Την αξία της από κοινού συνεργασίας μεταξύ της πολιτείας, των πολιτών και των κοινωνικών εταίρων, για την ισότιμη πρόσβαση στα καινοτόμα προϊόντα και τη βιωσιμότητα των συστημάτων υγείας, ανέδειξε ο Γενικός Γραμματέας Δημόσιας Υγείας, κατά τη διάρκεια τεχνική ενημέρωσης του Παγκόσμιου Οργανισμού Υγείας (ΠΟΥ) για τα ΦΥΚ.
Ο Γιάννης Μπασκόζος έκανε λόγο για την ανάγκη εξεύρεσης ενός νέου κοινωνικού συμβολαίου για τη διαπραγμάτευση τις τιμής των καινοτόμων φαρμάκων, ως αποτέλεσμα συντονισμένων πρωτοβουλιών σε εθνικό και διεθνές επίπεδο.
«Δεν πιστεύουμε σε καμία περίπτωση ότι η φαρμακοβιομηχανία δεν θα πρέπει να λάβει μια δίκαιη ανταμοιβή για την καινοτομία (όσο φυσικά συμμορφώνεται με την ερευνητική και τιμολογιακή διαφάνεια). Όμως πιστεύουμε ακράδαντα ότι είναι απαράδεκτο να στερούμε από τους ασθενείς την πρόσβαση σε αυτή, επειδή τα κράτη δεν έχουν την οικονομική δυνατότητα να καλύψουν φάρμακα που αντιπροσωπεύουν μια πραγματική θεραπευτική πρόοδο» ανέφερε χαρακτηριστικά. Δεν υπάρχει άλλη βιώσιμη λύση πέραν της κατάλληλης ισορροπίας μεταξύ της πρόσβασης, της σχέσης κόστους – αποτελεσματικότητας και της δυνατότητας οικονομικής κάλυψης, συμπλήρωσε.
Ακολουθεί ολόκληρη η παρέμβαση του ΓΓ Δημόσιας Υγείας:
«Είναι πιστεύω κοινός τόπος η αντίληψη ότι το πεδίο των φαρμακευτικών προϊόντων αλλάζει δραματικά εξαιτίας της ανάπτυξης της βιοιατρικής τεχνολογίας.
Γενικά η εισαγωγή της καινοτόμου ιατρικής πρακτικής συνεπάγεται κλινικά οφέλη και βελτιωμένα αποτελέσματα στην υγεία των ασθενών.
Από την άλλη πλευρά τα κράτη δεν μπορούν να παρέχουν κάθε ιατρική πρακτική σε όλους τους πολίτες χωρίς περιορισμούς. Η επίτευξη της ισοτιμίας στην πρόσβαση, διασφαλίζοντας μακροπρόθεσμα την βιωσιμότητα των συστημάτων υγείας, προτάσσει σοβαρές προκλήσεις τόσο στα συστήματα υγείας όσο και στα συστήματα της φαρμακευτικής κάλυψης, θέτοντας κυρίως ερωτήματα σχετικά με την κατανομή των πόρων.
Στις μέρες μας αυτό είναι ένα ζήτημα που αφορά όλα τα κράτη, ανεξάρτητα από την εισοδηματική τους κατάταξη, ακόμα και εντός της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Συνεπώς χαιρετίζουμε την απόφαση του Παγκόσμιου Οργανισμού Υγείας (ΠΟΥ) να θέσει ως προτεραιότητα την βιώσιμη πρόσβαση στα καινοτόμα ιατρικά προϊόντα.
Η Ελλάδα αποτελεί ένα τυπικό παράδειγμα χώρας όπου η «Υγειονομική Φτώχεια» αποτελεί ένα νέο κοινωνικό φαινόμενο που πηγάζει μεν από την οικονομική κρίση αλλά είναι και αποτέλεσμα εφαρμογής αποτυχημένων πολιτικών, που όχι μόνο δεν κατάφεραν να εξασφαλίσουν καθολική και ισότιμη πρόσβαση στο φάρμακο, αλλά δεν κατάφεραν να εξασφαλίσουν την σταθερότητα και την βιωσιμότητα του συστήματος της Δημόσιας Υγείας.
