Της Φρόσως Πάτσου, M.Sc. Ψυχολόγου – Αθλητικής Ψυχολόγου Επιστημονικής Συνεργάτιδας Εθνικής Ομάδας Στίβου frossopatsou@yahoo.gr
Αναμφίβολα η φυσική δραστηριότητα επιφέρει πολλά οφέλη στη ζωή μας τόσο σε σωματικό όσο και σε κοινωνικό και ψυχολογικό επίπεδο. Τι γίνεται όμως όταν η άθληση γίνεται εμμονή; Οι έρευνες αναφορικά με τον Εθισμό στην Άθληση ξεκίνησαν την δεκαετία του 1970 όταν οι επιστήμονες αναγνώρισαν συγκεκριμένα επιβλαβή σημάδια και χαρακτηριστικά σε ορισμένα άτομα τα οποία ασχολούνταν συστηματικά με τη φυσική δραστηριότητα, και τα οποία εμφανίζονταν 24-36 ώρες μετά από τη μη υλοποίηση μιας προγραμματισμένης προπόνησης.
Άγχος, ενοχές, ένταση, κόπωση, δυσφορία, απάθεια, νωθρότητα, μείωση της όρεξης, υπνηλία, πονοκέφαλοι ήταν κάποια από τα συμπτώματα τα οποία καταγράφονταν ως ιδιαιτέρως δυσλειτουργικά και εμπόδιζαν τα άτομα στην καθημερινότητα τους.
Στις μέρες μας τα διαγνωστικά κριτήρια για να χαρακτηριστεί ένα άτομο ότι πάσχει από εθισμό στην άσκηση σύμφωνα με το DSM-IV είναι:
(α) η συνεχής ενασχόληση με τη φυσική δραστηριότητα σε βαθμό τέτοιο, ώστε να είναι το πιο σημαντικό πράγμα στη ζωή του
(β) οι διαρκείς συγκρούσεις με τον άμεσο κοινωνικό περίγυρο αναφορικά με τις ώρες συμμετοχής του σε κάποια φυσική δραστηριότητα
(γ) η διαρκής ανάγκη για αυξανόμενη προπόνηση προκειμένου να πετύχει το αποτέλεσμα
(δ) το διαρκές και αυξανόμενο άγχος που νιώθει όταν ο αριθμός των προπονήσεων δεν είναι αυτός που το άτομο επιδιώκει και
(ε) η αδυναμία να ελέγξει το χρόνο που αφιερώνει στην άσκηση.
Είναι πια αποδεδειγμένο ότι το άτομο το οποίο έχει εξάρτηση βιώνει χαμηλή ποιότητα ζωής και χάνει τις προσωπικές του ισορροπίες. Εμφανίζει μειωμένο ενδιαφέρον για κοινωνικές συναναστροφές και επαφές, συνεχίζει να προπονείται σκληρά παρά την ύπαρξη τραυματισμού ή πόνου και οι προπονήσεις χαρακτηρίζονται από στερεοτυπικές ιδέες και συμπεριφορές προκειμένου να μη «βγει» έξω από το πρόγραμμα του.
Οι θεωρίες που έχουν αναλύσει και υποστηρίξει το φαινόμενο του εθισμού στη φυσική δραστηριότητα είναι:
(α) η υπόθεση της θερμογένεσης (β) η υπόθεση των κατεχολαμινών και (γ) η υπόθεση των ενδορφινών.
Η υπόθεση της θερμογένεσης υποστηρίζει ότι η άσκηση αυξάνει και ενισχύει τη θερμοκρασία του σώματος και αυτό έχει σαν αποτέλεσμα τη μείωση του μυϊκού τόνου και του σωματικού άγχους.
Σύμφωνα με την υπόθεση των κατεχολαμινών η φυσική άσκηση αυξάνει τα επίπεδα της προσοχής και της καλής διάθεσης, συμβάλλει στον έλεγχο των κινήσεων και επηρεάζει θετικά το ενδοκρινολογικό και το καρδιοαναπνευστικό σύστημα μέσω της ντοπαμίνης, της επινεφρίνης και της νορεπινεφρίνης. Επιπλέον αναφέρεται ότι οι κατεχολαμίνες σχετίζονται με τα επίπεδα της ευφορίας και της καλής διάθεσης.
