Τις θετικές συνέπειες στην παραγωγική ένταξη πρώην χρηστών με την ένταξη σε θεραπεία απεξάρτησης αναδεικνύει νέα έρευνα. Τα αποτελέσματα παρουσίασε το ΚΕΘΕΑ, το οποίο μόνο το 2021 προσέφερε 13.370 θέσεις υποστήριξης και θεραπείας για όλες τις μορφές εξάρτησης με τις οποίες ασχολείται: ναρκωτικά, αλκοόλ, τυχερά παιχνίδια, διαδίκτυο/gaming.
Τα πρώτα αποτελέσματα καταδεικνύουν ότι η θεραπεία απεξάρτησης αποτελεί αναντικατάστατο μηχανισμό ένταξης στην κοινωνία. Η έρευνα που υλοποιήθηκε σε συνεργασία με το Christian University του Tέξας, καλύπτει θέματα: Χρήση ναρκωτικών και αλκοόλ, έκθεση στο ποινικό σύστημα, ένταξη στην αγορά εργασίας, σωματική και ψυχική υγεία και οικογενειακές και κοινωνικές σχέσεις. Τα ίδια τα άτομα που έχουν την εμπειρία συμμετοχής σε πρόγραμμα του ΚΕΘΕΑ, ανεξάρτητα από το αν το ολοκλήρωσαν, αναγνωρίζουν την αποτελεσματικότητα της προσφερόμενης θεραπείας και τη συστήνουν σε ποσοστό 92%.
Οι συμμετέχοντες ήταν 347 άτομα, επιλεγμένα με τυχαία, αναλογική, στρωματοποιημένη δειγματοληψία από τους 1.204 άνδρες και γυναίκες που είχαν ενταχθεί σε 8 προγράμματα του ΚΕΘΕΑ τη διετία 2016-2018. Κατά την επανεξέτασή τους στη διάρκεια του 2021, δηλαδή 3 έως 5 χρόνια μετά, το 55,3% είχε διακόψει τη χρήση κάθε ελεγχόμενης ουσίας σε όλο το διάστημα αναφοράς, ανεξάρτητα από τον χρόνο παραμονής του στη θεραπεία. Το ποσοστό αυτό ανέρχεται σε 77% για όσους/ες είχαν συμπληρώσει την προτεινόμενη διάρκεια θεραπείας των 9 τουλάχιστον μηνών.
Διέξοδο διανοίγει η θεραπεία απεξάρτησης από τον εφιάλτη χρήσης και της παραβατικότητας, επιφέροντας σαφή μείωση της έκθεσης στο ποινικό σύστημα και αποτελεί ισχυρό μέσο ειδικής πρόληψης. Η έρευνα έδειξε ότι 77,4% των ατόμων είχε ποινικές εκκρεμότητες πριν από τη θεραπεία, το ποσοστό μειώθηκε σε 7,2% μετά από αυτήν. Επιπλέον, διαπιστώθηκε ότι το ποσοστό πλήρους απασχόλησης αυξάνεται κατά 72,4%.
Θετικές συνέπειες διαφαίνονται σε επίπεδο σωματικής και ψυχικής υγείας καθώς κοινωνικής και οικογενειακής λειτουργικότητας. Χαρακτηριστικά, οι συμμετέχοντες δηλώνουν πριν και μετά τη θεραπεία αναγνώριση της κατάθλιψης (από 22,7% σε 19,6%), και αισθητή στο βίωμα άγχους (από [5] 46,7% σε 27,4%), στην ικανότητα συγκέντρωσης, μνήμης και κατανόησης (από το 31,6% στο 12,1%). Σημαντική μείωση παρουσιάζει και ο αυτοκτονικός ιδεασμός από το 12,2% στο 2,3%. Οι αναφορές για θεραπεία σε νοσοκομείο ή/και ιδιώτη ψυχίατρο για ψυχολογικά προβλήματα μειώνεται από το 36,7% πριν από τη θεραπεία σε 23,6% μετά τη θεραπεία. Αναλόγως, η νοσηλεία για προβλήματα σωματικής υγείας από το 47,2% μειώνεται στο 21,6%.
Όλες οι μετρήσεις επιβεβαιώνουν την κρισιμότητα του χρόνου παραμονής στη θεραπεία: μακρύτερη θεραπεία οδηγεί σε καλύτερο θεραπευτικό αποτέλεσμα. Η έρευνα δείχνει ότι η μακροχρόνια, ολιστική θεραπεία αποτελεί αναγκαιότητα και ότι τυχόν μείωση της διαθεσιμότητας και της ποιότητας των υπηρεσιών θέτει σε κίνδυνο το θεραπευτικό αποτέλεσμα.
Άξιο λόγου είναι ότι χρόνος παραμονής στη θεραπεία επιβεβαιώνεται ως κρίσιμος και σημαντικός παράγοντας για την έκβαση του θεραπευτικού αποτελέσματος και συνήθως κυμαινόταν από 6 έως 12 μήνες, ανάλογα με τη δομή του προγράμματος θεραπείας. Το μεγαλύτερο ποσοστό, το 40,1% παραμένει από 271 ημέρες και άνω, ενώ το 56,2% είχε προηγούμενη θεραπευτική εμπειρία, πάλι στο ΚΕΘΕΑ.
Σημειώνεται ότι η έρευνα συνεχίζεται ώστε το επόμενο διάστημα θα εμβαθύνει στους λόγους που οδηγούν στην επιτυχία ή την αποτυχία της θεραπείας, μέσω ποσοτικών και ποιοτικών μεθόδων.
Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *
Δ