Σε κατευθυντήριες συστάσεις προχώρησε το Κέντρο Ελέγχου Νοσημάτων των ΗΠΑ για τον εμβολιασμό με mRNA εμβόλια έναντι του SARS-CoV-2.
Οι Ιατροί της Θεραπευτικής Κλινικής της Ιατρικής Σχολής του Εθνικού και Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών, Θεοδώρα Ψαλτοπούλου, Ιωάννης Ντάνασης, Μαρία Γαβριατοπούλου και Θάνος Δημόπουλος (Πρύτανης ΕΚΠΑ) (https://mdimop.gr/covid19/) συνοψίζουν τις αναθεωρημένες οδηγίες του Κέντρου Ελέγχου Νοσημάτων των ΗΠΑ (CDC).
Η δεύτερη δόση δεν πρέπει να χορηγηθεί περισσότερο από 4 ημέρες νωρίτερα από το προβλεπόμενο, αλλά εγγύτερα στο προβλεπόμενο χρονοδιάγραμμα. Εάν υπάρξει καθυστέρηση στη χορήγηση της δεύτερης δόσης, τότε αυτή μπορεί να χορηγηθεί έως και 6 εβδομάδες μετά την πρώτη δόση.
Το ορθότερο είναι ο κάθε εμβολιασμένος να λαμβάνει δύο δόσεις από το ίδιο εμβόλιο. Προς το παρόν, στερούμαστε δεδομένων σχετικά με την αποτελεσματικότητα και την ασφάλεια της συγχορήγησης των εμβολίων mRNA έναντι του SARS-CoV-2 με άλλα εμβόλια.
Σε ότι αφορά σε άλλο εμβόλιο, συστήνεται ένα ελάχιστο διάστημα 14 ημερών πριν και μετά τη χορήγηση για τη χορήγηση εμβολίων mRNA έναντι του SARS-CoV-2. Ωστόσο, σε έκτακτες καταστάσεις όπου το προσδοκώμενο όφελος αναμένεται να είναι μεγαλύτερο από τους κινδύνους, όπως στην περίπτωση αντιτετανικού εμβολίου μετά από τραυματισμό, τότε θα πρέπει να συγχορηγούνται ακόμα και σε μικρότερα μεσοδιαστήματα.
Οι ιαθέντες από συμπτωματική ή ασυμπτωματική λοίμωξη COVID-19 πρέπει να εμβολιαστούν έναντι του SARS-CoV-2 και δεν συστήνεται έλεγχος με PCR πριν τον εμβολιασμό.
Ασθενείς με ενεργό λοίμωξη COVID-19 δεν θα πρέπει να εμβολιαστούν έως ότου αναρρώσουν από την οξεία φάση της λοίμωξης, ακόμη και εάν έχουν λάβει την πρώτη δόση. Παρόλο που δεν υπάρχει σύσταση σχετικά με το ελάχιστο διάστημα μεταξύ λοίμωξης και εμβολιασμού, ο κίνδυνος επαναλοίμωξης θεωρείται χαμηλός στους επόμενους μήνες μετά τη λοίμωξη COVID-19 αλλά μπορεί να αυξηθεί με το χρόνο καθώς φθίνει η ανοσία.
Προς το παρόν δεν υπάρχουν στοιχεία σχετικά με την αποτελεσματικότητα και την ασφάλεια των εμβολίων mRNA σε όσους έχουν λάβει μονοκλωνικά αντισώματα ή πλάσμα αναρρώσαντων από COVID-19. Λαμβάνοντας υπόψη το χρόνο ημίσειας ζωής αυτών των θεραπειών και ότι η επαναλοίμωξη είναι ασυνήθης εντός των πρώτων 90 ημερών από την αρχική λοίμωξη, ο εμβολιασμός συστήνεται μετά το πέρας των 90 ημερών.
Εξαρτάται από το ατομικό ιστορικό σοβαρών αλλεργικών αντιδράσεων αναφυλαξίας, ενώ άτομα με συνυπάρχουσες παθήσεις μπορούν να εμβολιαστούν κανονικά.
Οι ανοσοκατεσταλμένοι ασθενείς λόγω υποκείμενων νοσημάτων (HIV, κακοήθειες, ανοσοανεπάρκειες) ή λόγω ανοσοκατασταλτικής αγωγής μπορεί να έχουν αυξημένο κίνδυνο σοβαρής λοίμωξης COVID-19.
Συστήνεται ο εμβολιασμός με τα εμβόλια mRNA έναντι του SARS-CoV-2 σε ανοσοκατεσταλμένους ασθενείς, σε ασθενείς με αυτοάνοσα νοσήματα, ιστορικό συνδρόμου Guillain-Barre, παράλυσης τύπου Bell.
Οι εμβολιασθέντες πρέπει να συνεχίσουν να ακολουθούν τα μέτρα πρόληψης της διασποράς του SARS-CoV-2.
Οι εμβολιασθέντες που έχουν εκτεθεί σε πιθανό ή επιβεβαιωμένο κρούσμα COVID-19 δεν χρειάζεται να τεθούν σε καραντίνα εάν πληρούν τα ακόλουθα κριτήρια
Εφόσον δεν πληρούν και τα τρία κριτήρια θα πρέπει να μπαίνουν σε καραντίνα. Μπορέι να μην είναι γνωστός ο κίνδυνος μετάδοσης του SARS-CoV-2 από εμβολιασθέντες, εκτιμάται όμως ότι ο εμβολιασμός προστατεύει από συμπτωματική λοίμωξη COVID-19 καθώς φαίνεται ότι το κυριότερο ρόλο στη μετάδοση του SARS-CoV-2 να τον έχει η συμπτωματική και η προ-συμπτωματική μετάδοση συγκριτικά με την ασυμπτωματική μετάδοση. Ωστόσο, δεν ισχύει για τους νοσηλευόμενους και τους ένοικους μονάδων μακροχρόνιας περίθαλψης.
Το virus.com.gr σας φέρνει καθημερινά τις πιο έγκυρες ειδησεις από τον χώρο της πολιτικής υγείας και φαρμάκου
Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *
Δ