Σε συνάρτηση με τις προηγούμενες θεωρίες η υπόθεση των ενδορφινών υποστηρίζει ότι η φυσική δραστηριότητα και η άσκηση παράγουν ενδογενείς μορφίνες και ενδορφίνες οι οποίες με τη σειρά τους προάγουν και ενισχύουν τα θετικά και ευχάριστα συναισθήματα.
Ο εθισμός στην άσκηση μπορεί να εμφανίζεται ως πρωτογενή διαταραχή ή ως δευτερογενής διαταραχή (εθισμός που προκύπτει επειδή προϋπάρχει ή υπερισχύει η διατροφική διαταραχή). Αποτελέσματα ερευνών αναφέρουν ότι το μεγαλύτερο ποσοστό εμφανίζεται μεταξύ εκείνων των ατόμων που ασχολούνται με το τρέξιμο (50%), ακολουθούν σε ποσοστό 28% τα άτομα που κάνουν γενικά φυσική δραστηριότητα και τα άτομα που ασχολούνται με τα βάρη σε ποσοστό 7,8%. Πίσω από αυτή τη διαταραχή μπορεί να υποκρίπτονται συμπτώματα νευρωτισμού, ψύχωσης, υπομανίας, παρορμητικότητας, και εξωστρέφειας.
Το ψυχολογικό προφίλ των ατόμων τα οποία εμφανίζουν τα παραπάνω ποσοστά περιλαμβάνει υψηλό άγχος, τελειοθηρισμό, εμμονές και ναρκισσισμό.
Άτομα τα οποία ξεκινούν μια δραστηριότητα – κατά βάση το τρέξιμο – σε πιο μεγάλη από τη συνήθη ηλικία, αισθάνονται ότι πρέπει να αναπληρώσουν το χαμένο χρόνο και αυτό έχει σαν αποτέλεσμα να ακολουθούν δρομικά προγράμματα τα οποία δεν βασίζονται σε προπονητικές αρχές. Η ξαφνική αλλαγή από τον καθιστικό στον πιο αθλητικό τρόπο ζωής, το συνεχές ανικανοποίητο αίσθημα ότι η προπόνηση είναι λίγη και πρέπει να καλύψω το χαμένο έδαφος καθώς, επίσης, και το απότομο-πρωτόγνωρο αίσθημα επάρκειας που νιώθουν επειδή αντιλαμβάνονται ότι βελτιώνεται η φυσική τους κατάσταση οδηγεί τα άτομα να «φορτώνουν» χιλιόμετρα και προπονήσεις θέτοντας αθλητικούς στόχους πολύ υψηλότερους από αυτούς που θα έπρεπε να βάλουν τη δεδομένη χρονική στιγμή για το επίπεδο της φυσικής τους κατάστασης αλλά και την ηλικία τους.
Πέρα από τους κινδύνους που εγκυμονεί το παραπάνω εγχείρημα, πολλές φορές έχει σαν αποτέλεσμα να αποκαρδιώνει και να ματαιώνει τα άτομα εξαιτίας του γεγονότος ότι δεν μπορούν να ανταποκριθούν στις απαιτήσεις και τις ανάγκες του αγώνα με αποτέλεσμα στο τέλος ή να εγκαταλείπουν την προσπάθεια ή να εθίζονται περισσότερο στον ολοένα αυξανόμενο όγκο προπόνησης.
Επιπλέον, κάτι που μπορεί να προκαλεί εντύπωση είναι το γεγονός ότι υψηλά ποσοστά εθισμού στην άσκηση έχουν εμφανιστεί σε επαγγελματίες αθλητές οι οποίοι έχουν τερματίσει την επαγγελματική αθλητική τους καριέρα. Η μη αποδοχή του γεγονότος της απόσυρσης από την ενεργό αθλητική δράση και η έλλειψη εναλλακτικού επαγγελματικού προσανατολισμού σε συνδυασμό με την αλλαγή του τρόπου ζωής μετά τον τερματισμό της καριέρας οδηγεί κάποιους από τους αθλητές σε αισθήματα κατάθλιψης και χαμηλής αυτό-εκτίμησης με συνέπεια τη ψυχαναγκαστική πια ενασχόληση με την απλή και όχι σε επίπεδο πρωταθλητισμού φυσική δραστηριότητα, η οποία μπορεί να φτάσει σε σημείο εξάρτησης και σε ένα μικρό ποσοστό έχει οδηγήσει σε άλλες εξαρτήσεις όπως το αλκοόλ και οι ουσίες.
