Τη διαπίστωση που προκύπτει από παρόμοιες μελέτες, ότι δηλαδή οι Έλληνες βάζουν όλο και βαθύτερα το χέρι στην τσέπη για την Υγεία τους την ώρα της ανάγκης, επιβεβαιώνει ανάλυση του Ιδρύματος Βιομηχανικών και Οικονομικών Ερευνών (ΙΟΒΕ).
Όπως προκύπτει πιο συγκεκριμένα από τη μελέτη του ΙΟΒΕ, την περίοδο 2010-15 οι ιδιωτικές δαπάνες υγείας – δηλαδή οι άμεσες καταβολές από τον οικογενειακό προϋπολογισμό – παρουσίασαν αύξηση κατά 30%, προκειμένου να καλυφθεί το κενό που άφησε η δημόσια δαπάνη για την υγεία, η οποία μειώθηκε το ίδιο διάστημα κατά 13% λόγω δημοσιονομικής προσαρμογής της χώρας.
Θα πρέπει να επισημανθεί βεβαίως, ότι ο μέσος όρος μηνιαίας δαπάνης ανά νοικοκυριό για την υγεία το 2015 παρουσίασε μείωση κατά 26,1%, σε απόλυτα μεγέθη, σε σχέση με το 2008 (107 ευρώ έναντι 142,1 ευρώ το 2008). Παρά ταύτα, το ποσοστό τους στο σύνολο των δαπανών των ελληνικών νοικοκυριών είναι υψηλότερο σε σχέση με το 2008. Όπως εξηγεί το ΙΟΒΕ, η εξέλιξη αυτή αποτυπώνει τη μειωμένη αγοραστική αξία των νοικοκυριών, την αυξημένη συμμετοχή των ασθενών στη δαπάνη του φαρμάκου αλλά και την ανελαστικότητα της δαπάνης για τις συγκεκριμένες κατηγορίες υπηρεσιών Υγείας.
Ειδικότερα, τα 2/3 της συνολικής δαπάνης κατευθύνονται για την κάλυψη νοσοκομειακών αναγκών και το υπόλοιπο προορίζεται για τη φαρμακευτική περίθαλψη. Όπως διαπιστώνει το ΙΟΒΕ, μετά το ξέσπασμα της οικονομικής κρίσης το βάρος των δαπανών των νοικοκυριών μετατοπίστηκε κυρίως προς την κάλυψη της φαρμακευτικής και νοσοκομειακής περίθαλψης, ενώ μικρή μείωση σημειώθηκε στις δαπάνες για τις οδοντιατρικές και παραϊατρικές υπηρεσίες. Είναι χαρακτηριστικό ότι το διάστημα 2009-2015 οι δαπάνες τόσο για φάρμακα όσο και για νοσοκομειακή περίθαλψη ενισχύθηκαν κατά 14,5 ποσοστιαίες μονάδες, λόγω αυξημένης συμμετοχής των ασθενών στη φαρμακευτική δαπάνη, στην πρώτη περίπτωση.
Αξίζει να σημειωθεί ότι ο περιορισμός της δημόσιας χρηματοδότησης οφείλεται κυρίως στη μείωση των δαπανών από τους Οργανισμούς Κοινωνικής Ασφάλισης (ΟΚΑ), ενώ οριακή είναι και η μείωση των δαπανών της Γενικής Κυβέρνησης, σύμφωνα με την ανάλυση του ΙΟΒΕ. Ενδεικτικά αναφέρεται πως η χρηματοδότηση από τους ΟΚΑ το 2014 αποτελούσε το 31,3% της συνολικής χρηματοδότησης, όταν το 2009 ξεπερνούσε το 43,1%.
Την ίδια ώρα, η συμμετοχή της ιδιωτικής ασφάλισης παρά το γεγονός ότι αυξήθηκε στο σύνολο της ιδιωτικής δαπάνης, συνεχίζει να καλύπτει ένα μικρό μέρος της. Πιο συγκεκριμένα, η ιδιωτική ασφάλιση υγείας περιορίζεται στο 3,6% της συνολικής χρηματοδότησης των δαπανών Υγείας, από 1,9% το 2009. Εκτιμάται πως η αιτία αυτού του φαινομένου θα πρέπει να αναζητηθεί κυρίως στη χαμηλή ασφαλιστική συνείδηση και λιγότερο στη μείωση του διαθέσιμου εισοδήματος.
Το ΙΟΒΕ επισημαίνει πάντως ότι το υπάρχον σύστημα μέτρησης του Δείκτη Τιμών Υγείας (ΔΤΥ) που ακολουθεί η ΕΛΣΤΑΤ, παρά το γεγονός ότι βασίζεται σε ευρωπαϊκά πρότυπα, δεν είναι αντιπροσωπευτικό της εξέλιξης των δαπανών της ιδιωτικής ασφάλισης στη χώρα μας. Ο σημαντικότερος λόγος είναι ότι ο Δείκτης αντανακλά μόνο την εξέλιξη των τιμών και όχι τη δαπάνη, καθώς δεν λαμβάνει υπόψη του τον όγκο των υπηρεσιών Υγείας, που «καταναλώνονται» σε μια συγκεκριμένη χρονική περίοδο. Η ίδια η σύνθεση άλλωστε του Δείκτη δεν είναι, σύμφωνα με το ΙΟΒΕ, αντιπροσωπευτική για την αποτύπωση του κόστους της ιδιωτικής Υγείας, καθώς από τη μία περιλαμβάνει αγαθά και υπηρεσίες που δεν καλύπτονται από την ιδιωτική ασφάλιση Υγείας, ενώ την ίδια στιγμή δεν διαχωρίζει τη δαπάνη στα δημόσια και τα ιδιωτικά νοσοκομεία.
Πηγή: kathimerini.gr
Διαπιστευμένη δημοσιογράφος στο Υπουργείο Υγείας. Διπλωματούχος Διεθνών & Ευρωπαϊκών Σπουδών. Τακτικό μέλος της ΕΣΗΕΑ και του ΟΕΕ.
Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *
Δ