Σε κατοίκους δύο ταχυτήτων φαίνεται πως συνεχίζουν να χωρίζονται οι πολίτες της χώρας στην πρόσβαση σε σωτήριες υπηρεσίες υγείας, με όσους διαμένουν σε μεγάλα αστικά κέντρα να αποδεικνύονται «προνομιακοί».
Χαρακτηριστικό παράδειγμα αποτελεί η πρωτογενής αγγειοπλαστική.
Η εν λόγω επέμβαση βελτιώνει την πρόγνωση και μειώνει τη θνησιμότητα συμβάλλοντας ουσιαστικά και στην ελάττωση του χρόνου νοσηλείας. Αποτελεί την πιο αποτελεσματική θεραπεία του οξέος εμφράγματος. Μάλιστα, η πλήρης και επαρκής αποκατάσταση της αιμάτωσης επιτυγχάνεται στην πρωτογενή αγγειοπλαστική σε ποσοστό που ξεπερνά το 90%. Κρίσιμος παράγοντας, όμως, αποτελεί η ταχύτητα προσέλευσης του ασθενούς σε νοσοκομείο με κατάλληλη υποδομή. Παρότι, σε αρκετά νοσοκομεία προσφέρεται η δυνατότητα πρωτογενούς αγγειοπλαστικής, αυτά κυρίως εντοπίζονται στις μεγάλες πόλεις.
Όπως ανέφερε ο καθηγητής καρδιολογίας πανεπιστημίου Κρήτης πρώην πρόεδρος Ευρωπαϊκής Καρδιολογικής Εταιρείας Παναγιώτης Βάρδας, σε συνέντευξη τύπου με αφορμή τη διεξαγωγή του Διεθνούς Καρδιολογικού Συνεδρίου, «υπάρχουν τυχεροί και άτυχοι πολίτες».
«Τυχεροί είναι όσοι κατοικούν στην Αθήνα, το Ηράκλειο, την Πάτρα, τα Ιωάννινα και τη Θεσσαλονίκη, γιατί έχουν περισσότερες πιθανότητες να υποβληθούν σε πρωτογενή αγγειοπλαστική», σημείωσε.
Όπως εκτίμησε, λιγότερα από τα μισά εμφράγματα αντιμετωπίζονται με αυτή την τεχνική. «Από τα 100 εμφράγματα του μυοκαρδίου τα 45 με 50 υποβάλλονται σε πρωτογενή αγγειοπλαστική, τα υπόλοιπα περιστατικά αντιμετωπίζονται με θρομβόλυση», συμπλήρωσε
Όλες οι τελευταίες εξελίξεις θα συζητηθούν στο διεθνές, ετήσιο συνέδριο Heart, Vessels & Stroke, το οποίο θα πραγματοποιηθεί 27-29 Ιανουαρίου στην Αθήνα. Αντικείμενο και του φετινού συνεδρίου, στο οποίο θα συμμετέχουν διακεκριμένοι ξένοι ομιλητές, είναι η «καινοτομία στην καρδιαγγειακή ιατρική». Άλλωστε, καινοτόμες τεχνικές, υλικά και ιατρικές συσκευές έχουν αναπτυχθεί τα τελευταία χρόνια, φέρνοντας επανάσταση στην αντιμετώπιση των καρδιαγγειακών παθήσεων, του εμφράγματος και των εγκεφαλικών.
Μεταξύ αυτών που θα συζητηθούν είναι ο νέος τύπου στεντ, το λεγόμενο βιοαπορροφήσιμο, το οποίο έχει σχεδιαστεί έτσι ώστε να κρατάει τις αρτηρίες ανοιχτές για 3 χρόνια και στη συνέχεια να διαλύεται με φυσικό τρόπο μέσα στο σώμα, όπως γίνεται και με τα εσωτερικά ράμματα. Μετά την εμφύτευσή του απελευθερώνει τοπικά φαρμακευτική ουσία, που εμποδίζει την επαναστένωση. Η ασφάλεια και η αποτελεσματικότητά του, έχει αποδειχθεί με μεγάλες τυχαιοποιημένες μελέτες. Μεταβολίζεται μετά από 2-3 χρόνια, μέσω της φυσικής διαδικασίας της υδρόλυσης στον οργανισμό.
