Ναι στο υπουργείο Υγείας έγιναν αρκετά πράγματα τα τελευταία 4 χρόνια. Όμως, αρκετά μπήκαν κάτω από το χαλί. Έτσι, σιγά σιγά θα αρχίσουν να βγαίνουν στη φόρα. Όπως αποκαλύπτω σήμερα, λόγω των παλινωδιών ορισμένων στο υπουργείο Υγείας και στον ΕΟΦ, μας φόρεσαν ένα φέσι πολλών εκατ. ευρώ για την προμήθεια μίας ειδικής κατηγορίας φαρμάκων, που αφορούν χιλιάδες ασθενείς.
Η υπόθεση αφορά τα γνωστά αντιθρομβωτικά φάρμακα, τις ηπαρίνες. Αυτές διακρίνονται σε δύο κατηγορίες: την κλασική ηπαρίνη και τις ηπαρίνες χαμηλού μοριακού βάρους. Στην κλασική της μορφή χρησιμοποιείται στα χειρουργεία και στους νεφροπαθείς, ενώ οι ηπαρίνες χαμηλού μοριακού βάρους χρησιμοποιούνται από χιλιάδες ασθενείς, όπως αιμοκαθαρόμενους, καρκινοπαθείς, έγκυες κλπ.
Για λόγους που θα εξηγήσω παρακάτω τα τελευταία 2-3 χρόνια, έχει προκληθεί μεγάλη αναστάτωση στη διεθνή αγορά, λόγω προβλημάτων στην παραγωγή πρώτων υλών και παρατηρείται μεγάλη αύξηση της κόστους παραγωγής και αδυναμία ικανοποίησης των αναγκών παγκοσμίως. Αν όλα αυτά συνδυαστούν με το γεγονός ότι στην Ελλάδα έχουμε υπερβολικές επιστροφές (rebates και clawback), τα προϊόντα έχουν καταστεί πολύ ζημιογόνα για τις παρασκευάστριες εταιρείες, οι οποίες έχουν ζητήσει παρεμβάσεις από τις ελληνικές αρχές.
Το υπουργείο Υγείας έστω και με καθυστέρηση στη λήψη των αποφάσεων έλαβε μέτρα. Το 2021, εξαίρεσε τις ηπαρίνες από τη φαρμακευτική δαπάνη και για το 2022 τις εξαίρεσε από την καταβολή clawback. Όμως, η τελευταία απόφαση ελήφθη τον Φεβρουάριο του… 2023 (!) και δεν έλειψαν τα εμφράγματα στην αγορά. Για το 2023 δεν υπάρχει καμία πρόβλεψη και ας βρισκόμαστε στα μισά του έτους…
Η τιμή της ηπαρίνης σήμερα στην Ελλάδα είναι περίπου 30 €, η οποία με τα rebate και clawback μειώνεται περαιτέρω. Η τιμή που θα έπρεπε να είναι σύμφωνα με τις δύο χαμηλότερες τιμές στην Ευρώπη, δηλαδή αυτό που ορίζει η νομοθεσία, είναι στα 80€, ενώ η χαμηλότερη στην Ευρωζώνη είναι γύρω 60€.
Από τις αρχές του χρόνου οι εταιρείες έχουν ενημερώσει κατ’ επανάληψη ότι τα αποθέματα τελειώνουν και δυσκολεύονται να συνεχίσουν να τροφοδοτούν την αγορά υπό αυτές τις συνθήκες. Είχαν αναφέρει μάλιστα ως πρώτη ημερομηνία την 15η Μαΐου για την απόσυρση της κλασικής ηπαρίνης και τον Ιούνιο για την χαμηλού μοριακού βάρους ηπαρίνη.
Ένα μήνα περίπου πριν από τις εκλογές το υπουργείο Υγείας είχε ζητήσει από την Επιτροπή Διαπραγμάτευσης ένα κλειστό προϋπολογισμό για την αποζημίωση των ηπαρινών. Η Επιτροπή κάλεσε τις εταιρείες που τις διαθέτουν για διαπραγμάτευση της τιμής, ωστόσο οι εταιρείες αποχώρησαν καθώς η αρχική προσέγγιση της Επιτροπής ήταν να τους ζητησει επιπλέον εκπτώσεις.
