Σε νεφελώδη τοπίο κινείται προς το παρόν η επιστημονική κοινότητα σχετικά με τις επιπλοκές του κοροναϊού σε εγκύους. Ο ΕΟΔΥ επισημαίνει ότι δεν έχουν δημοσιευθεί αναφορές σχετικά με ενδεχόμενο ενισχυμένο κίνδυνο λοίμωξης των εγκύων γυναικών σε σύγκριση με το γενικό πληθυσμό.
Ωστόσο, ο οργανισμός τονίζει ότι «κατά τη διάρκεια της κύησης οι ανοσολογικές και λειτουργικές αλλαγές που παρατηρούνται, αυξάνουν τον κίνδυνο λοιμώξεων του αναπνευστικού συστήματος από ιογενή αίτια, συμπεριλαμβανομένου του SARS-CoV-2».
Σε αυτό συνηγορούν τα διαθέσιμα δεδομένα, από περιπτώσεις λοιμώξεων από άλλους κοροναϊούς όπως ο SARS-CoV και ο MERS-CoV, καθώς και από άλλες ιογενείς λοιμώξεις του αναπνευστικού συστήματος με χαρακτηριστικό παράδειγμα τη γρίπη. Γι’ αυτό θα πρέπει να τηρούν συστηματικά μέτρα ατομικής και αναπνευστικής υγιεινής.
Επίσης, δεν υπάρχει επιστημονική τεκμηρίωση για ενδομήτρια ή διαπλακουντιακή μετάδοση του SARS-CoV-2 στο έμβρυο από την πάσχουσα μητέρα, κατ’ αναλογία των ευρημάτων μελετών σε έγκυες με λοίμωξη από τους δύο άλλους γνωστούς κοροναϊούς SARS-CoV και MERS-CoV. Όμως ,τέτοια φαινόμενα έχουν καταγραφεί σε περιπτώσεις λοίμωξης εγκύων από SARS-CoV και MERS-CoV.
Από το ΕΟΔΥ επισημαίνεται ότι «διαπλακουντιακή μετάδοση συμβαίνει όταν κατά τη διάρκεια της κύησης, η ιαιμία της μητέρας οδηγεί σε μετάδοση του παθογόνου μικροοργανισμού στο έμβρυο διαμέσου του πλακούντα (π.χ ιός Zika). Περιγεννητική μετάδοση μπορεί να συμβεί από την έκθεση του νεογνού σε σωματικά υγρά της μητέρας κατά τη διάρκεια του τοκετού (π.χ απλός έρπητας HSV), μέσω του μητρικού γάλακτος (π.χ HIV) ή άλλων σωματικών υγρών της μητέρας όπως των κολπικών εκκρίσεων και τη μετάδοση group B Streptococcus και των αναπνευστικών εκκρίσεων και τη μετάδοση του ιού της γρίπης».
Από την περιορισμένη διαθέσιμη βιβλιογραφία, δεν έχει εντοπιστεί νεογνό μητέρας με COVID-19 λοίμωξη που να είναι θετικό για τον ιό SARS-CoV-2, εκτός από δύο περιπτώσεις που καταγράφηκαν στα πρώτα στάδια της επιδημίας.
Όμως, δεν πρόκειται για ενδομήτρια μετάδοση και θεωρείται ως πιθανότερη εκδοχή, η μόλυνση μετά τη γέννηση.
Στις προαναφερόμενες περιπτώσεις, σ’ ένα νεογνό η διάγνωση έγινε τη 17η ημέρα ζωής και είχε έρθει σε στενή επαφή με δυο επιβεβαιωμένα κρούσματα COVID-19 (μητέρα και παραμάνα) και στο δεύτερο την 36η ώρα ζωής.
Και στις δύο περιπτώσεις, ο ιός δεν έχει ανιχνευθεί σε δείγματα αμνιακού υγρού πασχόντων μητέρων.
Αξιοσημείωτο είναι ότι, κάθετη μετάδοση δεν έχει διαπιστωθεί και σε νεογνά μητέρων με λοίμωξη από SARS-CoV και MERS-CoV.
Σημειώνεται ότι έχουν καταγραφεί περιπτώσεις επιπλοκών της κύησης όπως πρόωρος τοκετός, αλλά δεν έχει αποσαφηνιστεί εάν σχετίζονται αιτιολογικά με τη λοίμωξη.
Άξιο λόγου είναι ότι η γρίπη έχει συσχετιστεί με επιπλοκές όπως ο πρόωρος τοκετός και το χαμηλό βάρος γέννησης. Ακόμη πρόωροι τοκετοί ή μικρό βάρος νεογνού για την ηλικία κύησης έχουν καταγραφεί και σε περιπτώσεις λοίμωξης μητέρων κατά τη διάρκεια της κύησης με SARS-CoV και MERS-CoV.
Μέχρι στιγμής δεν υπάρχουν διαθέσιμα δεδομένα ο ιός δεν έχει ανιχνευθεί στο γάλα γυναικών με COVID-19 λοίμωξη και δεν υπάρχει η πληροφορία για πιθανή μετάδοση του ιού μέσω του μητρικού γάλακτος.
Ωστόσο, ο κίνδυνος μετάδοσης ελλοχεύει εξαιτίας της στενής επαφής και της μετάδοσης μέσω των σταγονιδίων του αναπνευστικού συστήματος.
Οι επιστήμονες είναι επιφυλακτικοί λόγω της έλλειψης δεδομένων. Προς το παρόν, η άντληση μητρικού γάλακτος με τήρηση των κανόνων αποστείρωσης και η ενδεχόμενη χορήγηση του από άλλο άτομο στο νεογνό, αποτελεί μια εναλλακτική.
Το virus.com.gr σας φέρνει καθημερινά τις πιο έγκυρες ειδησεις από τον χώρο της πολιτικής υγείας και φαρμάκου
Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *
Δ