Ο νέος τύπος στεντ ενδείκνυται για ασθενείς που πάσχουν από επιμήκεις στενώσεις των στεφανιαίων αρτηριών ειδικά στην πρόσθια κεντρική αρτηρία. Αποτελεί ελπιδοφόρα εξέλιξη ειδικά για νέους ανθρώπους, οι οποίοι θα χρειασθούν αρκετές επαναληπτικές επεμβάσεις στα αγγεία, λόγω εξέλιξης της στεφανιαίας νόσου.
Παράλληλα, στο επίκεντρο της συζήτησης αναμένεται να βρεθούν οι εξελίξεις στην αντιμετώπιση εγκεφαλικών επεισοδίων, όπως τα συστήματα μηχανικής θρομβεκτομής, τα οποία προωθούνται στην περιοχή του θρόμβου και τον απομακρύνουν, είτε με αναρρόφηση, είτε με «σύλληψη», σε συνδυασμό ή όχι με ενδοφλέβια θρομβόλυση.
Στην Ελλάδα πρόσφατες επιδημιολογικές μελέτες έδειξαν ότι η ετήσια επίπτωσή των αγγειακών, εγκεφαλικών επεισοδίων κυμαίνεται περίπου στους 310/100.000, στις ηλικίες 45-85 ετών. Οι άνδρες προσβάλλονται πιο συχνά (362/100.000) από τις γυναίκες (271/100.000).
Τα αγγειακά εγκεφαλικά επεισόδια (AEE) αποτελούν διεθνώς την πιο συχνή αιτία μόνιμης αναπηρίας και ταυτόχρονα την τρίτη αιτία θανάτου μετά τις καρδιακές παθήσεις και τον καρκίνο. Σε περιόδους οικονομικής κρίσης αυξάνονται καθώς επιδεινώνεται η ποιότητα διατροφής των ανθρώπων, μεγαλώνει το άγχος, η κατάθλιψη, το κάπνισμα και οι καταχρήσεις.
Η θρομβεκτομή θα πρέπει να γίνεται μόνο σε εξειδικευμένα για εγκεφαλικά επεισόδια κέντρα. Γι’ αυτό, οι ειδικοί καλούν τους φορείς χάραξης πολιτικής για την υγεία της Ευρώπης να εξασφαλίσουν την πλήρη κάλυψη με τέτοια κέντρα, ώστε οι ασθενείς με οξύ ισχαιμικό εγκεφαλικό επεισόδιο να έχουν έγκαιρη πρόσβαση σε μηχανική θρομβεκτομή όταν χρειάζεται.
Πάντως, σήμερα με τη βοήθεια αυτής της τεχνικής οι γιατροί είναι σε θέση να αποκαταστήσουν τη ροή του αίματος στα αγγεία σε πάνω από το 80% των περιπτώσεων, ποσοστό που θεωρείται αρκετά σημαντικό, καθώς πριν από 6-7 χρόνια αυτή η τεχνική μπορούσε να εφαρμοστεί μόνο στο 30-40% των περιπτώσεων.
Βέβαια, παρά τις τελευταίες εξελίξεις στον τομέα της μηχανικής θρομβεκτομής, η ενδοφλέβια θρομβόλυση εξακολουθεί να αποτελεί βασικό και αξιόπιστο μέσο στην θεραπεία του εγκεφαλικού επεισοδίου.
«Το κοινωνικό-οικονομικό κόστος των εγκεφαλικών είναι τεράστιο», όπως τόνισε στη συνέντευξη τύπου ο Παθολόγος Κωνσταντίνος Βέμμος, τ. Διευθυντής ΕΣΥ (Υπεύθυνος Μονάδας Οξέων Αγγειακών Εγκεφαλικών Επεισοδίων, Νοσοκομείο “Αλεξάνδρα”).
