Ανησυχητικά στοιχεία για την καρδιαγγειακή υγεία των πολιτών της χώρας κατέδειξε το ετήσιο πρόγραμμα του Ελληνικού Ιδρύματος Καρδιολογίας (ΕΛΙΚΑΡ).
Όλο και περισσότεροι είναι εκείνοι που, εν μέσω της κρίσης, σταματούν την υπολιπιδαιμική τους αγωγή ή/και αδυνατούν να ακολουθήσουν ένα πιο υγιεινό τρόπο διατροφής, λόγω του κόστους.
Συγκεκριμένα, όπως ανέφερε ο Διευθυντής της Α’ Καρδιολογικής Κλινικής του νοσοκομείου “Ερρίκος Ντυνάν” Hospital Center, Γ. Ανδρικόπουλος από τα δεδομένα του 2015 φαίνεται ότι 17% των συμμετεχόντων εγκατέλειψε τη φαρμακευτική υπολιπιδαιμική αγωγή λόγω υψηλού κόστους συμμετοχής στη φαρμακευτική δαπάνη. Είναι χαρακτηριστικό ότι το ποσοστό αυτών των ασθενών που, εν μέσω της δυσμενούς οικονομικής συγκυρίας, εγκαταλείπει τη φαρμακευτική του αγωγή αυξάνει συνέχεια. Μάλιστα ήταν μόλις 12.9% πέρυσι και στο 7% πριν από 3 χρόνια. Επιπλέον, οι μισοί περίπου ασθενείς χαρακτηρίζουν μεγάλο ή δυσβάσταχτο το οικονομικό κόστος της φαρμακευτικής δαπάνης.
Τα στοιχεία αυτά προέκυψαν από το πρόγραμμα «Εκτίμηση Καρδιαγγειακού Κινδύνου – Μήνας Ελέγχου Χοληστερόλης» που υλοποιείται με για 10 συνεχή έτη από το ΕΛΙΚΑΡ κι έχει μέχρι στιγμής συμπεριλάβει δεδομένα από 60.000 άτομα.
Η υπερχοληστερολαιμία παραμένει άλυτο πρόβλημα στον Ελληνικό πληθυσμό και το πρόβλημα της μειωμένης συμμόρφωσης στη δέουσα μακροχρόνια φαρμακευτική αγωγή έχει επιταθεί από το υψηλό κόστος της θεραπείας. Είναι ίσως ο πιο σημαντικός και υποτιμημένος λόγος για τον οποίο η οικονομική κρίση και η υποχρηματοδότηση της υγείας θα οδηγήσουν σε μερικά χρόνια σε αύξηση της καρδιαγγειακής θνησιμότητας στη χώρα μας.
Θα πρέπει να αποδίδονται οι πόροι στις δομές της χώρας που αντιμετωπίζουν τα καρδιαγγειακά νοσήματα αποτελεσματικά, καθώς συμβάλουν στην εξοικονόμηση από τις επιπτώσεις του κατά τον κ. Ανδρικόπουλο. Από την πλευρά του ο Καθηγητής Ιατρικής Σχολής Παν/μίου Αθηνών Δημήτριος Τούσουλης, τόνισε την ανάγκη στήριξης των κέντρων αναφοράς, που συγκεντρώνουν την πλειονότητα των περιστατικών και από τη περιφέρεια.
Γυναίκες
Κακά είναι τα μαντάτα ειδικότερα για το γυναικείο πληθυσμό. Όπως αναφέρθηκε σε συνέντευξη τύπου, με αφορμή το 19ο Συμπόσιο Αθηροσκλήρωσης και Συναφών Παραγόντων Κινδύνου, οι Έλληνες και ιδιαιτέρως οι Ελληνίδες έχουν όλα «τα κακά της μοίρας τους», τα οποία όμως και μπορούν να αντιμετωπιστούν. Δηλαδή, είναι συστηματικοί καπνιστές, όλο και πιο υπέρβαροι, με τη χοληστερίνη να αυξάνεται συνεχώς.
Μάλιστα, το 90% των γυναικών με έμφραγμα ήταν καπνίστριες! Όπως ανέφερε ο Δημήτριος Τούσουλης, Καθηγητής Καρδιολογίας Ιατρικής Σχολής Παν/μίου Αθηνών, αυξάνεται σημαντικά και η θνητότητα από έμφραγμα μεταξύ των γυναικών (παχύσαρκων, καπνιστριών, διαβητικών, άνω των 50 ετών). Τονίζουν, δε, πως όταν η «προστασία» του καρδιαγγειακού από την έμμηνο ρύση σταματήσει τότε η επίπτωση από τις κακές συνήθειες εισβάλλει στον οργανισμό συσσωρευμένη.
Αντίστοιχα, αυξάνονται και τα αγγειακά εγκεφαλικά επεισόδια, με τη θνητότητα να ανέρχεται στο 14%.
