Αντιμετωπίζουν σοβαρότατους κινδύνους υγείας, αλλά συναντούν πολλαπλά εμπόδια στην επαφή τους με το Σύστημα Υγείας. Ο λόγος για τους χρήστες ενδοφλέβιων ναρκωτικών (ΧΕΝ) με Ηπατίτιδα C, οι οποίοι σε ποσοστό 48,4% αναφέρουν ότι δεν παρακολουθούνται από γιατρό για την προαναφερόμενη νόσο τη δεδομένη χρονική στιγμή. Δεν είναι τυχαίο, εξάλλου, ότι η πλειονότητα της εν λόγω πληθυσμιακής ομάδας αγνοεί το στάδιο της ηπατικής της βλάβης σε ποσοστό της τάξης του 64%. Μάλιστα, το 26% έχει συλλοίμωξη με HIV και το 21% με Ηπατίτιδα Β.
Τα στοιχεία προέρχονται από μελέτη που εκπόνησε το Πανεπιστήμιο Πελοποννήσου υπό την επιστημονική εποπτεία του καθηγητή Κ. Σουλιώτη, από τον Ιανουάριο έως τον Ιούνιο του 2017, σε δείγμα 311 ΧΕΝ με Ηπατίτιδα C. Το 54% του δείγματος είναι ενταγμένο σε προγράμματα υποκατάστασης (ΟΚΑΝΑ) και το 44% σε προγράμματα απεξάρτησης (ΚΕΘΕΑ).
Η μελέτη αναδεικνύει την αρνητική επίδραση της οικονομικής κρίσης στο βιοτικό επίπεδο των ΧΕΝ με Ηπατίτιδα C, που “μαστίζονται” από την ανεργία και τη φτώχεια.
Χαρακτηριστικά, το 51,5% δεν εργάζεται τη δεδομένη χρονική στιγμή, το 80% δηλώνει μηνιαίο ποσό εισοδήματος έως και 500 ευρώ, ενώ το 45,5% δεν έχει ασφαλιστική κάλυψη. Επίσης, ποσοστό 46,3% αναφέρει πως δυσκολεύεται να καλύψει τους τρέχοντες λογαριασμούς, ενώ ποσοστό 63,8% δηλώνει πως διαχειρίζεται την οικονομική κρίση μέσω περιορισμού των δαπανών σε είδη πρώτης ανάγκης.
Η μελέτη “φωτίζει”, παράλληλα, τα σημαντικά εμπόδια πρόσβασης στις υπηρεσίες υγείας που αντιμετωπίζουν οι εν λόγω ασθενείς, άλλα από τα οποία αποδίδονται στο έλλειμμα οργάνωσης και τη γραφειοκρατία και άλλα στους οικονομικούς περιορισμούς που έχουν επιβληθεί στο σύστημα υγείας.
Είναι ενδεικτικό ότι το 38% δηλώνει πως αντιμετωπίζει δυσκολία πρόσβασης σε γιατρό, με το 25,5% να συσχετίζει το γεγονός με την απουσία ασφαλιστικής κάλυψης και το 20,1% με την αναμονή για ραντεβού (20,1%). Ακόμη, ένα ιδιαίτερα υψηλό ποσοστό (43,8%) αντιμετωπίζει εμπόδια πρόσβασης στη θεραπεία για την ηπατίτιδα C. Το 19,5% αποδίδει τα εμπόδια αυτά σε μη πλήρωση των κριτηρίων λήψης της θεραπείας από τον ΕΟΠΥΥ, το 16,7% σε ζητήματα γραφειοκρατίας και το 27,4% στην απουσία ασφαλιστικής κάλυψης. Εξαιτίας των εμποδίων αυτών, το 71,4% του πληθυσμού αυτού δηλώνει ότι έχασε ή καθυστέρησε να λάβει τη θεραπεία του σε σχέση με τις συστάσεις του θεράποντος ιατρού.
Σημειώνεται ότι η εμπιστοσύνη προς τους θεσμούς της Βουλής, τα πολιτικά κόμματα και τους πολιτικούς είναι μηδενική για το 69,7% του δείγματος, ενώ η εμπιστοσύνη του πληθυσμού προς το Σύστημα Υγείας αξιολογείται ως μέτρια από το 27%. Τέλος, το 42,4% των συμμετεχόντων της μελέτης αναφέρει ότι η σημασία που δίνει στο πρόβλημα της υγείας του έχει μεταβληθεί προς το χειρότερο συγκριτικά με το 2009.
“Τα αποτελέσματα τέτοιων μελετών μπορούν να υποστηρίξουν τους αρμόδιους φορείς κατά τη λήψη αποφάσεων και κατά τον σχεδιασμό διορθωτικών ενεργειών προς την κατεύθυνση της διευκόλυνσης της ζωής των ασθενών” τονίζει ο ΠΡΟΜΗΘΕΑΣ. Εκτιμά, ταυτόχρονα, ότι με την παρούσα ερευνητική πρωτοβουλία ενισχύεται η συμμετοχή των ασθενών στη λήψη αποφάσεων που σχετίζονται με την υγεία ως μέτρο εξορθολογισμού της λειτουργίας του συστήματος και αντιμετώπισης της νόσου.
Διαπιστευμένη δημοσιογράφος στο Υπουργείο Υγείας. Διπλωματούχος Διεθνών & Ευρωπαϊκών Σπουδών. Τακτικό μέλος της ΕΣΗΕΑ και του ΟΕΕ.
Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *
Δ