Ένα μήνα μετά το εγκεφαλικό, το 26% των ασθενών έχει ήδη πεθάνει. Ένα χρόνο μετά, η θνησιμότητα έχει φθάσει στο 37% και από τους επιζώντες το ένα τρίτο περίπου είναι ανάπηροι και χρειάζονται συνεχή βοήθεια, υποστήριξη και επίβλεψη.
Το Διεθνές Συνέδριο θα εξετάσει και τις νέες τεχνικές αντικατάστασης αορτικών βαλβίδων.
Η στένωση της αορτικής βαλβίδας αποτελεί την πιο συχνή επίκτητη πάθηση της καρδιάς. Σύμφωνα με τις τελευταίες εκτιμήσεις, περίπου 4,6% των ενηλίκων μεγαλύτερων των 75 ετών πάσχει από στένωση αορτικής βαλβίδας.
Θεραπεία εκλογής για τη σοβαρή συμπτωματική στένωση αορτής είναι η αντικατάσταση της αορτικής βαλβίδας με μεταλλικό ή βιοπροσθετικό μόσχευμα σε ανοικτή χειρουργική επέμβαση.
Η μέθοδος είναι ασφαλής, με θνησιμότητες κάτω του 2% σε περιστατικά ρουτίνας. Ωστόσο, έγκυρες μελέτες έχουν δείξει ότι ένας στους τρεις ασθενείς ηλικίας μεγαλύτερης των 75 ετών με σοβαρή συμπτωματική στένωση δεν υποβάλλονται σε χειρουργική αντικατάσταση της βαλβίδας, παρά το γεγονός ότι αυτό αποτελεί την μόνη σωστή θεραπεία. Αιτία είναι ο υψηλός ή απαγορευτικός χειρουργικός κίνδυνος για μία τέτοια επέμβαση, καθώς συνήθως οι ασθενείς πάσχουν και από άλλα νοσήματα, όπως νεφρική ανεπάρκεια, σοβαρή πνευμονοπάθεια κλπ.
Το γεγονός αυτό οδήγησε στην επινόηση νέων διαδερμικών μεθόδων και τεχνικών που να επιτρέπουν την αντικατάσταση της αορτικής βαλβίδας χωρίς τομή του στέρνου στερνοτομής. Προς την κατεύθυνση αυτή έχουν αναπτυχθεί διάφορες μέθοδοι προσέγγισης της βαλβίδας (Διαμηριαία, Διακορυφαία, Διαορτική, Διαυποκλείδια). Η διαδερμική αντικατάσταση αποτελεί την καλύτερη επιλογή σε ασθενείς υψηλού κινδύνου ή με αντενδείξεις για χειρουργική επέμβαση.
Μέχρι σήμερα, χιλιάδες ασθενείς έχουν υποβληθεί παγκόσμια, σε διαδερμική εμφύτευση αορτικής βαλβίδας με υψηλά ποσοστά επεμβατικής επιτυχίας (97%). Τα ποσοστά θνητότητας ήταν χαμηλότερα από τα προβλεπόμενα με την περιεγχειρητική θνητότητα να υπολογίζεται στο 1,5% και τη θνητότητα στις 30 ημέρες, στο 8%.
Τελευταία εξελίχθηκε ένα νεότερο «όπλο»: οι βαλβίδες ταχείας έκπτυξης. Αυτές αποτελούν μια τεχνολογία ενδιάμεση μεταξύ της κλασικής αντικατάστασης και της εμφύτευσης μέσω καθετήρα. Οι πρώτες μελέτες από τη χρήση των βαλβίδων αυτών είναι πολύ ενθαρρυντικές. Οι βαλβίδες ταχείας έκπτυξης είναι αποκλειστικά βιολογικές και όχι μηχανικές.
Όλες οι παραπάνω τεχνικές αλληλοσυμπληρώνονται, αφού καθεμία έχει πλεονεκτήματα και μειονεκτήματα. Απαιτείται εξατομικευμένη προσέγγιση στις ανάγκες κάθε ασθενή, ώστε να επιλεγεί η καταλληλότερη μέθοδος.
