H εμφάνιση της παραλλαγής όμικρον έθεσε υπό αμφισβήτηση την αμυντική ομπρέλα των εμβολίων που ήταν σχεδιασμένα πάνω στον αρχικό SARS-CoV-2, παρά το γεγονός ότι μειώνουν τον κίνδυνο νοσηλείας ή θανάτου. Η επιστημονική κοινότητα υποστηρίζει ότι η τρίτη δόση του εμβολίου που στοχεύει στην πρωτεΐνη-ακίδα του αρχικού ιού μπορεί να λειτουργήσει ενάντια στη νέα παραλλαγή.
Το ζήτημα σχολιάζουν οι καθηγητές της Θεραπευτικής Κλινικής της Ιατρικής Σχολής του Εθνικού και Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών, Ευστάθιος Καστρίτης και Θάνος Δημόπουλος (Πρύτανης ΕΚΠΑ) . Η ικανότητα του ανθρώπινου ανοσοποιητικού συστήματος να θυμάται προηγούμενες λοιμώξεις είναι ένα από τα χαρακτηριστικά του, αλλά μια ανθεκτική ανοσολογική απόκριση δεν είναι και εγγυημένη. Ορισμένες λοιμώξεις και εμβόλια επιτυγχάνουν δια βίου προστασία, αλλά σε άλλες, η ανταπόκριση είναι μέτρια και απαιτεί τακτικές αναμνηστικές δόσεις ή νέα, αναδιαμορφωμένα εμβόλια.
Τα πιο αποτελεσματικά εμβόλια χρησιμοποιούν την πρωτεΐνη ακίδας για να προκαλέσουν μια ανοσολογική απάντηση. Ερευνητές ανέλυσαν τις ανοσολογικές αποκρίσεις για 6 μήνες μετά την πρώτη τους λήψη εμβολίου, διαπιστώνοντας ότι τα επίπεδα αντισωμάτων κορυφώθηκαν περίπου μια εβδομάδα μετά τη δεύτερη δόση και στη συνέχεια έπεσαν γρήγορα για μερικούς μήνες, ενώ μετά μειώθηκαν πιο αργά.
Με αυτή την πτώση ήρθε και μια ελάττωση της προστασίας. Ενδεικτικό είναι ότι στο Ισραήλ, με την επιθετική εκστρατεία εμβολιασμού, με βάση το εμβόλιο mRNA της Pfizer–BioNTech, διαπιστώθηκε ότι η προστασία έναντι της μόλυνσης μειώθηκε από 95% σε μόλις 39% σε διάστημα 5 μηνών. Το εμβόλιο μπορεί να χάνει την ικανότητά του να αποτρέπει τη μόλυνση, όμως διατηρείται η ικανότητά να αποτρέπεται η σοβαρή νόσο και το ενδεχόμενο νοσηλείας.
B-λεμφοκύτταρα μνήμης
Τα B-λεμφοκύτταρα μνήμης μπορούν να αναγνωρίσουν έναν εισβολέα με τον οποίο έχουν έρθει σε επαφή στο παρελθόν, να πολλαπλασιαστούν και γρήγορα να αρχίσει να παράγουν αντισώματα για να τον καταπολεμήσουν. Η απόκριση των Β-κυττάρων της μνήμης βελτιώνεται με την πάροδο του χρόνου, τουλάχιστον έξι μήνες μετά τον εμβολιασμό, σύμφωνα με μελέτη . Οι συμμετέχοντες είχαν αυξημένο αριθμό Β κυττάρων μνήμης, που ανταποκρίθηκαν όχι μόνο στον αρχικό SARS-CoV-2, αλλά και σε τρεις άλλες παραλλαγές του ιού.
Τ-λεμφοκύτταρα
Πρόκειται για το τρίτο πυλώνα της ανοσολογικής μνήμης. Όταν έρχονται σε επαφή με ένα αντιγόνο, αυτά πολλαπλασιάζονται και δρουν σαν «εκτελεστές» για να εξαλείψουν τη μόλυνση. Συγκεκριμένα, εξουδετερώνουν τα μολυσμένα κύτταρα και διάφοροι τύποι βοηθητικών και ρυθμιστικών Τ-λεμφοκυττάρων εκκρίνουν χημικά σήματα που διεγείρουν άλλα τμήματα του ανοσοποιητικού συστήματος, συμπεριλαμβανομένων των Β-λεμφοκυττάρων. Αφού περάσει η απειλή, μερικά από αυτά τα κύτταρα παραμένουν ως Τ-λεμφοκύτταρα μνήμης.
Μερικά άτομα μπορεί να φέρουν Τ-λεμφοκύτταρα μνήμης από προηγούμενες λοιμώξεις από κορωνοϊό – όπως αυτές που προκαλούν κοινά κρυολογήματα – που μπορούν να αναγνωρίσουν τον SARS-CoV-2. Αυτά τα κύτταρα θα μπορούσαν να βοηθήσουν στην καταπολέμηση της λοίμωξης ή ακόμα και να την σταματήσουν εντελώς. Μια μελέτη διαπίστωσε ότι οι εργαζόμενοι στον τομέα της υγειονομικής περίθαλψης που εκτέθηκαν στον SARS-CoV-2 αλλά δεν βρέθηκαν ποτέ θετικοί είχαν κάποια ευρήματα απόκρισης στη μόλυνση και οι ερευνητές υποθέτουν ότι Τ-λεμφοκύτταρα που εμφάνιζαν διασταυρούμενη αντίδραση (από προηγούμενη έκθεση σε άλλους κορωνοϊούς) αντιμετώπισαν τη λοίμωξη προτού αυτή μπορέσει να εκδηλωθεί.