Θα σας παρακαλούσα να μου επιτρέψετε σε αυτό το σημείο να παραθέσω μερικές καθοριστικές παραμέτρους που συναντώνται συγκεκριμένα στην ελληνική περίπτωση μεγεθύνοντας τις προκλήσεις που αντιμετωπίζουμε:
Πέρα από όλα αυτά όμως υπάρχουν και αδυναμίες στους διεθνείς μηχανισμούς, κάτι που τεκμηριώνεται επαρκώς. Είναι πλέον εμφανές ότι χρειαζόμαστε μια διαφορετική διάρθρωση μεταξύ της έγκρισης, της κοστολόγησης και της αποζημίωσης των φαρμακευτικών προϊόντων σε ένα παγκόσμιο επίπεδο.
Για διαφόρους λόγους η κοστολόγηση των φαρμάκων δεν είναι πάντα διαφανής. Επιπλέον οι αποφάσεις χρηματοδότησης σε μία συγκεκριμένη χώρα σαφώς επηρεάζουν άλλα κράτη, προκαλώντας μερικές φορές αυτό που ονομάζουμε φαινόμενο ντόμινο, που επαυξάνει και την πίεση της κοινής γνώμης.
Στην Ελλάδα έχουμε ήδη εφαρμόσει έναν μηχανισμό καθολικής κάλυψης και το όραμα μας είναι να εξασφαλίσουμε την πρόσβαση των ασθενών σε πραγματικά καινοτόμα φάρμακα με επιστημονικά τεκμηριωμένα κλινικά οφέλη και ισχυρά δεδομένα για την αποτελεσματικότητα τους σε σχέση με το κόστος τους. Φάρμακα που βελτιώνουν σημαντικά την υγεία των ασθενών και την ποιότητα της ζωής τους, προωθώντας έτσι την ιατρική επιστημονική έρευνα ως ένα κρίσιμο στοιχείο που θα συνεισφέρει αποτελεσματικά στην πρόγνωση των εφαρμοζόμενων θεραπειών ή ακόμη και στην εξάλειψη των ασθενειών που απειλούν την ζωή των ασθενών.
Υπό αυτήν την οπτική σχεδιάζουμε να καθιερώσουμε έναν φορέα Αξιολόγησης των Τεχνολογιών Υγείας και να ενδυναμώσουμε τα ρυθμιστικά μέσα που διαθέτουμε, να προχωρήσουμε στην πραγματοποίηση κεντρικών προμηθειών, να επανασχεδιάσουμε πληροφοριακά συστήματα, όπως τα μητρώα και τις βάσεις δεδομένων, να εισαγάγουμε θεραπευτικά πρωτοκόλλα σύμφωνα με την κλινική πρακτική και την αρμοδιότητα αλλά και να προωθήσουμε την συστηματική ανταλλαγή τεχνογνωσίας και πληροφορίας σε διεθνές επίπεδο.
Στο πλαίσιο των πρωτοβουλιών που έχει αναλάβει ο Υπουργός Υγείας της Ελλάδας κ. Ανδρέας Ξανθός έχουν γίνει σημαντικά βήματα σε ένα υψηλό επίπεδο, που σκοπεύουν στην ανάπτυξη μιας αποτελεσματικής και διαφανούς συνεργασίας, σε τεχνικό επίπεδο, μεταξύ των κρατών – μελών της Νότιας Ευρώπης με στόχο την από κοινού διαπραγμάτευση με της φαρμακευτικές εταιρείες ώστε να διασφαλιστεί ότι οι πολίτες θα έχουν πρόσβαση στα καινοτόμα φάρμακα, σε μία οικονομική αλλά και κοινωνικά αποδεκτή τιμή και να αναπτυχθεί η συνεργασία μεταξύ των χωρών μας, ώστε να καλύπτονται οι ανάγκες των πολιτών και στις περιπτώσεις εκείνες που παρουσιάζονται ελλείψεις σε φάρμακα απαραίτητα για την Δημόσια Υγεία. Ελλείψεις που συχνά υποκινούνται από εμπορικά και χρηματοοικονομικά κίνητρα.