Διεθνές σκάνδαλο χαρακτήρισε τη μη εφαρμογή του αντικαπνιστικού νόμου, ο Πέτρος Νιχογιαννόπουλος, Καθηγητής Καρδιολογίας Α’Παν/κης Καρδιολογικής Κλινικής Ιπποκράτειου Γ.Ν.Α. & Professor of Cardiology Imperial College London, Hammersmith Hospital.
Κολπική Μαρμαρυγή
Αντίθετα, όλο και περισσότεροι ασθενείς με κολπική μαρμαρυγή λαμβάνουν την ενδεικνυόμενη αντιπηκτική αγωγή που προφυλάσσει από αγγειακά εγκεφαλικά επεισόδια, γεγονός ιδιαίτερα σημαντικό για τη χώρα μας που έχει μεγάλο αριθμό αγγειακών εγκεφαλικών επεισοδίων, αλλά και μεγάλο αριθμό ασθενών με κολπική μαρμαρυγή, κυρίως λόγω γήρανσης του πληθυσμού.
Η πολύ δαπανηρή αυτή αρρυθμία, που προσβάλλει 1 στους 10 ηλικιωμένους και περισσότερο από 2% του πληθυσμού, δηλαδή περί των 300 χιλιάδων Ελλήνων, όμως αντιμετωπίζεται και χειρουργικά.
Ο λόγος για την κατάλυση (ablation), η οποία, όπως δείχνουν 5ετή στοιχεία μελέτης από τη Δανία, υπερέχει θεραπευτικά από τη φαρμακευτική αγωγή, στην αντιμετώπιση της κολπικής μαρμαρυγής. Θα πρέπει, όμως, ο ασθενής, όπως τόνισε ο κ. Ανδρικόπουλος, να υποβληθεί εγκαίρως στη διαδικασία, πριν η καρδιά του αλλοιωθεί από την πάθηση.
Μάλιστα, η μέθοδος αυτή φέρεται να μειώνει σημαντικά το κόστος αντιμετώπισης της κολπικής μαρμαρυγής, το οποίο υπολογίζεται στις 715 χιλιάδες ευρώ μόνο από τις εισαγωγές στα νοσοκομεία για την αντιμετώπιση των αρρυθμιών!
«Η μείωση του βάρους κατά 10 κιλά μειώνεται ο κίνδυνος νέου επεισοδίου κολπικής μαρμαρυγής, σε ποσοστό αντίστοιχο με εκείνο της λήψης φαρμάκων», δήλωσε ο κ. Νιχογιαννόπουλος.
Θόρυβος και Μόλυνση βλάπτουν το καρδιαγγειακό
Το τελευταίο διάστημα γίνεται ολοένα και περισσότερο εκτεταμένη αναφορά για το σημαντικό ρόλο του περιβάλλοντος στις καρδιαγγειακές παθήσεις πέρνα από τις γνωστές επιπτώσεις στο αναπνευστικό, όπως τόνισε ο Καθηγητής κ. Τούσουλης. Ήταν, άλλωστε, κεντρικό θέμα στο πρόσφατο Ευρωπαϊκό Συνέδριο Καρδιολογίας. Φαίνεται λοιπόν πως οι ρύποι (από αυτοκίνητα, βιομηχανίες κτλ.) επηρεάζουν σημαντικά την καρδιαγγειακή υγεία και επιδεινώνουν τη λειτουργικότητα των αγγείων, όσο και τους παράγοντες πήξης. Μάλιστα σε άτομα που εκτέθηκαν σε ρύπους από μηχανές Diesel σημειώθηκαν σημαντικές επιδράσεις στο αγγειακό ενδοθήλιο. Αλλά και ο θόρυβος επηρεάζει την καρδιαγγειακή υγεία. Άτομα που εκτίθενται σε σημαντικό θόρυβο (περιοχές αεροδρομίων, λεωφόροι μεγάλης κυκλοφορίας) έχουν σημαντική αύξηση στην επίπτωση καρδιαγγειακών συμβαμάτων συγκριτικά με όσους ζούνε στην εξοχή.
Συνεπώς το περιβάλλον παίζει καθοριστικό ρόλο στην καρδιαγγειακή υγεία με επιπτώσεις που δυστυχώς προς το παρόν δεν έχουν επαρκώς τεκμηριωθεί. Μελέτες της Α’ Πανεπιστημιακής Καρδιολογικής Κλινικής του Εθνικού και Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών, έδειξαν ότι η μέτριας έντασης αερόβια άσκηση έναντι της άσκησης αντίστασης και της διαλείπουσας αναερόβιας άσκησης προσφέρει πλεονεκτήματα όσον αφορά την ενδοθηλιακή λειτουργία και αγγειακή σκληρία, τόσο των κεντρικών όσο και των περιφερικών αρτηριών. Συνίσταται λοιπόν σε άτομα με καρδιαγγειακούς παράγοντες κινδύνου, αερόβια άσκηση σε φυσικό περιβάλλον που φαίνεται ότι βελτιώνει σημαντικά τις λειτουργικές ιδιότητες των αρτηριών και την καρδιαγγειακή υγεία.