Ωστόσο, τα κύτταρα μνήμης συνήθως δεν μπορούν να εμποδίσουν τη μόλυνση με τον άμεσο τρόπο που μπορούν τα εξουδετερωτικά αντισώματα, αλλά δεν χρειάζεται απαραίτητα. Στην COVID-19, η μόλυνση συμβαίνει γρήγορα, και χρειάζεται λίγος χρόνος για να προκαλέσει σοβαρή ασθένεια. Τα Τ-λεμφοκύτταρα μνήμης λίγο χρόνο. Όταν εκτεθούν ξανά σε έναν ιό ή αναμνηστική δόση εμβολίου, αυτά τα κύτταρα θα υπερ-αντιδράσουν, δηλα΄δη σε ένα 24ωρο μπορεί να δεκαπλασιαστεί ο αριθμός τους . Η αντίδραση είναι σχετικά αργή για να σταματήσει τη νόσο αλλά θα μπορούσε να είναι αρκετή για να αποτρέψει τη σοβαρή νόσο και την ανάγκη για νοσηλεία. Ωστόσο, τα Τ-λεμφοκύτταρα μπορούν να δουν μέρη του ιού (ή της πρωτεΐνης-ακίδας) που τα αντισώματα δεν μπορούν, συμπεριλαμβανομένων κομματιών που είναι λιγότερο πιθανό να μεταλλαχθούν.
Από μελέτες προκύπτει ότι άτομα που είχαν εμβολιαστεί ή είχαν μολυνθεί με τον SARS-CoV-2 είχαν περίπου την ίδια απόκριση Τ-λεμφοκυττάρων στην παραλλαγή Όμικρον όπως και στην παραλλαγή Delta, παρά τον μεγάλο αριθμό μεταλλάξεων. Οι παρατηρήσεις της εξάπλωσης της νέας παραλλαγήςυποδηλώνουν επίσης ότι αυτό πράγματι συμβαίνει.
Τα βλαστικά κέντρα των λεμφαδένων έχουν εκπαιδεύσει Β-λεμφοκύτταρα να ενισχύουν τον αριθμό των θέσεων δέσμευσης που αναγνωρίζουν, αυξάνοντας τις πιθανότητες να αναγνωρίσουν μια παραλλαγή του ιού. Έμμεσα λοιπόν, η επιτυχία του εμβολιασμού εξαρτάται από το πόσο ισχυρό είναι το βλαστικό κέντρο, αν και δεν εξηγεί πλήρως την δραστικότητα των εμβολίων. Εκτιμάται πως και τα πλασματοκύτταρα που διέρχονται από το βλαστικό κέντρο συνδέονται στενά με τους στόχους τους.
Ωστόσο η νέα παραλλαγή είναι ικανή να αποφύγει σε μεγάλο βαθμό τα αντισώματα που έχουν δημιουργηθεί από προηγούμενη μόλυνση ή εμβολιασμό. Είναι πιθανό ότι μια τρίτη δόση απλώς ενισχύει εξίσου όλα τα επίπεδα αντισωμάτων, συμπεριλαμβανομένου του μικρού ποσοστού που μπορεί να αναγνωρίσει κομμάτια της πρωτεΐνης-ακίδας της όμικρον που δεν έχουν αλλάξει.
Σύμφωνα με δεδομένα από τις κατασκευάστριες εταιρείες, τα επίπεδα αντισωμάτων ενισχύονται πολύ και φαίνεται πιθανό ότι μια τρίτη δόση αυξάνει πραγματικά και το εύρος της απόκρισης. Επιστήμονες εξέτασαν το αίμα από άτομα που είχαν λάβει εμβόλια από τη Moderna, την Pfizer–BioNTech ή την Johnson & Johnson για να αξιολογήσουν πόσο καλά τα αντισώματά τους εξουδετέρωσαν έναν ιό που περιέχει πρωτεΐνη-ακίδα από παραλλαγές του SARS-CoV-2. Οι εμβολιασμένοι με μία ή δύο δόσεις είχε μικρή ικανότητα εξουδετέρωσης της ομικρον, αλλά το αίμα από άτομα που είχαν λάβει μια αναμνηστική δόση ενός εμβολίου mRNA καταπολέμησε αποτελεσματικά την παραλλαγή. Σημειώνεται ότι η ικανότητά τους εξουδετέρωσης έναντι της όμικρον ήταν τέσσερις έως έξι φορές μικρότερη από ότι έναντι του αρχικού στελέχους.
Τα άτομα που έχουν λάβει δύο δόσεις εμβολίου έχουν Β-λεμφοκύτταρα μνήμης που μπορούν να συνδεθούν με την Όμικρον. Είναι πιθανό μια τρίτη δόση:
Το virus.com.gr σας φέρνει καθημερινά τις πιο έγκυρες ειδησεις από τον χώρο της πολιτικής υγείας και φαρμάκου
Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *
Δ