«Ούριος άνεμος» φαίνεται πως φυσά στο μέτωπο των εμβολίων για την COVID-19, καθώς οι κλινικές δοκιμές για το εμβόλιο του Πανεπιστήμιο και της AstraZeneca έδωσαν ενθαρρυντικά στοιχεία.
Συγκεκριμένα, το εμβόλιο κρίθηκε κατά μέσο όρο 70% αποτελεσματικό σε μια προκαταρκτική ανάλυση των δεδομένων της μελέτης φάσης III. Ωστόσο, οι ερευνητές εντόπισαν όμως διαφορά στην αποτελεσματικότητα, ανάλογα με την ποσότητα εμβολίου που χορηγήθηκε.
Ειδικότερα, παρατηρήθηκε ότι η χορήγηση δύο πλήρων δόσεων σε διάστημα ενός μήνα φαίνεται ότι ήταν 62% αποτελεσματική. Όμως, οι συμμετέχοντες που έλαβαν μια χαμηλότερη ποσότητα εμβολίου στην πρώτη δόση και στη συνέχεια την πλήρη ποσότητα στη δεύτερη δόση ήταν 90% λιγότερο πιθανό να αναπτύξουν COVID, σε σύγκριση με τους συμμετέχοντες στο σκέλος του εικονικού φαρμάκου.
Οι καθηγητές της Θεραπευτικής Κλινικής της Ιατρικής Σχολής του Εθνικού και Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών, Ευστάθιος Καστρίτης και Θάνος Δημόπουλος (Πρύτανης ΕΚΠΑ), συνοψίζουν τα αποτελέσματα των κλινικών δοκιμών για το εμβόλιο.
Σε σχέση με τα εμβόλια των Pfizer και BioNTech που βασίστηκε σε τεχνολογία mRNA ήταν 95% αποτελεσματικό, καθώς και του εμβολίου mRNA της Moderna, όμοιας αποτελεσματικότητας, οι επιστήμονες ισχυρίζονται ότι δεν μπορούν να συγκριθούν διαφορετικά εμβόλια. Περισσότερα δεδομένα αναμένονται από δοκιμές αποτελεσματικότητας.
Κατασκευάζεται από έναν «αδενοϊό», σαν αυτούς που προκαλούν το κοινό κρυολόγημα. Η ανάλυση βασίζεται σε 131 περιπτώσεις COVID-19 που διαγνώστηκαν μεταξύ περισσότερων από 11.000 συμμετεχόντων στις κλινικές δοκιμές που έγιναν στο Ηνωμένο Βασίλειο και τη Βραζιλία.
Το εμβόλιο, χορηγούμενο σε δύο δόσεις είχε αποτελεσματικότητα συνολικά 70%, όταν μετρήθηκε δύο εβδομάδες μετά τη λήψη της δεύτερης δόσης. Πρόκειται για τον μέσο όρο των ποσοστών αποτελεσματικότητας 62% και 90% από τα δύο διαφορετικά δοσολογικά σχήματα του εμβολίου.
Μπορεί να αποδίδεται στο γεγονός ότι η κλινική δοκιμή μπορεί να μην ήταν αρκετά μεγάλη (δεν είχε δηλαδή αρκετή στατιστική ισχύ) για να μπορεί να μετρήσει τη διαφορά μεταξύ των δύο δασολογικών σχημάτων και οι διαφορές αυτές θα εξαφανιστούν μόλις εντοπιστούν περισσότερες περιπτώσεις COVID-19.
Τα καλύτερα αποτελέσματα του σχήματος «μισή πρώτη δόση – πλήρης δεύτερη δόση» βασίστηκαν σε δεδομένα από 2.741 συμμετέχοντες στη δοκιμή. Επίσης, το λιγότερο αποτελεσματικό σκέλος «πλήρης πρώτη δόση – πλήρης δεύτερη δόσης» περιελάβανε 8.895 εθελοντές. Ωστόσο, δεν έχει διευκρινιστεί σε ποιες ομάδες ανιχνευθήκαν τα κρούσματα της COVID-19.
Έτσι, ορισμένοι επιδημιολόγοι εκτιμούν ότι με βάση τα δεδομένα, θα μπορούσε τελικά και στην ομάδα με το σχήμα «μισής δόση- πλήρης δόση» το εμβόλιο θα μπορούσε τελικά να έχει επίσης αποτελεσματικότητα κοντά στο 66%.
Κατά την πρώτη, ενδεχομένως οι χαμηλότερες δόσεις του εμβολίου να είναι πιο αποτελεσματικές στη διέγερση του υποσυνόλου των Τ-λεμφοκυττάρων, τα οποία υποστηρίζουν την παραγωγή αντισωμάτων.
Μια άλλη πιθανή εξήγηση είναι η απάντηση του ανοσοποιητικού συστήματος έναντι του ιού (του αδενοϊού του χιμπατζή). Το εμβόλιο προκαλεί ανοσολογική απόκριση όχι μόνο απέναντι στην πρωτεΐνη-ακίδα SARS-CoV-2, αλλά και σε συστατικά του ιϊκού φορέα. Είναι πιθανό η πλήρης πρώτη δόση να αμβλύνει αυτήν την αντίδραση. Αυτά τα στοιχεία είναι σε σχετική συμφωνία με παλιότερα αποτελέσματα με εμβόλια αδενοϊού σε ποντίκια.
Συγκεκριμένα, οι ερευνητές εκτιμούν ότι μια χαμηλότερη πρώτη δόση οδηγεί ταχύτερα στη δημιουργία ανοσοκυττάρων «μνήμης» που ενεργοποιούνται από την ενίσχυση της δεύτερης δόσης. Επίσης, θεωρούν ότι μεγαλύτερο διάστημα μεταξύ των δύο δόσεων θα μπορούσε επίσης να επιτύχει το ίδιο αποτέλεσμα.
Αξίζει να σημειωθεί ότι κανένας συμμετέχων που έλαβε το εμβόλιο δεν νοσηλεύτηκε ή ανέπτυξε σοβαρή COVID.
Υπήρξαν επίσης ενδείξεις ότι το εμβόλιο μπορεί να εμποδίσει τους ανθρώπους να μεταδώσουν τον ιό, ακόμη και εάν ήταν ασυμπτωματικοί.
Επίσης, το εν λόγω εμβόλιο αυτό είναι σταθερό σε θερμοκρασίες ψυγείου και μπορεί να είναι διαθέσιμο νωρίτερα, σε σχέση με άλλα εμβόλια και σε μεγάλες ποσότητες.
Το virus.com.gr σας φέρνει καθημερινά τις πιο έγκυρες ειδησεις από τον χώρο της πολιτικής υγείας και φαρμάκου
Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *
Δ