Νέες κατευθυντήριες οδηγίες
Στις νεώτερες κατευθυντήριες οδηγίες της Ευρωπαικής Καρδιολογικής Εταιρείας, καθώς και στη σημασία των κατευθυντήριων οδηγιών στην καθημερινή κλινική πρακτική, αναφέρθηκε ο κ. Νιχογιαννόπουλος. Η τήρηση των Ευρωπαίων Καρδιολόγων ως προς τις Κατευθυντήριες Οδηγίες της Ευρωπαϊκής Καρδιολογικής εταιρείας αυξάνεται κάθε χρόνο.
Νέες θεραπείες
Στα ιδιαίτερα ενθαρρυντικά μηνύματα από τις μελέτες OSLER καιODYSSEY για τα αντίσωματα που μπλοκάρουν το PCSK9, μια πρωτεΐνη που συμμετέχει στη μη αποδόμηση των υποδοχέων της LDL στον οργανισμό, και με τη χορήγηση μονοκλονικών αντισωμάτων μειώνουμε κατά 50-60% περαιτέρω την LDL, πέρα από τη μείωση που έχουμε ήδη πετύχει με τις στατίνες, αναφέρθηκε ο Διευθυντής της Β’ Καρδιολογικής Κλινικής της Ευρωκλινικής Αθηνών Δημήτρης Ρίχτερ.
Τα αντίσωματα αυτά (alirocumab και evolocumab), που χορηγούνται με ένεση κάθε 2-4 εβδομάδες, αναμένεται να αποτελέσουν το μελλοντικό σύμμαχο των ήδη χρησιμοποιούμενων φαρμάκων στην αντιμετώπιση της υπερλιπιδαιμίας και των επιπλοκών της. Τα φάρμακα αυτά αναμένονται εντός του 2016 και στην Ελλάδα, αφού έχουν ήδη λάβει έγκριση κυκλοφορίας τόσο στην Ευρώπη όσο και στην Αμερική.
Ο κ. Ρίχτερ αναφέρθηκε και στην πρόσφατα ανακοινωθείσα μελέτη Sprint, η οποία συντάραξε τον επιστημονικό κόσμο σχετικά με την αντιμετώπιση της υπέρτασης και αναμένεται να οδηγήσει σε πλήρη αναθεώρηση, τόσο των Ευρωπαϊκών όσο και των Αμερικανικών κατευθυντηρίων οδηγιών. Μία μελέτη, η οποία την ημέρα που δημοσιεύεται προκαλεί τρία editorial και ένα case report στο NEJM, τέσσερα editorial στο Hypertension και ένα άρθρο του Topol στους New York Times που ζητάει άμεση δημοσίευση των δεδομένων της μελέτης σε όλη την ιατρική κοινότητα ως σημαντικά δεδομένα για τη δημόσια υγεία, δεν μπορεί παρά να αποτελεί μία σημαντική μελέτη.
Η μελέτη SPRINT αξιολόγησε την εντατική αντιϋπερτασική θεραπεία έναντι της συμβατικής ρύθμισης της αρτηριακής πίεσης σε 9.361 άτομα αυξημένου καρδιαγγειακού κινδύνου, αλλά χωρίς σακχαρώδη διαβήτη.
Οι συμμετέχοντες χωρίστηκαν σε δύο ομάδες: στην ομάδα της εντατικής αντιϋπερτασικής θεραπείας με στόχο < 120 mmHg και στην ομάδα της συμβατικής θεραπείας, όπου ο στόχος ήταν < 140 mmHg.
Πρωταρχικό τελικό σημείο ήταν η εμφάνιση οξέος στεφανιαίου συνδρόμου, αγγειακού εγκεφαλικού επεισοδίου, καρδιακής ανεπάρκειας και καρδιαγγειακού θανάτου. H μελέτη διεκόπη πρώιμα μετά από παρακολούθηση 3,2 ετών, διότι οι ασθενείς στο σκέλος της εντατικής θεραπείας (μέση ΑΠ = 121,4 mmHg) εμφάνιζαν κατά 25% λιγότερα καρδιαγγειακά επεισόδια και κατά 27% χαμηλότερη συνολική θνητότητα, έναντι της συμβατικής θεραπείας (μέση ΑΠ = 136,2 mmHg).
Υπεύθυνη Σύνταξης στο Virus.com.gr - Αρχισυντάκτρια του περιοδικού Pharma & Health Business
Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *
Δ