Νέα δεδομένα, που ενισχύουν τη θεραπευτική προσπάθεια κατά των κακοηθειών, παρουσιάστηκαν στο ESMO 2017. Στο σημαντικότερο ευρωπαϊκό συνέδριο της Ογκολογίας, στο επίκεντρο βρέθηκε ξανά η Ανοσογκολογία, αλλά συζητήθηκε και η σημασία της πρόληψης καθώς και οι δυσκολίες στην πρόσβαση για τους ασθενείς. Το PhB βρέθηκε στη Μαδρίτη.
Το «οπλοστάσιο» των επιστημόνων στη μάχη κατά του καρκίνου βρέθηκε στο επίκεντρο του Πανευρωπαϊκού Ογκολογικού Συνεδρίου (ESMO), που φέτος διεξήχθη στη Μαδρίτη. Οι συμμετέχοντες ξεπέρασαν τις 24 χιλιάδες, προερχόμενοι από 131 χώρες, μεταξύ αυτών και η Ελλάδα. Οι περιλήψεις ερευνών που υποβλήθηκαν έφθασαν σε αριθμό-ρεκόρ, με 1.736 εξ αυτών να επιλέγονται για παρουσίαση, ενώ οι περιλήψεις 55 μελετών χαρακτηρίστηκαν πρωτοποριακές, καθώς αρκετές φαίνεται να αλλάζουν τα δεδομένα στην καθ’ ημέρα κλινική πράξη.
Πέραν όμως των νέων φαρμάκων και των διαφορετικών θεραπευτικών προσεγγίσεων, οι ερευνητές ανέδειξαν και τη σημασία της πρόληψης. Το 40% των καρκίνων μπορούν να προληφθούν, ανέφερε ο πρόεδρος της ESMO, καθηγητής Josep Tabernero. «Η Ογκολογία δεν είναι μόνο τα φάρμακα. Θα πρέπει να αναδείξουμε τη σημασία των αλλαγών στον τρόπο ζωής, που θα οδηγήσουν στη μείωση της επίπτωσης του καρκίνου, δηλαδή διακοπή του καπνίσματος, μείωση της κατανάλωσης αλκοόλ, ισορροπημένη διατροφή με χαμηλή πρόσληψη κόκκινου κρέατος, άσκηση και αποφυγή έκθεσης σε καρκινογόνες ουσίες» διευκρίνισε.
Στο συνέδριο, παρουσιάστηκε και ο Οδηγός Επιβίωσης από τον Καρκίνο, στην ομάδα συγγραφής του οποίου συμμετείχαν και Έλληνες ογκολόγοι και εκπρόσωποι ασθενών. Ο Οδηγός δημιουργήθηκε για να προσφέρει στους ασθενείς με καρκίνο ένα χρήσιμο εργαλείο, μια σύνοψη της διάγνωσης και της θεραπείας, ενώ επιδιώκει να φέρει σε επαφή τους καρκινοπαθείς με γιατρούς άλλων ειδικοτήτων.
Οι αποκλίσεις ανάμεσα στις αποφάσεις αδειοδότησης και αποζημίωσης εμποδίζουν την πρόσβαση
Στο πεδίο των πολιτικών, βέβαια, η συζήτηση κινήθηκε γύρω από τη βιωσιμότητα και την οικονομική αποδοτικότητα των αντικαρκινικών θεραπειών.
Παράλληλα, παρουσιάστηκαν τα βιο-ομοειδή, μια σχετικά νέα θεραπευτική προσέγγιση στην Ογκολογία, η οποία θα μπορούσε ενδεχομένως να διευκολύνει την πρόσβαση των ασθενών στις θεραπείες, ελαφρύνοντας σε κάποιον βαθμό τις πιέσεις στα συστήματα υγείας.
Προβληματισμό, ωστόσο, προκάλεσαν τα αποτελέσματα έρευνας, που παρουσιάστηκαν στο ESMO 2017, για την πρόσβαση στις νέες θεραπείες και τον αντίκτυπο που έχουν σε αυτήν οι αποκλίσεις ανάμεσα στις αποφάσεις αδειοδότησης και αποζημίωσης.