Αναγνωρίζουμε τις ιδιαιτερότητες της κάθε χώρας σε όρους επίπεδου τεχνογνωσίας, δομής του συστήματος υγείας και υπάρχουσας κουλτούρας των επαγγελματιών υγείας. Παρόλα αυτά όμως, μας δίνεται μια ιστορική ευκαιρία να μοιραστούμε τις εμπειρίες μας σε εθνικό επίπεδο δημιουργώντας διαύλους επικοινωνίας μεταξύ των χωρών μας και αναπτύσσοντας εν τέλει μια συνεργασία που θα επιτρέψει σε κάθε χώρα να ενδυναμώσει την εθνική της φαρμακευτική πολιτική, επαυξάνοντας την χρηματοδοτική ικανότητα των συστημάτων Κοινωνικής Ασφάλισης και χτίζοντας με αυτόν τον τρόπο κατάλληλα, βιώσιμα, προσβάσιμα και αποτελεσματικά συστήματα δημόσιας υγείας τα οποία θα είναι σε θέση να εκμεταλλευτούν άμεσα τα οφέλη της φαρμακευτικής καινοτομίας προς όφελος των ασθενών. Είμαστε αποφασισμένοι να δείξουμε την αλληλεγγύη μας σε χώρες που υποφέρουν από την περιορισμένη ή μη έγκαιρη πρόσβαση σε καινοτόμες θεραπείες εξαιτίας του μικρού τους μεγέθους. Αν και η φαρμακευτική πολιτική είναι σήμερα αρμοδιότητα των εθνικών κρατών αποτελεί, κατά την άποψη μας, ένα σημαντικό ζήτημα πολιτικής συνοχής για την Ευρωπαϊκή Ένωση να ενδυναμώσει τους μηχανισμούς της συνεργασίας και της ενότητας μεταξύ των κρατών – μελών σε αυτό το πεδίο.
Πιστεύουμε ακράδαντα ότι το αποτέλεσμα όλων των πρωτοβουλιών σε εθνικό και διεθνές επίπεδο θα έχει πολλαπλασιαστική επίδραση, οδηγώντας τις φαρμακευτικές εταιρείες στο να αντιληφθούν ότι η διαπραγμάτευση μιας κοινωνικά αποδεκτής αποζημίωσης είναι η μοναδικά βιώσιμη λύση σε αντιστοιχία με την αξία των καινοτόμων φαρμάκων. Δεν πιστεύουμε σε καμία περίπτωση ότι η φαρμακοβιομηχανία δεν θα πρέπει να λάβει μια δίκαιη ανταμοιβή για την καινοτομία (όσο φυσικά συμμορφώνεται με την ερευνητική και τιμολογιακή διαφάνεια), όμως πιστεύουμε ακράδαντα ότι είναι απαράδεκτο να στερούμε από τους ασθενείς την πρόσβαση σε αυτή, επειδή τα κράτη δεν έχουν την οικονομική δυνατότητα να καλύψουν φάρμακα που αντιπροσωπεύουν μια πραγματική θεραπευτική πρόοδο.
Οι κλασσικές πολιτικές υγείας και τα σχετικά τους εργαλεία δεν επαρκούν για να επιλύσουν το πρόβλημα. Είναι απαραίτητη μια αλλαγή στον τρόπο σκέψης μας και στην χρήση νέων εργαλείων προκειμένου να διατηρήσουμε μια κατάλληλη ισορροπία μεταξύ της πρόσβασης, της σχέσης κόστους – αποτελεσματικότητας και της δυνατότητας οικονομικής κάλυψης. Η ισότιμη πρόσβαση στα καινοτόμα προϊόντα και η βιωσιμότητα των συστημάτων υγείας είναι κομβικά σημεία στο νέο κοινωνικό συμβόλαιο μεταξύ της πολιτείας, των πολιτών και των κοινωνικών εταίρων, στην κάλυψη των ολοένα και αυξανόμενων αναγκών υγείας του πληθυσμού, στον σεβασμό των δικαιωμάτων των ασθενών, στην ενδυνάμωση της κοινωνικής προστασίας των μη προνομιούχων και στην διασφάλιση της Δημοσίας Υγείας και του δημόσιου συμφέροντος».
Διαπιστευμένη δημοσιογράφος στο Υπουργείο Υγείας. Διπλωματούχος Διεθνών & Ευρωπαϊκών Σπουδών. Τακτικό μέλος της ΕΣΗΕΑ και του ΟΕΕ.
Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *
Δ