 2012), καθώς και από τον περιορισμό στον μέσο αριθμό ασθενών ανά μελέτη και των συμμετεχόντων ερευνητικών κέντρων ανά μελέτη. Το 28,57% των μελών του ΣΦΕΕ δραστηριοποιήθηκαν το 2012 στο πεδίο των κλινικών δοκιμών. Βέβαια, ο αριθμός των εγκεκριμένων παρεμβατικών μελετών των εταιρειών μελών του ΣΦΕΕ για το 2012, παραμένει χαμηλός καθώς καταγράφεται να έχουν λάβει έγκριση μόλις 70 νέες παρεμβατικές κλινικές δοκιμές από την ΕΕΔ. Στο σύνολο οι εγκεκριμένες μελέτες (αρχικές εγκρίσεις) για τη χώρα μας το 2010 εκτιμώνται σε 120 και αντιστοίχως το 2012 ανέρχονταν περί τις 138. Δυστυχώς, ο εκτιμώμενος συνολικός αριθμός εγκεκριμένων κλινικών δοκιμών στην χώρα το 2013 υπολογίζεται σε 122 έναντι 138 το 2012, σημειώνοντας μείωση κατά 12%.
Ωστόσο, οι κλινικές έρευνες θα μπορούσαν να αποτελέσουν πηγή ανάπτυξης, εκτός από φορέα ενίσχυση της δημόσιας Υγείας. Σύμφωνα με τη μελέτη της ΕΣΔΥ κάθε φορά που εγκρίνεται μια κλινική δοκιμή εισάγονται στην Ελλάδα περίπου 250 χιλιάδες ευρώ και προκαλείται καθαρή αύξηση στο ΑΕΠ της χώρας μας, η οποία υπερβαίνει τις 500 χιλιάδες ευρώ ανά κλινική δοκιμή.
«Η Ελλάδα διαθέτει όλα τα εχέγγυα και βρίσκεται στην εμπροσθοφυλακή από άποψη ακαδημαϊκής κατάρτισης των ερευνητών της, εμπειρίας των Αρχών και Επιτροπών του ΕΟΦ και της Εθνικής Επιτροπής Δεοντολογίας στην αξιολόγηση, έγκριση και παρακολούθηση των κλινικών μελετών», τόνισε από την πλευρά της η Γενική Γραμματέας Δημόσιας Υγείας, Χρ. Παπανικολάου.
«Σύγχρονη Κλινική Έρευνα επιστημονικής αιχμής σημαίνει βιοιατρική πρόοδος, μείωση του κόστους και του χρόνου ανάπτυξης νέων φαρμακευτικών παραγόντων, με αποτέλεσμα οι πολίτες να έχουν άμεση πρόσβαση σε όλα τα καινοτόμα φάρμακα και να επωφελούνται, χωρίς καθυστερήσεις, από τις νέες θεραπευτικές επιλογές. Ουσιαστικά, νέα πρωτότυπα φάρμακα και νέες θεραπείες μεταφράζουν τις επιστημονικές εξελίξεις σε προαγωγή της δημόσιας υγείας, η οποία αποτελεί απαραίτητο δομικό στοιχείο, της ευημερίας και της κοινωνικής ανάπτυξης με τη συμβολή της επιστημονικής αριστείας των κλινικών ερευνητών», ανέφερε η Συντονίστρια Επιτροπής Ιατρικών Δ/ντων, ΣΦΕΕ και Ιατρική & Επιστημονική Δ/ντρια SANOFI, Β. Μπαρούτσου.
Υπεύθυνη Σύνταξης στο Virus.com.gr - Αρχισυντάκτρια του περιοδικού Pharma & Health Business
Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *
Δ