Δύο είναι τα βασικά μηνύματα που η κυβέρνηση θα πρέπει να λάβει σοβαρά υπόψη της από το Eurogroup της προηγούμενης εβδομάδας αλλά και τις τρέχουσες – αλλά ατελέσφορες – διαπραγματεύσεις με τους εκπροσώπους των δανειστών (τρόικα). Το πρώτο μήνυμα έχει να κάνει με τα ανοικτά θέματα της τρέχουσας διαπραγμάτευσης Ο Πρόεδρος του Eurogroup J. Dijsselbloem ενώ αναγνώρισε τη σημαντική πρόοδο που έχει επιτευχθεί τα τελευταία χρόνια όσον αφορά την εφαρμογή του ελληνικού προγράμματος, τόνισε πως η κυβέρνηση θα πρέπει να επιδείξει μέσα στις επόμενες εβδομάδες σημαντική πρόοδο όσον αφορά:
Το κλείσιμο του δημοσιονομικού κενού για το 2014 και το 2015. Την υλοποίηση των διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων (όχι μόνο τον προαπαιτούμενων σύμφωνα με την συμφωνία του Ιουλίου 2013 αλλά και εκείνων για την αξιολόγηση του Δεκεμβρίου 2013). Την επιτάχυνση του προγράμματος ιδιωτικοποιήσεων.Πλέον έχει γίνει κατανοητό πως η τρόικα δεν είναι διατεθειμένη να οπισθοχωρήσει σε κάποιο από τα παραπάνω ζητήματα. Αυτό δεν αποτελεί εμμονή εκ μέρους τους αλλά στηρίζεται στο 2ο Πρόγραμμα Σταθεροποίησης της Ελληνικής Οικονομίας (και τις αναθεωρήσεις του) όπως αυτό έχει συμφωνηθεί μεταξύ κυβέρνησης και δανειστών. Επιπλέον, οι δημοσιονομικοί στόχοι του προγράμματος (η πορεία του πρωτογενούς ελλείμματος και του δημοσίου χρέους) δε θα επιτευχθούν αν υπάρξουν σημαντικές αποκλίσεις στα έσοδα και στις δαπάνες του δημοσίου.
Το βασικό επιχείρημα της κυβέρνησης σε αυτό το σημείο είναι ότι οι δημοσιονομικοί στόχοι θα επιτευχθούν με την εφαρμογή ενός σχεδίου για την καταπολέμηση της φοροδιαφυγής και της εισφοροδιαφυγής, την ορθολογικοποίηση των δαπανών των ασφαλιστικών ταμείων, την επέκταση της εφαρμογής του ενιαίου μισθολογίου σε φορείς της γενικής κυβέρνησης που δεν το εφαρμόζουν μέχρι τώρα καθώς και από τις καλύτερες επιδόσεις όσον αφορά το πρωτογενές πλεόνασμα του 2013. Σύμφωνα με τις εκτιμήσεις της κυβέρνησης το πρωτογενές πλεόνασμα για το 2013 θα είναι €0.78 δισ. αντί για €0.34 δισ. του Προσχεδίου Προϋπολογισμού 2014. Όπως έχουμε επισημάνει και στο παρελθόν, παρόμοια προγράμματα καταπολέμησης φοροδιαφυγής και εισφοροδιαφυγής έχουν προταθεί και στο παρελθόν με περιορισμένα αποτελέσματα. Ακόμη και αν υποθέσουμε ότι τώρα οι προοπτικές είναι καλύτερες εξαιτίας της λειτουργίας της Γενικής Γραμματείας Εσόδων και της εφαρμογής των διαφόρων μηχανισμών για τον έλεγχο των δαπανών της Γενικής Κυβέρνησης είναι λογικό οι προσδοκίες της τρόικας να είναι συγκρατημένες. Σύμφωνα με την τελευταία πληροφόρηση μάλιστα, υπάρχει ένα κενό τουλάχιστον €0,10 δισ. μεταξύ του στόχου εσόδων από το νέο πρόγραμμα της κυβέρνησης με την αντίστοιχη εκτίμηση της τρόικας. Το κενό αυτό έρχεται να προστεθεί στο έλλειμμα που ήδη δημιουργείται από τον νέο αναθεωρημένο φόρο ακινήτων και που εκτιμάται ήδη στα €0,25 δισ. Επιδίωξη της κυβέρνησης είναι η κάλυψη του κενού μέσω της αντίστοιχης μείωσης των δαπανών του Προγράμματος Δημοσίων Επενδύσεων. Μια τέτοια πρακτική αν και ανώδυνη βραχυπρόθεσμα αφού δε συνεπάγεται μείωση στο διαθέσιμο εισόδημα, είναι επιβλαβής μεσοπρόθεσμα αφού στερεί από την οικονομία σημαντικά κεφάλαια για επενδύσεις καθώς και τη σχετική ρευστότητα. Προς το παρόν άλλωστε φαίνεται πως και οι αγορές προεξοφλούν μια συμφωνία μέσα στις επόμενες εβδομάδες αφού η αύξηση την τελευταία εβδομάδα αν και σημαντική δεν ακολουθεί τις τάσεις προηγούμενων αξιολογήσεων. Βέβαια κάποιος θα πρέπει να λάβει υπόψη του εδώ ότι δεν υπάρχουν ανάγκες αναχρηματοδότησης ομολόγων μέχρι τον Ιανουάριο του 2014 και συνεπώς οι αγορές αναγνωρίζουν ότι υπάρχουν περιθώρια για συνέχιση των διαπραγματεύσεων.
