Η επιφυλακτικότητα, που εξέφραζαν στελέχη της φαρμακευτικής αγοράς, για το τελικό κείμενο των νομοθετικών αλλαγών που θα κατατίθετο στη Βουλή αποδείχθηκε κάτι παραπάνω από δικαιολογημένη. Η τροπολογία του Υπουργείου Υγείας, που κατατέθηκε σε νομοσχέδιο του Υπουργείου Εργασίας, πέραν της θεσμοθέτησης της μιας ανατιμολόγησης φαρμάκων ετησίως (και των ΜΗΣΥΦΑ) επεφύλαξε μια νέα, μάλλον δυσάρεστη έκπληξη, σύμφωνα με στελέχη φαρμακευτικών εταιρειών.
Η «συνταγή» αλλαγών της Αριστοτέλους για τη φαρμακευτική πολιτική συνοδεύτηκε από αρκετές ενστάσεις, ενώ ένα από τα σημεία που είχαν μείνει ανοικτά, απασχολώντας ιδιαιτέρως τις εταιρίες του κλάδου, ήταν το ζήτημα της εφαρμογής περαιτέρω κλειστών προϋπολογισμών.
Στον τελευταίο τομέα, η τροπολογία δίνει μια… απάντηση. Μόνο που φέρεται να μην είναι αυτή που ανέμεναν οι επιχειρήσεις και αυτό γιατί η ρύθμιση δημιουργεί περαιτέρω κλειστούς προϋπολογισμούς συγκεκριμένα στη… νοσοκομειακή φαρμακευτική δαπάνη.
Ειδικότερα, στον επιμέρους προϋπολογισμό των νοσηλευτικών ιδρυμάτων «τίθενται κλειστοί ετήσιοι προϋπολογισμοί φαρμακευτικής δαπάνης στα δημόσια νοσοκομεία σε επίπεδο φαρμάκου, δραστικής ουσίας (ATC5) ή θεραπευτικής κατηγορίας (ATC4). Οι επιμέρους στόχοι συνυπολογίζονται στον καθορισμό της υπέρβασης ανά φαρμακευτική εταιρεία ή κάτοχο άδειας κυκλοφορίας».
Κατά το Υπουργείο Υγείας, με τον επιμερισμό της νοσοκομειακής φαρμακευτικής δαπάνης επιτυγχάνεται και ο εξορθολογισμός της. Συγκεκριμένα, «η κατάτμηση του κεντρικού προϋπολογισμού της νοσοκομειακής φαρμακευτικής δαπάνης σε επίπεδο φαρμάκου, δραστικής ουσίας (ATC5) ή θεραπευτικής κατηγορίας (ATC4), δίνει τη δυνατότητα για καλύτερο έλεγχο της υπέρβασης της εν λόγω δαπάνης, καθώς και για αμεσότερο προσδιορισμό και ταυτοποίηση της υπέρβασης σε συγκεκριμένες κατηγορίες φαρμάκων».
Επιπλέον, εκτιμάται ότι με αυτόν τον τρόπο θα είναι δικαιότερη και η κατανομή του clawback. «Λόγω της κατάτμησης του συνολικού κλειστού προϋπολογισμού σε περισσότερους επιμέρους, το αποτέλεσμα που επιτυγχάνεται είναι η υπέρβαση της δαπάνης να μην διαχέεται σε όλους τους Κατόχους Άδειας Κυκλοφορίας που προμηθεύουν τα νοσοκομεία αλλά μόνο σε εκείνους τα σκευάσματα των οποίων συμβάλλουν στην υπέρβαση της δαπάνης συγκεκριμένης κατηγορίας φαρμάκου».
Ταυτοχρόνως, για την Αριστοτέλους , ο επιμερισμός του clawback «στους εκάστοτε υπεύθυνους της υπέρβασης και όχι στο σύνολο της αγοράς αποτρέπεται η επιδίωξη προώθησης ενός φαρμάκου πέραν των ορίων των πραγματικών ιατρικών αναγκών».
Σύμφωνα με πληροφορίες, η ρύθμιση στοχεύει αρχικά στο «κλείσιμο» του προϋπολογισμού για τα παράγωγα αίματος, που αποτελούν ένα καθόλου ευκαταφρόνητο μέρος της νοσοκομειακής δαπάνης φαρμάκου. Στο σύνολο της δαπάνης των σχεδόν 530 εκατ. ευρώ στα παράγωγα αντιστοιχούν σχεδόν 70 εκατ. ευρώ (2017).
Οι ανησυχίες που εκφράζονται αφορούν, αφενός, στην επάρκεια του ποσού για την κατηγορία των παραγώγων, τα οποία επιπροσθέτως ταλανίζονται από ελλείψεις, διεθνώς. Κυρίως, όμως, προβληματισμός επικρατεί για την επίπτωση στο συνολικό νοσοκομειακό προϋπολογισμό για το φάρμακο, από την «απόσπαση» της δαπάνης για τα παράγωγα αίματος. Αξίζει, δε, να σημειώσουμε ότι μέχρι στιγμής τα δημόσια νοσοκομεία δεν έχουν λάβει έκτακτη χρηματοδοτική «ένεση» για το 2018, σε αντίθεση με την περσινή χρονιά, με εξαίρεση φυσικά τα 45 εκατ. ευρώ που προστέθηκαν λόγω της αναπροσαρμογής της δαπάνης βάσει του ΑΕΠ.
Υπεύθυνη Σύνταξης στο Virus.com.gr - Αρχισυντάκτρια του περιοδικού Pharma & Health Business
Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *
Δ