Η μελέτη διεξήχθη σε 11 ευρωπαϊκές χώρες και στον Καναδά και συμπεριέλαβε ογκολογικές θεραπείες που εγκρίθηκαν από τις ευρωπαϊκές και καναδικές αρχές μεταξύ του 2006 και του 2016, για 6 τύπους όγκων.
Όπως διαπιστώθηκε, το 34% των αξιολογήσεων οδήγησαν σε πλήρη ή μερική απαγόρευση στην πρόσβαση στα φάρμακα για περισσότερους από 200 χιλιάδες ασθενείς. Οι διαφορές μεταξύ των χωρών επί του αριθμού των φαρμάκων με περιορισμένη πρόσβαση ήταν ανεξάρτητες από το Ακαθάριστο Εγχώριο Προϊόν.
Οι ερευνητές ανέφεραν ότι οι αποφάσεις αδειοδότησης και αποζημίωσης φαίνεται να είναι κατακερματισμένες, οδηγώντας σε διάφορους περιορισμούς που εμποδίζουν τη χρήση αποτελεσματικών φαρμάκων από κατάλληλους κλινικά ασθενείς, με συνέπεια τη σημαντική απώλεια χρόνων ζωής.
«Υπάρχουν, εν δυνάμει, 200 χιλιάδες ασθενείς σε 12 χώρες που, βάσει άδειας, θα έπρεπε να έχουν πρόσβαση στα φάρμακα, αλλά δεν τα λαμβάνουν, λόγω των αποφάσεων αποζημίωσης» δήλωσε η κύρια ερευνήτρια και κορυφαίο στέλεχος της βρετανικής PRMA Consulting Ltd, Fleet.
«Τα αποτελέσματα ήταν ανεξάρτητα από το ΑΕΠ, οπότε δεν συνδέονταν απλά με την οικονομική κατάσταση της χώρας. Σε ορισμένα κράτη, οι λόγοι είναι σαφείς. Για παράδειγμα, ο Καναδάς αποζημιώνει μόνο τον πληθυσμό της έρευνας και η Βρετανία διεξάγει αξιολόγηση κόστους-απόδοσης. Πολλές χώρες όμως δεν δημοσιεύουν την αιτιολογία» πρόσθεσε.
Ανοσοογκολογία
Ελπιδοφόρα χαρακτήρισε τα δεδομένα που προκύπτουν από την επεκτεινόμενη χορήγηση ανοσοθεραπειών σε περισσότερους ασθενείς ο διευθυντής της Β’ Παθολογικής Κλινικής στο Αντικαρκινικό-Ογκολογικό Νοσοκομείο Αθηνών «Ο Άγιος Σάββας», Γεώργιος Κουμάκης, μιλώντας σε ομάδα δημοσιογράφων στο περιθώριο του ESMO 2017.
«Ξεκινήσαμε με την ανοσοθεραπεία σε δεύτερη και τρίτη γραμμή, και τώρα πέρασε και στην πρώτη γραμμή θεραπείας, σε πολλούς καρκίνους, και δη στον καρκίνο του πνεύμονα, και συνεχίζουμε με συνδυασμούς της ανοσοθεραπείας και με τη χημειοθεραπεία» ανέφερε ο κύριος Κουμάκης. Διευκρίνισε, μάλιστα, πως η πρόοδος της ανοσοθεραπείας δεν σηματοδότησε και το τέλος της χημειοθεραπείας ή άλλων θεραπευτικών προσεγγίσεων.
«Η χημειοθεραπεία –όπως φαίνεται– δεν φεύγει ακόμη [από τη θεραπευτική φαρέτρα], καθώς υπάρχουν μελέτες που δείχνουν ότι πολλές φορές ενισχύει το ρόλο της ανοσοθεραπείας» σημείωσε.
Όπως εξήγησε ο κύριος Κουμάκης, στην περίπτωση του μη μικροκυτταρικού καρκίνου του πνεύμονα, φαίνεται πως οι συνδυασμοί «αυξάνουν τη δράση της χημειοθεραπείας σε πληθυσμό στον οποίο η έκφραση του PDL1 είναι χαμηλή, και η ανοσοθεραπεία χορηγούμενη μόνη της δεν δείχνει να έχει αποτέλεσμα».