Ήταν η τρίτη φορά που κλήθηκαν οι εταιρείες (η μία ήταν το Μάιο του 2022 και η άλλη τον Οκτώβριο του ίδιου έτους) όπου οι εταιρείες πήγαν, άκουσαν και έφυγαν χωρίς αποτέλεσμα. Ορίστηκε νέα συνάντηση στις 12 Μαΐου μεταξύ των εταιρειών που προμηθεύουν την αγορά με ηπαρίνη (κλασική και χαμηλού μοριακού βάρους) με την Επιτροπή Διαπραγμάτευσης η οποία δεν πραγματοποιήθηκε καθώς οι εταιρίες ενημερώθηκαν με μήνυμα την ίδια μέρα το πρωί ότι αναβάλλεται η συνάντηση.
Έρχομαι λοιπόν στο σήμερα και στο “φέσι”. Το Ινστιτούτο Φαρμακευτικής Έρευνας και Τεχνολογίας (ΙΦΕΤ), με εντολή του ΕΟΦ, προμηθεύτηκε πρόσφατα κλασική ηπαρίνη από το εξωτερικό προς 170 € περίπου τη συσκευασία των 10 φιαλιδίων, δηλαδή 150 ευρώ ακριβότερα από την ισχύουσα τιμή και 100 ευρώ ακριβότερα από την τιμή που θα προέκυπτε από την τιμή που ορίζει η νομοθεσία!
Το επιπλέον κόστος που θα επιβαρυνθεί το Δημόσιο φθάνει τα 2-3 εκατ. ευρώ για αυτή την προμήθεια, σε σχέση με το αν το υπουργείο Υγείας έδινε ικανοποιητικές αυξήσεις στις ηπαρίνες. Σε ετήσια βάση το επιπλέον κόστος μπορεί να φθάσει τα 12-15 εκατ. ευρώ, εφόσον συνεχιστεί η προμήθεια ηπαρίνης από το εξωτερικό. Δηλαδή, στο υπουργείο Υγείας είναι ακριβοί στα πίτουρα και φτηνοί στ’ αλεύρι…
Είναι απορίας άξιο γιατί δεν εξαιρέθηκε η τιμή της κλασικής ηπαρίνης από το clawback και για το 2023, καθώς το κόστος της εξαίρεσης θα ήταν χαμηλότερο από τη δαπάνη του ΙΦΕΤ για να εξασφαλίσει ποσότητες για 2 μήνες περίπου!
Τέλος, θα πρέπει να σημειώσω το εξής: Οι αρμόδιες υπηρεσίες του ΕΟΦ έχουν αποδειχθεί πλήρως ανίκανες να επιτελέσουν το ρόλο τους, δηλαδή, να εξασφαλίσουν την εύρυθμη λειτουργία της αγοράς φαρμάκων. Παρά το γεγονός ότι υπήρχε εντολή από το Υπουργείο Υγείας να διευθετηθεί το θέμα, η ενημέρωση από τον ΕΟΦ ήταν ότι υπάρχει κανονική διάθεση στις ηπαρίνες χαμηλού μοριακού βάρους, ενώ για την κλασική ηπαρίνη αν και υπάρχει πρόβλημα μπορεί να αντιμετωπιστεί με εισαγωγές!
Δηλαδή, κάποιοι γραφειοκράτες περίμεναν να δημιουργηθεί έλλειψη στην Ελλάδα για να δώσουν το πράσινο φως για να ληφθούν μέτρα! Ενώ παγκοσμίως υπάρχει σοβαρό θέμα. Το πρόβλημα ξεκίνησε το 2019 με μία επιδημία της αφρικανικής πανώλης των χοίρων από τους οποίους προέρχεται η πρώτη ύλη.
Όταν στην Κίνα χώρα με το 90% της παραγωγής έγινε σφαγιασμός άνω του 50% του πληθυσμού των χοίρων, για να προστατευτεί το υπόλοιπο μέρος, οι ποσότητες παραγωγής μειώθηκαν θεαματικά, η ζήτηση δεν ικανοποιείται, οι τιμές εκτοξεύτηκαν και οι ελλείψεις παρουσιάζονται διεθνώς.
Ο Κυριάκος Μητσοτάκης έχει εξαγγείλει αλλαγές στην Υγεία και έχει δηλώσει πως θα εποπτεύει προσωπικώς τη μεταρρυθμιστική προσπάθεια. Υγεία όμως δεν είναι μόνο το ΕΣΥ. Οφείλει επιτέλους κάποιος να τολμήσει να εκσυγχρονίσει τον ΕΟΦ και να σπάσει αυγά, ώστε να λειτουργήσει εύρυθμα η αφορά φαρμάκων και να καλυφθούν οι πραγματικές ανάγκες του πληθυσμού.
Δευθυντής Σύνταξης, virus.com.gr & Pharma Health Business magazine
Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *
Δ