Ακόμη, θα συζητηθεί η νέα τεχνική για την ανεπάρκεια της μιτροειδούς βαλβίδας, που αποτελεί τη συνηθέστερη βαλβιδοπάθεια. Εκτιμάται ότι περίπου το 8% του πληθυσμού ηλικίας άνω των 75 ετών πάσχει από τουλάχιστον μετρίου βαθμού ανεπάρκεια της μιτροειδούς. Αυτό έχει ως αποτέλεσμα μέρος του αίματος να παλινδρομεί προς τους πνεύμονες.
Η φαρμακευτική αγωγή βελτιώνει προσωρινά την κατάσταση, αλλά δεν επαρκεί αφού η αιτία είναι μηχανική. Η χειρουργική αντιμετώπιση ενδείκνυται στην περίπτωση που ο ασθενής πάσχει από στεφανιαία νόσο και πρέπει να υποβληθεί σε χειρουργική επέμβαση bypass. Διαφορετικά, το όφελος από την επέμβαση είναι αμφίβολο και ο κίνδυνος της επέμβασης σημαντικός.
Τα τελευταία χρόνια, έχουν αναπτυχθεί διάφορες, χειρουργικές προσεγγίσεις. Η μόνη τεχνική που βρίσκει ευρεία κλινική εφαρμογή είναι η λεγόμενη «Διαδερμική Επιδιόρθωση Ανεπάρκειας Μιτροειδούς Βαλβίδας με το σύστημα Mitra-Clip», με οφέλη σε ασθενείς υψηλού κινδύνου.
Η επέμβαση χαρακτηρίζεται από χαμηλή περι-εγχειρητική θνητότητα και νοσηρότητα, μικρή διάρκεια νοσηλείας, σημαντική μείωση του βαθμού της ανεπάρκειας, σημαντική λειτουργική βελτίωση και μείωση ανάγκης επανεισαγωγών, ενώ πιθανά συμβάλει στη βελτίωση της επιβίωσης των ασθενών.
Μεγάλες αλλαγές στο σύστημα υγείας μέσα στα επόμενα χρόνια αναμένεται να επιφέρουν οι ηλεκτρονικές υπηρεσίες υγείας και η χρήση ψηφιακών συσκευών. Ήδη ένας μεγάλος αριθμός καταναλωτών στην Αμερική διαθέτει ηλεκτρονικές συσκευές υγείας και αναμένεται ο αριθμός αυτός να διπλασιαστεί έως το 2020 (από 22% το 2015 τουλάχιστον στο 43% το 2020).
Μάλιστα, σύμφωνα με μελέτη της Accenture, το 57% των καταναλωτών στην Αμερική παρακολουθεί online τις προσωπικές τους ιατρικές πληροφορίες, όπως τα αποτελέσματα εξετάσεών του, ενώ το 37% έχει online το ιατρικό του ιστορικό και το 34% παρακολουθεί online τη σωματική του δραστηριότητα μέσω των συσκευών που διαθέτει.
Η ίδια μελέτη εκτιμά ότι το 2014 η εξοικονόμηση πόρων στην περίθαλψη λόγω χρήσης ψηφιακών συσκευών έφτασε στα 6 δισ. δολάρια, το 2015 στα 10 δισ. δολάρια, το 2016 στα 18 δισ. δολάρια, ενώ για το 2017 θα αγγίξει τα 30 δισ. δολάρια και το 2018 έως τα 50 δισ. δολάρια.
Βέβαια, το βασικό πρόβλημα είναι ότι πολλές χώρες εμφανίζονται ανέτοιμες τόσο στην αξιολόγηση των νέων, τεχνολογιών υγείας, όσο κυρίως στην αποζημίωσή τους. Μεταξύ αυτών δειλά είναι τα βήματα και στη χώρα μας…
Υπεύθυνη Σύνταξης στο Virus.com.gr - Αρχισυντάκτρια του περιοδικού Pharma & Health Business
Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *
Δ