Nέα θετικά ερευνητικά δεδομένα διάρκειας 6 ετών από μία post-hoc ανάλυση της μελέτης επέκτασης του alemtuzumab σε ασθενείς με υποτροπιάζουσα-διαλείπουσα πολλαπλή σκλήρυνση (RRMS), παρουσιάστηκαν πρόσφατα στο ετήσιο συνέδριο της Αμερικανικής Ακαδημίας Νευρολογίας. Το alemtuzumab χορηγείται σε δύο ετήσιες συνεδρίες, με την πρώτη συνεδρία να χορηγείται ενδοφλεβίως έγχυσης σε πέντε διαδοχικές ημέρες και τη δεύτερη συνεδρία σε τρεις διαδοχικές μέρες, 12 μήνες μετά.
Τα αποτελέσματα που παρατηρήθηκαν στους ασθενείς κατά τη διάρκεια 6 ετών, ήταν παρόμοια με εκείνα που παρατηρήθηκαν σε ασθενείς οι οποίοι δεν παρουσίασαν υποτροπή μεταξύ των συνεδριών θεραπείας. Ειδικότερα, η πλειοψηφία των ασθενών που έλαβαν θεραπεία με alemtuzumab (76%, n=330) στην πιλοτική μελέτη Φάσης III CARE-MS II δεν παρουσίασε υποτροπή στο διάστημα μεταξύ της πρώτης και της δεύτερης συνεδρίας θεραπείας με alemtuzumab. Το 24% (n=105) των ασθενών που έλαβαν θεραπεία με alemtuzumab στη μελέτη CARE-MS II παρουσίασε υποτροπή μεταξύ των συνεδριών.
Οι εκβάσεις, βάσει κλινικών παραμέτρων και μαγνητικής απεικόνισης (MRI) στους ασθενείς που έλαβαν θεραπεία με alemtuzumab, οι οποίοι εμφάνισαν υποτροπή μεταξύ των συνεδριών, παρουσίασαν σημαντική βελτίωση μετά τη δεύτερη συνεδρία θεραπείας. Στη διάρκεια των 6 ετών, τα αποτελέσματα βάσει κλινικών παραμέτρων και μαγνητικής απεικόνισης (MRI) που παρατηρήθηκαν σε αυτούς τους ασθενείς, ήταν παρόμοια με εκείνα που παρατηρήθηκαν σε ασθενείς οι οποίοι δεν παρουσίασαν υποτροπή μεταξύ των συνεδριών.
Οι πιο συχνές ανεπιθύμητες ενέργειες έως το έκτο έτος (AEs) που παρατηρήθηκαν στην ομάδα θεραπείας με alemtuzumab ήταν αντιδράσεις σχετιζόμενες με την έγχυση, όπως έδειξαν και οι μελέτες CARE-MS I και II. Άλλες ανεπιθύμητες ενέργειες ήταν τα αυτοάνοσα νοσήματα.
“Οι υποτροπές δεν είναι ασυνήθιστες μετά την έναρξη χορήγησης τροποποιητικών της νόσου θεραπειών για υποτροπιάζουσα ΠΣ. Περίπου το 25% έως 45% των ασθενών με υποτροπιάζουσα ΠΣ που λαμβάνουν τροποποιητικές της νόσου θεραπείες παρουσιάζουν υποτροπές κατά το πρώτο ή δεύτερο έτος θεραπείας” εξηγεί ο Barry Singer, M.D., Διευθυντής The MS Center for Innovations in Care, Missouri Baptist Medical Center, St. Louis, MO. “Τα νέα στοιχεία του alemtuzumab δείχνουν ότι η εμφάνιση υποτροπών σε ασθενείς που έχουν ολοκληρώσει την αρχική συνεδρία θεραπείας αλλά δεν έχουν ακόμη λάβει τη δεύτερη συνεδρία, δεν συνιστά δείκτη ελλιπούς ανταπόκρισης στη θεραπεία και υποστηρίζουν τη σημασία της χορήγησης του πλήρους σχήματος των δύο συνεδριών” συμπληρώνει.
Οι κλινικές μελέτες Φάσης III του alemtuzumab ήταν τυχαιοποιημένες, ανοιχτές, πιλοτικές μελέτες διετούς διάρκειας που συνέκριναν τη θεραπεία με alemtuzumab έναντι της υψηλής δόσης υποδόρια χορηγούμενη ιντερφερόνη βήτα-1α σε ασθενείς με ενεργή υποτροπιάζουσα-διαλείπουσα πολλαπλή σκλήρυνση, οι οποίοι είτε δεν είχαν λάβει προηγουμένως θεραπεία (CARE-MS I) είτε δεν είχαν ανταποκριθεί επαρκώς σε διαφορετική θεραπεία (CARE-MS II). Η νόσος ορίστηκε ως ενεργή εφόσον υπήρχαν τουλάχιστον δύο υποτροπές τα δύο προηγούμενα έτη και τουλάχιστον μια υποτροπή κατά το προηγούμενο έτος. Πάνω από το 90% των ασθενών που έλαβαν θεραπεία με alemtuzumab στις κλινικές μελέτες CARE-MS εντάχθηκαν στη μελέτη επέκτασης. Αυτοί οι ασθενείς ήταν υποψήφιοι να λάβουν επιπλέον αγωγή με alemtuzumab στη μελέτη επέκτασης, εφόσον εμφάνιζαν τουλάχιστον μία υποτροπή ή τουλάχιστον δύο νέες ή αυξανόμενες σε μέγεθος βλάβες στον εγκέφαλο ή τον νωτιαίο μυελό. Ήταν υποψήφιοι να λάβουν κάποια άλλη τροποποιητική της νόσου θεραπεία κατά τη διάρκεια της επέκτασης σύμφωνα με την κρίση του ερευνητή.
Κατά τις κλινικές μελέτες, οι σοβαρές ανεπιθύμητες ενέργειες που συσχετίστηκαν με το alemtuzumab ήταν αντιδράσεις σχετιζόμενες με την έγχυση, αυτοάνοσες διαταραχές (όπως θυρεοειδική νόσος, αυτοάνοσες κυτταροπενίες και νεφροπάθειες), λοιμώξεις και πνευμονίτιδα. Το alemtuzumab ενδέχεται να προκαλέσει υψηλό κίνδυνο κακοηθειών. Προγράμματα διαχείρισης κινδύνων που περιλαμβάνουν εκπαίδευση και παρακολούθηση συμβάλλουν στην έγκαιρη ανίχνευση και διαχείριση των κύριων αναγνωρισμένων και δυνητικών κινδύνων. Οι πιο συχνά αναφερόμενες ανεπιθύμητες ενέργειες του alemtuzumab είναι εξάνθημα, κεφαλαλγία, πυρεξία, ρινοφαρυγγίτιδα, ναυτία, λοίμωξη του ουροποιητικού, κόπωση, αϋπνία, λοίμωξη του ανώτερου αναπνευστικού, λοίμωξη από τον ιό του έρπητα, κνίδωση, κνησμός, διαταραχές του θυρεοειδούς αδένα, μυκητιασική λοίμωξη, αρθραλγία, πόνος στα άκρα, πόνος στη μέση, διάρροια, ρινοκολπίτιδα, στοματοφαρυγγικός πόνος, παραισθησία, ζάλη, κοιλιακό άλγος, έξαψη και έμετος.
Διαπιστευμένη δημοσιογράφος στο Υπουργείο Υγείας. Διπλωματούχος Διεθνών & Ευρωπαϊκών Σπουδών. Τακτικό μέλος της ΕΣΗΕΑ και του ΟΕΕ.
Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *
Δ