Του Ηλία Μόσιαλου, καθηγητή Πολιτικής Υγείας
Είναι λογικό να γίνονται συζητήσεις για το άνοιγμα των σχολείων και να υπάρχουν εύλογες ανησυχίες. Όπως αναφέρω συχνά, η διαχείριση της πανδημίας είναι η διαχείριση του ρίσκου. Οπότε, και στην περίπτωση του ανοίγματος των σχολείων θα πρέπει να εξετάσουμε τον σχετικό κίνδυνο που προκύπτει.
Υπάρχουν όμως βασικά ερωτήματα που πρέπει να απαντηθούν: πρέπει να ανοίξουν τα σχολεία; και εάν ναι πότε;
Πριν απαντηθούν αυτά τα ερωτήματα, ας απαντήσουμε μια σειρά άλλων καίριων ερωτημάτων.
Ας δούμε αναλυτικά τις απαντήσεις σε αυτά τα ερωτήματα.
Χρειάζεται μια μεγάλη συζήτηση για το είδος του σχολείου που θέλουμε. Ειδικά εάν θέλουμε ένα σχολείο που η στοχοθεσία του να υπερβαίνει τα σημερινά αποτελέσματα, αυτά που προκύπτουν μετά από αποστήθιση και έλλειψη κριτικής προσέγγισης, με στοχοθεσία την προετοιμασία για τις εισαγωγικές εξετάσεις στα πανεπιστήμια.
Κάνω μια παρένθεση εδώ, για να υπογραμμίσω πως είναι πολύ σημαντικό να γίνει επικαιροποίηση των κριτηρίων για την κατάταξη όσων ανήκουν στις ευπαθείς ομάδες. Λαμβάνω ο ίδιος πολλά μηνύματα από γονείς που ανησυχούν εάν ανήκουν σε αυτές τις ομάδες. Τα κριτήρια πρέπει να είναι αντικειμενικά και να βασίζονται στην επιστημονική τεκμηρίωση. Για επιτάχυνση της διαδικασίας μπορούμε να ανατρέξουμε στα παραδείγματα κριτηρίων που έχουν θεσπίσει άλλες αναπτυγμένες χώρες, όπως ο Καναδάς, η Ελβετία, η Αγγλία και η Γαλλία.
Αρκούν οι μάσκες; Για τον συστηματικό έλεγχο της αντιμετώπισης της πανδημίας απαιτούνται και η εφαρμογή της συχνής υγιεινής των χεριών, η τήρηση των αποστάσεων και ο εξαερισμός με φρέσκο αέρα για να αποτραπεί η μείωση της αερογενούς μετάδοσης.
Αυτό σημαίνει μικρότερος αριθμός παιδιών ανά τάξη με βάση τις προδιαγραφές και τις συστάσεις άλλων αναπτυγμένων ευρωπαϊκών χωρών.
Πως μπορεί όμως να γίνει αυτό αν δεν υπάρχουν επαρκείς χώροι;
Ίσως μπορεί όπου είναι αυτό δυνατόν να γίνει με χρήση άλλων υπαρχόντων χωρών: μετά από διάθεση χώρων σε συνεργασία με την τοπική αυτοδιοίκηση, τους δήμους, τους αθλητικούς, κοινωνικούς και πολιτιστικούς φορείς και τον ιδιωτικό τομέα κάθε περιοχής: ας χρησιμοποιηθούν βιβλιοθήκες, χώροι ξενοδοχείων, πολιτιστικά κέντρα, αίθουσες συνεδριάσεων, δημοτικών συμβουλίων, αθλητικά κέντρα και γυμναστήρια, αίθουσες συλλόγων κοινωνικών φορέων.
Αν δεν είναι δυνατόν να εφαρμοστεί αυτό, τότε ίσως να πρέπει να εξεταστεί η εκ περιτροπής διδασκαλία, ή η αναδιοργάνωση των προγραμμάτων διδασκαλίας και του σχολικού προγράμματος, έτσι ώστε να επιτραπεί η διαμόρφωση ενός ασφαλέστερου σχολικού περιβάλλοντος.
Προφανώς, θα χρειαστεί και ενίσχυση του εκπαιδευτικού προσωπικού, προσλήψεις αναπληρωτών καθηγητών και ανακλήσεις αποσπάσεων.
Είναι όμως σαφές ότι η ενίσχυση των υποδομών της δημόσιας παιδείας πρέπει να είναι προτεραιότητα κάθε ελληνικής κυβέρνησης. Οι υποδομές σε πολλά ελληνικά σχολεία είναι ανεπαρκείς και δεν έχουν καμία σχέση με τα πρότυπα των περισσότερων χωρών της δυτικής Ευρώπης.
Έχουμε επομένως μεγάλα κενά στην εκπαίδευση: απαρχαιωμένοι στόχοι και μέθοδοι διδασκαλίας και υποδομές. Και εάν συνεχίσουμε έτσι, τότε οι κοινωνικές και εκπαιδευτικές ανισότητες (μεταξύ δημοσίων και ιδιωτικών σχολείων) θα διευρύνονται.
Ας επιστρέψουμε στο θέμα του ανοίγματος των σχολείων.
Αν εφαρμοστούν περισσότερες παρεμβάσεις (μάσκες, φυσική απόσταση, συχνή υγιεινή χεριών, συχνός εξαερισμός) τότε θα μειωθεί και ο κίνδυνος μετάδοσης στα παιδιά, αλλά και στους εκπαιδευτικούς και στους γονείς. Επίσης θα χρειαστούν συχνά δειγματοληπτικά τεστ για άμεση ιχνηλάτηση και άμεση λήψη μέτρων. Άρα θα χρειαστεί και αύξηση της επάρκειας και της διενέργειας τεστ.
– Όταν έχουν εξασφαλιστεί οι προϋποθέσεις ασφαλέστερης λειτουργίας.
– Όταν έχει ολοκληρωθεί η επιστροφή από τις διακοπές και έχουν περάσει τουλάχιστον 2 εβδομάδες.
Συμπερασματικά
Το virus.com.gr σας φέρνει καθημερινά τις πιο έγκυρες ειδησεις από τον χώρο της πολιτικής υγείας και φαρμάκου
Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *
Δ