Το πρώτο αντικαταθλιπτικό φάρμακο με νέο μηχανισμό δράσης εδώ και 30 χρόνια είναι γεγονός. Πρόκειται για το Spravato (εσκεταμίνη) που έχει αναπτύξει η φαρμακοβιομηχανία Janssen, το οποίο διατίθεται στη μορφή ρινικού σπρέι.
Το φάρμακο έλαβε έγκριση από την Ε.Ε. για τη θεραπεία ενηλίκων με ανθεκτική στη θεραπεία Μείζονα Καταθλιπτική Διαταραχή. Οι ασθενείς θεωρείται ότι πάσχουν από αυτή τη μορφή της νόσου, εάν δεν έχουν ανταποκριθεί σε τουλάχιστον 2 διαφορετικές θεραπείες με αντικαταθλιπτικά φάρμακα.
Η έγκριση αφορά τη χρήση της εσκεταμίνης σε συνδυασμό με κάποιο άλλο αντικαταθλιπτικό, όπως έναν εκλεκτικό αναστολέα της επαναπρόσληψης της σεροτονίνης (SSRI) ή αναστολέα της επαναπρόσληψης της σεροτονίνης και της νορεπινεφρίνης (SNRI).
Η Μείζων Καταθλιπτική Διαταραχή προσβάλλει περίπου 40 εκατ. ανθρώπους στην Ευρώπη και αποτελεί την κύρια αιτία αναπηρίας παγκοσμίως. Ο κύριος στόχος της θεραπείας σε αυτούς τους ασθενείς είναι η ανακούφιση των συμπτωμάτων της κατάθλιψης και τελικά η επίτευξη ύφεσης, με λίγα, ή καθόλου, συμπτώματα κατάθλιψης. Παρόλα αυτά, περίπου το ένα τρίτο των ασθενών δεν ανταποκρίνονται στις τρέχουσες διαθέσιμες θεραπείες.
Η έγκριση της εσκεταμίνης βασίζεται στα δεδομένα ενός προγράμματος κλινικών μελετών σε περισσότερους από 1.600 ασθενείς. Περίπου 70% των ασθενών που έλαβαν εσκεταμίνη ανταποκρίθηκαν στη θεραπεία, με μείωση των συμπτωμάτων πάνω από 50%. Επιπλέον, περίπου οι μισοί ασθενείς που έλαβαν θεραπεία πέτυχαν ύφεση στο τέλος των μελετών διάρκειας 4 εβδομάδων.
Οι ανεπιθύμητες ενέργειες, που παρατηρήθηκαν πιο συχνά σε ασθενείς, που έλαβαν θεραπεία με εσκεταμίνη ήταν ζάλη, ναυτία, διάσχιση, κεφαλαλγία, υπνηλία, ίλιγγος, δυσγευσία, υπαισθησία και έμετος. Αυτές οι ανεπιθύμητες ενέργειες ήταν γενικά ήπιας έως μέτριας βαρύτητας, παροδικές (τυπικά υποχωρούσαν εντός 2 ωρών) και εκδηλώνονταν την ημέρα της χορήγησης.
Η εσκεταμίνη είναι ένας ανταγωνιστής του γλουταμινεργικού υποδοχέα του N-μεθυλο-D-ασπαρτικού οξέος (NMDA) και έχει διαπιστωθεί ότι λειτουργεί διαφορετικά από τις άλλες διαθέσιμες θεραπείες. Θεωρείται ότι βοηθά στην επαναφορά των συναπτικών συνδέσεων μεταξύ των εγκεφαλικών κυττάρων, επιτρέποντας περισσότερη δραστηριότητα και επικοινωνία ανάμεσα σε συγκεκριμένες περιοχές του εγκεφάλου. Με βάση τα αποτελέσματα από τις κλινικές μελέτες, αυτή η αύξηση στη δραστηριότητα και την επικοινωνία πιστεύεται ότι συμβάλλει στη βελτίωση των συμπτωμάτων της κατάθλιψης.
Δευθυντής Σύνταξης, virus.com.gr & Pharma Health Business magazine
Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *
Δ