Όπως κάθε τι ακραίο έτσι και η υπερβολική προσκόλληση στην άσκηση έχει και ψυχολογικές και σωματικές επιπτώσεις. Διαταραγμένος ύπνος, ορμονικές διαταραχές, ζάλη, δυσλειτουργική οργάνωση σκέψης, αφυδάτωση, υπερκόπωση, αποδιοργανωμένη προσωπικότητα, ευερεθιστότητα, ανηδονία κ.α. είναι μερικές από αυτές.
Το τρέξιμο, η φυσική δραστηριότητα και η άθληση γενικότερα ήταν, είναι και θα είναι πάντα ένα θετικό κομμάτι στη ζωή μας. Ωστόσο αν «πιάσετε» τον εαυτό σας να αρνείται να παρευρεθεί σε μια σημαντική κοινωνική εκδήλωση γιατί δεν έχει συμπληρώσει το εξάωρο πρόγραμμα στο γήπεδο ή το γυμναστήριο, ή γιατί φάγατε 200 θερμίδες παραπάνω και πρέπει να γυμναστείτε σκληρά για να τις χάσετε, τότε μάλλον είναι καιρός να παραδεχτείτε ότι έχετε ξεφύγει από τον αρχικό στόχο και σκοπό που η άθληση προσφέρει, και αυτός δεν είναι άλλος από ψυχική ευφορία και υγεία, και έχετε φτάσει στο άλλο άκρο, αυτό του ψυχαναγκασμού και του άγχους – και είναι ώρα να ζητήσετε βοήθεια.
Ακούστε τους γύρω σας αν σας επισημαίνουν το πρόβλημα και μην κλείνετε τα αυτιά σας αγνοώντας τα σημάδια του σώματος και της ψυχή σας. Αναγνωρίστε τα αισθήματα της ανηδονίας σας σε οποιαδήποτε άλλη καθημερινή σας ενέργεια εκτός από τη γυμναστική και αποφασίστε να μιλήσετε γι’ αυτά πριν να είναι αργά. Αλλάξτε, με τη βοήθεια κάποιου ειδικού τις δυσλειτουργικές σκέψεις και τις γνωστικές διαστρεβλώσεις που χρησιμοποιείτε και διώξτε το ψυχαναγκασμό από τη ζωή σας. Τέλος, ποτέ μην ακολουθείτε προπονητικά προγράμματα που μπορεί να διαβάζετε ή να σας δίνει κάποιος συναθλητής.
Ζητήστε την επιστημονική συμβολή του ειδικού ο οποίος θα διαμορφώσει εξατομικευμένα τον όγκο, τη συχνότητα και την ένταση της προπόνησης σύμφωνα με τις ανάγκες, τις συνθήκες, την ηλικία σας και φτιάξτε εφικτούς αγωνιστικούς στόχους που δεν θα δημιουργούν προβλήματα τόσο στη σωματική όσο και στη ψυχική σας υγεία, αλλά και στην κοινωνική σας ζωή.
ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ: 1. Hailey, B.J., & Bailey, L.A. (1982). Negative addiction in runners: a quantitative approach. Journal of Sport Behavior, 5, 150–154. 2. Hausenblas, H.A., & Downs, D.S. (2002). Exercise Dependence: A Systematic Review, Psychology of Sport and Exercise, 3, 89-94. 3. Lichtenstein, M., Christiansen, E., Elklit, A., Bilenberg, N., & Stoving, R. (2014). Exercise addiction: A study of eating disorder symptoms, quality of life, personality traits and attachment styles. Psychiatry Research, 215, 410–416. 4. Spano, L. (2001). The relationship between exercise and anxiety, obsessive compulsiveness, and narcissism. Personality and Individual Differences 30, 87–93. 5. Szabo, A., & Griffiths, M. (2007). Exercise addiction in British sport science students. International Journal of Mental Health and Addiction, 5, 25–28. 6. Veale, D. (1987). Exercise dependence. British Journal of Addiction, 82, 735–740.
Πηγή: e-psychology.gr
Το virus.com.gr σας φέρνει καθημερινά τις πιο έγκυρες ειδησεις από τον χώρο της πολιτικής υγείας και φαρμάκου
Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *
Δ