Με δεδομένη την οριακή πλειοψηφία της κυβέρνησης στο κοινοβούλιο και την αναμενόμενη δυσαρέσκεια που σίγουρα θα προκαλέσουν νέο οριζόντια μέτρα το ερώτημα που προκύπτει είναι αν βρισκόμαστε μπροστά σε ένα αδιέξοδο. Η απάντηση μας είναι όχι για δύο κύριους λόγους. Ο πρώτος είναι ότι περιθώρια για συμφωνία υπάρχουν αρκεί να προσδιορισθούν επακριβώς και αντικειμενικά τα δημοσιονομικά οφέλη από το πρόγραμμα της κυβέρνησης. Παράλληλα, η κυβέρνηση θα πρέπει να πείσει και τους δανειστές ότι θα μπορέσεις να εφαρμόσει το πρόγραμμα χωρίς αποκλίσεις. Ο δεύτερος λόγος είναι πιο ουσιαστικός και αφορά το σύνολο του πολιτικού σκηνικού. Το ελληνικό κράτος έχει συνέχεια. Η τρόικα αναμένει ότι τόσο η παρούσα όσο και η επόμενη κυβέρνηση θα τηρήσει τις συμφωνίες της και μέσα σε αυτό το πλαίσιο λαμβάνει τις αποφάσεις της. Τα περιθώρια για αλλαγές στην παρούσα συμφωνία είναι περιορισμένα και έχουν να κάνουν κυρίως με το ζήτημα της ελάφρυνσης του χρέους το οποίο περιμένουμε να επιλυθεί κάποια στιγμή μέσα στο 2014 κατά προτίμηση πριν από τις ευρωεκλογές (αλλά η παρούσα αδυναμία εύρεσης συμφωνίας φαίνεται να εξυπηρετεί τα συμφέροντα των εταίρων που για λόγους πολιτικού κόστους θα ήθελαν μια συμφωνία μετά τις ευρωεκλογές του Μαΐου 2014). Δεν φαίνεται να υπάρχει δυνατότητα αλλαγών στην υπάρχουσα συμφωνία που να οδηγήσει σε καλύτερη ισορροπία την ελληνική οικονομία. Αν κάτι τέτοιο ήταν δυνατό θα είχε επιτευχθεί ήδη. Οποιαδήποτε αθέτηση όρων από την πλευρά μας θα οδηγούσε την οικονομία σε μια χειρότερη ισορροπία. Η Ευρωζώνη άλλωστε μετά την υιοθέτηση των συμφωνιών για κεντρικό έλεγχο των προϋπολογισμών είναι ένας διαφορετικός μηχανισμός από το 2010 και την υπογραφή του 1ου Προγράμματος Σταθεροποίησης. Ο δημοσιονομικός έλεγχος είναι μια διαρκής διαδικασία για το σύνολο των χωρών και όχι μόνο για τις χώρες των προγραμμάτων σταθεροποίησης.
Το δεύτερο μήνυμα από το Eurogroup της προηγούμενης εβδομάδας είναι η «αποφοίτηση » της Ιρλανδίας από το δικό της πρόγραμμα. Η ιρλανδική οικονομία ήταν σε πολύ καλύτερη κατάσταση της ελληνικής όταν η εν λόγω χώρα συμφώνησε με ΕΕ|ΕΚΤ\ΔΝΤ το δικό της πρόγραμμα σταθεροποίησης (Νοέμβριος 2010). Ας μην ξεχνάμε άλλωστε ότι στην περίπτωση της Ελλάδας το πρόβλημα περιγράφεται από το δημοσιονομικό πρόβλημα εξαιτίας του υπερβολικού δανεισμού του δημοσίου και του ελλείμματος ανταγωνιστικότητας ενώ στην περίπτωση της Ιρλανδίας δεν υπήρξε πρόβλημα ανταγωνιστικότητας αλλά δημοσιονομικό πρόβλημα από τη διάσωση του τραπεζικού συστήματος μετά την φούσκα των ακινήτων. Σε κάθε περίπτωση όμως απαιτήθηκαν σημαντικές περικοπές τόσο στο δημόσιο όσο και στον ιδιωτικό τομέα. Η εφαρμογή του προγράμματος μπορεί να προκάλεσε αναταραχή στη χώρα αλλά υπήρξε συναίνεση όσον αφορά τη διατήρηση των ανταγωνιστικών πλεονεκτημάτων (κυρίως του χαμηλού φορολογικού συντελεστή). Τα τέσσερα τελευταία χρόνια δεν φαίνεται να έχει υπάρξει αντίστοιχη συναίνεση στην Ελλάδα. Μια τέτοια συναίνεση θα έπρεπε να εστιάσει το ενδιαφέρον της στα θέματα εκείνα που βελτιώνουν τις προοπτικές για επιστροφή στην ανάπτυξη της χώρας και να αποφύγει τη χρήση της παρούσας δυσαρέσκειας του εκλογικού σώματος για την επίτευξη μικροπολιτικών στόχων. Με άλλα λόγια, όπως έχουμε επισημάνει και στο παρελθόν απαιτείται ανάληψη της «ιδιοκτησίας» (ownership) του προγράμματος σταθεροποίησης από την κυβέρνηση καθώς και η εξασφάλιση συναινέσεων μεταξύ του συνόλου του πολιτικού κόσμου. Η επιτυχημένη έξοδος από το μνημόνιο είναι δυνατή και η Ιρλανδία δείχνει το δρόμο.
Υπεύθυνη Σύνταξης στο Virus.com.gr - Αρχισυντάκτρια του περιοδικού Pharma & Health Business
Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *
Δ