Γράφει η Έφη Σίμου, Ερευνήτρια στον Τομέα Επιδημιολογίας της Εθνικής Σχολής Δημόσιας Υγείας, Συγγραφέας του βιβλίου “Επικοινωνία Γιατρού- Ασθενούς. Ένας πρακτικός οδηγός δεξιοτήτων επικοινωνίας”.
Ασθενείς και οι οικογένειες τους αντιδρούν στην ανακοίνωση δυσάρεστων νέων με διαφορετικούς τρόπους. Κάποιοι αντιδρούν συναισθηματικά με θυμό, κλάματα λύπη και αγωνία. Άλλοι πάλι εκφράζουν άρνηση, κατηγορίες, ενοχές, δυσπιστία, αίσθηση απώλειας, ντροπή, ενώ άλλοι εκλογικεύουν αυτό που τους έχει συμβεί.
Ο γιατρός θα πρέπει να είναι προετοιμασμένος ώστε να υποστηρίξει τον ασθενή σε ένα ευρύ φάσμα αντιδράσεων και η συζήτηση θα μπορούσε να ξεκινήσει ζητώντας από τον ασθενή να περιγράψει τα συναισθήματα του, με εκφράσεις όπως:
• Νομίζω ότι θυμώσατε, μπορείτε να μου πείτε πως αισθάνεστε? • Σας φοβίζει αυτό που ακούσατε? • Τι σας φοβίζει περισσότερο? • Εύχομαι να ήταν διαφορετικά τα νέα.
Πριν ξεκινήσετε την ανακοίνωση των δυσάρεστων νέων, θα πρέπει να έχετε συγκεντρώσει αρκετές πληροφορίες για τον τρόπο με τον οποίο ο ασθενής αντιλαμβάνεται την ιατρική του κατάσταση και κυρίως για το πως αντιλαμβάνεται τη σοβαρότητα της κατάστασης. Παρότι ο κάθε γιατρός μπορεί να επιλέξει το δικό του προσωπικό στυλ, παρατίθενται κάποια παραδείγματα όπως: «τι νομίζετε ότι σας συμβαίνει;», «ανησυχείτε ότι είναι κάτι σοβαρό;».
Πριν από την παροχή πληροφοριών, ο γιατρός θα πρέπει να μάθει τι γνωρίζει ο ασθενής για την κατάστασή του ή τι θα ήθελε να γνωρίζει. Πολλές φορές, άλλοι γιατροί ή οι πάροχοι υγειονομικής περίθαλψης έχουν ήδη κοινοποιήσει πληροφορίες στον ασθενή, οι οποίες του έχουν δημιουργήσει συγκεκριμένες αντιλήψεις για την ασθένειά του ή μπορεί να του έχουν προκαλέσει σύγχυση. Επιπλέον, ο ασθενής έρχεται στο γιατρό με υφιστάμενες και καλά εγκατεστημένες προκαταλήψεις σχετικά με την κατάστασή του, οι οποίες μπορεί να βασίζονται στην κοινωνική εκμάθηση ή σε άλλες λιγότερο έγκυρες πηγές. Είναι επομένως σημαντικό ο γιατρός να κατανοήσει τι αντιλαμβάνεται ο ασθενής, καθώς και το επίπεδο παρανόησης αναφορικά με την προσλαμβανόμενη πληροφόρηση.
Επιπλέον, δεν θέλουν όλοι οι ασθενείς το ίδιο επίπεδο πληροφόρησης. Κάποιοι θέλουν μια γενική ενημέρωση, ενώ κάποιοι άλλοι απαιτούν εξαντλητικές λεπτομέρειες. Έτσι, ο γιατρός θα πρέπει να αξιολογήσει το επίπεδο πληροφόρησης που αναζητά ο κάθε ασθενής και να παρουσιάσει αυτές τις πληροφορίες με τρόπο σαφή και κατανοητό. Η παροχή πληροφοριών θα πρέπει να πραγματοποιείται σταδιακά και αφού προηγουμένως έχει ελεγχθεί το επίπεδο κατανόησης του ασθενή. Όταν είναι εφικτό, η παροχή πληροφοριών θα πρέπει να γίνεται γραπτά, ώστε να δοθεί χρόνος στον ασθενή κα κατανοήσει το πρόβλημα.
Ένα καλό σημάδι για την εκτίμηση της κατάστασης και την καθοδήγηση της περαιτέρω συζήτησης αποτελεί η φύση των ερωτήσεων που κάνει ο ασθενής. Εάν οι ερωτήσεις εκφράζουν την προσπάθεια για κατανόηση των πληροφοριών που μόλις παρουσιάστηκαν, η παροχή επιπλέον λεπτομερειών μπορεί να δικαιολογηθεί. Εάν οι ερωτήσεις αντανακλούν σύγχυση, είναι σκόπιμο ο γιατρός να επιστρέψει στην παροχή βασικών πληροφοριών για την ασθένεια και τη θεραπεία. Αν ο ασθενής δεν έχει ερωτήσεις ή αισθάνεται προφανώς άβολα, αυτή είναι μία καλή ευκαιρία για τον γιατρό να σταματήσει την συζήτηση και να προσαρμοστεί αναλόγως στην επιθυμία του ασθενή.
Το να βομβαρδίζουμε τον ασθενή με πληροφορίες που δεν είναι σε θέση να κατανοήσει ή να επεξεργαστεί δεν αποτελεί πάντα την καλύτερη προσέγγιση.
Επιπλέον, η διαδικασία ενημέρωσης θα πρέπει να πραγματοποιείται σε ήρεμους ρυθμούς, ώστε να δίδεται ο απαραίτητος χρόνος στους ασθενείς να κατανοήσουν τις νέες πληροφορίες, να εκφράσουν τις απορίες τους και να μιλήσουν χωρίς φόβο στο γιατρό τους για όλα όσα σκέφτονται.
Πηγή: karkinaki.gr
Διαπιστευμένη δημοσιογράφος στο Υπουργείο Υγείας. Διπλωματούχος Διεθνών & Ευρωπαϊκών Σπουδών. Τακτικό μέλος της ΕΣΗΕΑ και του ΟΕΕ.
Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *
Δ