«Παίρνοντας χημειοθεραπεία ή/και ακτινοθεραπεία ακόμη, σε κάποια στιγμή, βλέπουμε ότι αυξάνεται η δράση της ανοσοθεραπείας, παρά το ότι [οι ασθενείς αυτοί] δεν παρουσιάζουν έκφραση του PDL1 στον όγκο» πρόσθεσε.
Μάλιστα, ένα αρκετά μεγάλο ποσοστό ασθενών φαίνεται να επωφελείται από τον συνδυασμό χημειοθεραπείας και ανοσοθεραπείας, σε σύγκριση με τη λήψη μόνο ανοσοθεραπείας.
«Στην Ογκολογία και τον καρκίνο του πνεύμονα, όταν μιλάμε για μήνες, θεωρούμε ότι είναι μεγάλος ο χρόνος» τόνισε.
Ο κύριος Κουμάκης αναφέρθηκε περαιτέρω στις προσπάθειες για συνδυασμό ανοσοθεραπειών, οι οποίες ξεκίνησαν με το μελάνωμα. Στην εν λόγω περίπτωση, συνδυάστηκαν δύο μορφές ανοσοθεραπείας με διαφορετική δράση, με πολύ καλύτερα αποτελέσματα. «Όμως, το 56% των αρρώστων σταμάτησε, λόγω παρενεργειών», ανέφερε, προσθέτοντας πως τώρα γίνεται προσπάθεια να συνδυαστούν ανοσοθεραπείες στον καρκίνο του πνεύμονα, «όπου και σε αυτήν την περίπτωση αναμένεται η τοξικότητα να είναι μεγαλύτερη».
Σε ό,τι αφορά την κλινική πράξη, ο κύριος Κουμάκης ξεκαθάρισε πως με την είσοδο των νέων θεραπειών δεν υπάρχει, πλέον, τίποτα γενικευμένο. «Τα τελευταία χρόνια, ο κάθε άρρωστος είναι διαφορετικός. Ο καρκίνος του πνεύμονα δεν είναι μία νόσος» σημείωσε.
Αλλά, σε κάθε περίπτωση, κατά τον κύριο Κουμάκη, η ανοσοθεραπεία δεν είναι πανάκεια. «Δεν βρήκαμε το φάρμακο που θεραπεύει τον καρκίνο. Απλώς, έχει καλά αποτελέσματα, έχει φέρει ελπίδα και, σε συνδυασμούς τώρα, θα φέρνει ακόμη καλύτερα αποτελέσματα». Όπως εξήγησε, «βλέπουμε ότι άλλοι άρρωστοι ανταποκρίνονται πολύ καλά στην ανοσοθεραπεία και άλλοι όχι τόσο καλά. Πρέπει να διερευνηθεί το βιολογικό υπόβαθρο του όγκου, που καθιστά την απάντηση του κάθε ασθενούς στη θεραπεία μοναδική. Γιατί ο ένας ασθενής ανταποκρίνεται έτσι, και ο άλλος αλλιώς».
Επιπλέον, ο Γ. Κουμάκης τόνισε πως και οι ανοσοθεραπείες έχουν παρενέργειες, για αυτό και ο ρόλος του σωστά ενημερωμένου θεράποντος γιατρού είναι σημαντικός.
Είναι απαραίτητο οι ασθενείς να «βρεθούν στο κατάλληλο κέντρο και στον κατάλληλο γιατρό. Να γίνει σωστή προσέγγιση, σωστή διάγνωση, σωστή θεραπεία, σωστή παρακολούθηση. Εάν οι άρρωστοι απευθυνθούν σε κέντρα με κατάλληλη εμπειρία, γίνει σωστή διάγνωση και δοθεί η σωστή θεραπεία, τότε όλοι όσοι μπορούν θα πάνε καλά» σημείωσε.
