Αρνητικά πρωταγωνιστεί η χώρα μας στον Ευρωπαϊκό χάρτη σε ό,τι αφορά τις επιβαρύνσεις -υποχρεωτικές επιστροφές και εκπτώσεις- που επιβάλλει στις φαρμακευτικές εταιρίες, προκειμένου να καλυφθούν οι ανάγκες ιατροφαρμακευτικής περίθαλψης του πληθυσμού.
Συγκρίνοντας στοιχεία από 10 ευρωπαϊκά κράτη, ο ΣΦΕΕ αποδεικνύει ότι η συνεισφορά του κλάδου στη δημόσια φαρμακευτική δαπάνη της Ελλάδας είναι 3 φορές υψηλότερη από τον Ευρωπαϊκό μέσο όρο, φτάνοντας το 27,3% έναντι 8,6%. Είναι χαρακτηριστικό ότι στη Γερμανία (με οκταπλάσιο σχεδόν πληθυσμό σε σχέση με την Ελλάδα) η συνεισφορά των φαρμακευτικών φτάνει μόλις το 13,3% (5,56 δις ευρώ). Στη Γαλλία, αντίστοιχα, οι επιβαρύνσεις αποτελούν το 6% και στην Ιταλία το 7,4% της δημόσιας φαρμακευτικής δαπάνης. Οι επιχειρήσεις του κλάδου στην Ισπανία καταβάλλουν το 3,1%, στην Πορτογαλία 6,6%, στη Ρουμανία 7,8%, στη Ιρλανδία 2,9%, ενώ το μικρότερο ποσοστό καταγράφεται στη Σουηδία (0,8%).
Σύμφωνα με τον Πασχάλη Αποστολίδη, πρόεδρο ΣΦΕΕ, πρόσφατη μελέτη καθηγητών οικονομικών της υγείας καταδεικνύει ότι η φαρμακευτική δαπάνη εξαρτάται από μια σειρά εξωγενείς και ενδογενείς παράγοντες, οι οποίοι δεν λήφθηκαν υπόψη. Αγνοήθηκαν, υποστηρίζει κατά συνέπεια, οι πραγματικές ανάγκες των ασθενών στον καθορισμό της δαπάνης για την Ελλάδα. Η μελέτη καταλήγει ότι ο τρέχων φαρμακευτικός προϋπολογισμός στην Ελλάδα είναι χαμηλότερος απ’ ότι υποδεικνύεται με βάση τα δημογραφικά, επιδημιολογικά και οικονομικά χαρακτηριστικά της αγοράς μας, προτείνοντας αφενός πολιτικές ρύθμισης και εξορθολογισμού των ποσοτήτων και του μείγματος των φαρμάκων κι αφετέρου αύξηση της δαπάνης.
Αξίζει να σημειωθεί ότι οι υποχρεωτικές επιστροφές και εκπτώσεις που πληρώνει η φαρμακοβιομηχανία στην Ελλάδα αντιστοιχούν σε 946 εκατ. ευρώ, την ώρα που το ύψος του κλειστού προϋπολογισμού του ΕΟΠΥΥ φτάνει το 1,94 δις ευρώ το χρόνο (συμπεριλαμβανομένου του κόστους των εμβολίων και της κάλυψης των ανασφάλιστων πολιτών) και του ΕΣΥ τα 550 εκατ. ευρώ. Στο βεβαρημένο αυτό περιβάλλον και με μια ανεπαρκή φαρμακευτική δαπάνη, που δεν μπορεί να καλύψει τις αυξημένες ανάγκες των Ελλήνων ασθενών (καθώς έχει περιοριστεί κατά 62% στα χρόνια της κρίσης και βρίσκεται μόλις στο 50% του ευρωπαϊκού μέσου όρου), προωθούνται από την ηγεσία του Υπουργείου Υγείας και άλλα οριζόντια μέτρα.
Όλα αυτά, καταλήγουν οι εταιρίες του κλάδου, δημιουργούν ένα κλίμα αποεπένδυσης στην εγχώρια αγορά φαρμάκου, που αναμένεται να πλήξει την πρόσβαση των ασθενών στα απαραίτητα για τη ζωή τους φάρμακα. Ταυτόχρονα, όμως, θέτουν σε σοβαρό κίνδυνο και τη διατήρηση των θέσεων εργασίας στον κλάδο.
Διαπιστευμένη δημοσιογράφος στο Υπουργείο Υγείας. Διπλωματούχος Διεθνών & Ευρωπαϊκών Σπουδών. Τακτικό μέλος της ΕΣΗΕΑ και του ΟΕΕ.
Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *
Δ