Την επίτευξη – κλινικά και στατιστικά – σημαντικής διαφοράς στην επιβίωση χωρίς εξέλιξη της νόσου (PFS) πέτυχε ο συνδυασμός Ibrutinib και Rituximab έναντι του συνδυασμού εικονικού φαρμάκου και Rituximab, σε ασθενείς με μακροσφαιριναιμία του Waldenström (WM) στην πρώτη γραμμή θεραπείας καθώς και σε ασθενείς με υποτροπιάζουσα/ανθεκτική νόσο. Τα αποτελέσματα προέρχονται από μία προγραμματισμένη ενδιάμεση ανάλυση της μελέτης Φάσης 3 iNNOVATE (PCYC-1127) για την αξιολόγηση του Ibrutinib σε συνδυασμό με το Rituximab, τα οποία παρουσιάστηκαν πρόσφατα στην Ετήσια Συνάντηση της Αμερικανικής Εταιρείας Κλινικής Ογκολογίας (ASCO) και δημοσιεύτηκαν ταυτόχρονα στο New England Journal of Medicine. Μάλιστα, η συμπεριλήφθηκε στο Best of ASCO 2018 Meetings.
Η WM είναι μία σπάνια μορφή μη-Hodgkin λεμφώματος (NHL), τα αίτια της οποίας είναι άγνωστα. Η νόσος προσβάλλει συνήθως ηλικιωμένα άτομα και εμφανίζεται ελαφρώς πιο συχνά στους άνδρες από ότι στις γυναίκες. Τα ποσοστά επίπτωσης στην Ευρώπη είναι περίπου 7,3 και 4,2 ανά ένα εκατομμύριο άτομα, αντίστοιχα.
Σύμφωνα με τα αποτελέσματα που παρουσιάστηκαν, η μελέτη εκπλήρωσε το κύριο καταληκτικό σημείο της. Συγκεκριμένα, ο συνδυασμός Ibrutinib με Rituximab μείωσε σημαντικά τον κίνδυνο εξέλιξης της νόσου ή θανάτου κατά 80% σε σύγκριση με τον συνδυασμό εικονικού φαρμάκου με Rituximab (λόγος κινδύνου [HR], 0,20, διάστημα εμπιστοσύνης [CI]: 0,11‑0,38, P <0,0001). Επιπλέον, τα δευτερεύοντα καταληκτικά σημεία, συμπεριλαμβανομένων του ποσοστού της συνολικής ανταπόκρισης, του χρόνου έως την επόμενη θεραπεία (TTnT), του ποσοστού διατήρησης της βελτίωσης της αιμοσφαιρίνης και του αριθμού των συμμετεχόντων με ανεπιθύμητα συμβάντα (AE), υποστήριξαν το κύριο καταληκτικό σημείο.
«Αυτά τα σημαντικά δεδομένα αποδεικνύουν ότι ο συνδυασμός του Ibrutinib με το Rituximab οδήγησε σε σημαντική βελτίωση της επιβίωσης χωρίς εξέλιξη της νόσου σε όλες τις γραμμές θεραπείας στη μακροσφαιριναιμία του Waldenström, ανεξάρτητα από τους υποτύπους των ασθενών, σε σύγκριση με τον συνδυασμό εικονικού φαρμάκου με Rituximab» δήλωσε ο Δρ. Μελέτιος Α. Δημόπουλος, Καθηγητής και Διευθυντής της Θεραπευτικής Κλινικής, της Ιατρικής Σχολής του Εθνικού και Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών και επικεφαλής ερευνητής της μελέτης iNNOVATE. «Όχι μόνο σημειώθηκε σημαντική στατιστική και κλινική διαφορά στην αποτελεσματικότητα σε σύγκριση με τη μονοθεραπεία με Rituximab, αλλά ο συνδυασμός Ibrutinib και Rituximab δεν οδήγησε σε κανένα μη αναμενόμενο σήμα σχετικά με την ασφάλεια» πρόσθεσε.
Βάσει αυτών των αποτελεσμάτων, στα τέλη του 2017 η Ανεξάρτητη Επιτροπή Παρακολούθησης Δεδομένων (IDMC) συνέστησε την αποτυφλοποίηση της iNNOVATE.
Το Ibrutinib είναι ο πρώτος στην κατηγορία του αναστολέας της τυροσινικής κινάσης του Bruton (BTK), ο οποίος σχηματίζοντας έναν ισχυρό ομοιοπολικό δεσμό με την BTK αναστέλλει τη μεταβίβαση σημάτων κυτταρικής επιβίωσης εντός των κακοηθών B-λεμφοκυττάρων. Η αναστολή αυτής της πρωτεΐνης BTK από το Ibrutinib συμβάλλει στο θάνατο και στη μείωση του αριθμού των καρκινικών κυττάρων, με αποτέλεσμα την καθυστέρηση της εξέλιξης του καρκίνου.
Τον Ιούλιο του 2015, το Ibrutinib έλαβε έγκριση από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή (ΕΕ) ως μονοθεραπεία για τη θεραπεία ενηλίκων ασθενών με μακροσφαιριναιμία του Waldenström (WM), οι οποίοι έχουν λάβει τουλάχιστον μία προηγούμενη θεραπεία, ή ως πρώτης γραμμής θεραπεία για ασθενείς οι οποίοι δεν είναι κατάλληλοι για χημειο-ανοσοθεραπεία και έγινε η πρώτη εγκεκριμένη από την ΕΕ θεραπεία για την αντιμετώπιση αυτού του σπάνιου λεμφώματος των B-λεμφοκυττάρων.
Διαπιστευμένη δημοσιογράφος στο Υπουργείο Υγείας. Διπλωματούχος Διεθνών & Ευρωπαϊκών Σπουδών. Τακτικό μέλος της ΕΣΗΕΑ και του ΟΕΕ.
Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *
Δ