Κατ’ επέκταση, ο σωστά ενημερωμένος γιατρός θα ξέρει το φάρμακο και πώς να αντιμετωπίσει τις παρενέργειες, «πώς θα κόψει το φάρμακο, πότε θα τροποποιήσει τη δόση, και από την πλευρά του ο άρρωστος θα πρέπει να ακολουθεί πιστά τις εντολές του γιατρού, να ξέρει τι θα κάνει και ποιες θα είναι οι παρενέργειες, ώστε να έρχεται άμεσα σε επαφή με τον γιατρό». «Υπάρχουν κι άλλες θεραπείες πλην της ανοσοθεραπέιας, οι εξατομικευμένες, που είναι επίσης πολύ καλές θεραπείες» προσέθεσε, πάντως, ο κύριος Κουμάκης, ξεκαθαρίζοντας, βέβαια, πως ειδικά στην αντιμετώπιση του καρκίνου του πνεύμονα, ενώ για 20-25 χρόνια οι γιατροί ήταν εγκλωβισμένοι στη χημειοθεραπεία, αυτή τη στιγμή έχει γίνει μια επανάσταση».
Ειδικότερα, ο κύριος Κουμάκης αναφέρθηκε στον ρόλο της ανοσοθεραπείας στην αντιμετώπιση του μη μικροκυτταρικού καρκίνου του πνεύμονα, και ιδιαιτέρως του μεταστατικού.
Ο μη μικροκυτταρικός καρκίνος συνιστά «το μεγαλύτερο ποσοστό καρκίνων του πνεύμονα. Είναι “επιθετικός” καρκίνος, αλλά με καλύτερη πρόγνωση και περισσότερες θεραπευτικές επιλογές σε σχέση με τον μικροκυτταρικό καρκίνο του πνεύμονα. Βέβαια, [οι ασθενείς] δεν ανταποκρίνονται εντυπωσιακά στη χημειοθεραπεία και την ακτινοβολία, αλλά έχουν μια πιο μακρά πορεία σε αντίθεση [με τους ασθενείς] με τον μικροκυτταρικό, το οποίο μπορεί να ανταποκρίνεται άμεσα στη χημειοθεραπεία με εντυπωσιακό αποτέλεσμα, αλλά μέσα σε 3 μήνες υποτροπιάζει».
Το ανοσοθεραπευτικό «οπλοστάσιο» των γιατρών περιλαμβάνει κυρίως τρία φάρμακα, το nivolumab, το pembrolizumab και το atezolizumab, με το τελευταίο να αποτελεί την πρώτη και μοναδική αντι-PDL-1 εγκεκριμένη ανοσοθεραπεία στην Ευρώπη για τον καρκίνο του πνεύμονα και τον καρκίνο της ουροδόχου κύστης.
Πρόκειται για μονοκλωνικά αντισώματα, μια κατηγορία παραγόντων που δεν στοχεύει απευθείας στον όγκο, αλλά «εκπαιδεύει» το ανοσοποιητικό σύστημα να αναγνωρίζει τον καρκίνο και να καταστρέφει το καρκινικό κύτταρο. Στοχεύοντας είτε τον υποδοχέα PD-1 είτε τον προσδέτη του υποδοχέα, τον PD-L1, έδειξαν ότι μπορούν να αποδώσουν καλά αποτελέσματα. Ειδικά για τη θεραπευτική συνεισφορά του atezolizumab, το οποίο στοχεύει στον προσδέτη PD-L1, ο κύριος Κουμάκης ανέφερε πως, εκτός από τα καλά αποτελέσματα στη δεύτερη γραμμή, με περίπου 14 μήνες συνολική επιβίωση έναντι των 9 μηνών που κατέγραψαν όσοι έλαβαν χημειοθεραπεία στη β’ γραμμή, «τώρα αναπτύσσει και ολόκληρο πρόγραμμα στην πρώτη γραμμή, σε συνδυασμό με χημειοθεραπεία και μαζί με το bevacizumab, όπου αναμένονται θετικά αποτελέσματα και από αυτήν τη θεραπευτική προσέγγιση».
Πηγή: Ph.B
Υπεύθυνη Σύνταξης στο Virus.com.gr - Αρχισυντάκτρια του περιοδικού Pharma & Health Business
Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *
Δ