Περισσότερα από €75 δις διεθνώς και €30 δις πανευρωπαϊκά επενδύονται κάθε χρόνο στη φαρμακευτική έρευνα, σύμφωνα με την Ευρωπαϊκή Ομοσπονδία Φαρμακευτικών Επιχειρήσεων και Συνδέσμων (EFPIA). Η Ελλάδα, ωστόσο, παίρνει ένα πολύ μικρό “κομμάτι” αυτής της “πίτας”, ενώ θα μπορούσε να προσελκύσει επενδύσεις ύψους €250 εκ. το χρόνο.
Το Βέλγιο, για παράδειγμα, προσελκύει περίπου €2,5 δις τέτοιων μελετών, καλύπτοντας με αυτόν τον τρόπο σχεδόν το 50% των αναγκών των πολιτών σε φάρμακα. Στην Ελλάδα, όμως, μία χώρα με ανάλογο πληθυσμό εκείνου του Βελγίου επενδύονται λιγότερα από €80 εκ.! Από αυτά, 20% (16 εκ. €) αποδίδεται στο Ελληνικό Δημόσιο, 15% (12 εκ. €) στα συμμετέχοντα Νοσοκομεία και 5% (4 εκ. €) στους φορείς οικονομικής διαχείρισης ΕΛΚΕΑ/ΕΛΚΕ], καλύπτοντας έτσι μόνο το 4% των φαρμακευτικών αναγκών.
“Οι κλινικές μελέτες αποτελούν μία μεγάλη ευκαιρία, η οποία παραμένει ανεκμετάλλευτη” υπογραμμίζει ο Σύνδεσμος Φαρμακευτικών Επιχειρήσεων Ελλάδας (ΣΦΕΕ), ο οποίος ενόψει της Παγκόσμιας Ημέρα Κλινικών Μελετών (20 Μαΐου) αναδεικνύει το σπουδαίο ρόλο της κλινικής έρευνας για την πρόσβαση των ασθενών σε καινοτόμα φάρμακα και την οικονομία της χώρας.
“Η κλινική έρευνα αποτελεί μια σημαντική επένδυση με υψηλή προστιθέμενη αξία και για τους ασθενείς και για την οικονομία. Τα οφέλη είναι πολλά, ιδίως για τους ασθενείς, που συμμετέχουν στις κλινικές μελέτες, στους οποίους παρέχονται ταχεία πρόσβαση σε νέες θεραπείες, δωρεάν φάρμακα και εργαστηριακές και διαγνωστικές εξετάσεις, ενώ έχουν συνεχή και υψηλού επιπέδου ιατρική παρακολούθηση. Ταυτόχρονα, όμως, προσελκύει διεθνή κεφάλαια, εισάγει ερευνητική τεχνογνωσία, ενισχύει την επιχειρηματικότητα και την απασχόληση, δημιουργώντας καλά αμειβόμενες θέσεις εργασίας και απασχολώντας εξειδικευμένο επιστημονικό ανθρώπινο δυναμικό υψηλής εκπαίδευσης, χωρίς καμία επιβάρυνση για την Ελληνική Πολιτεία” αναφέρει σχετικά.
Οι κλινικές μελέτες διεξάγονται διεθνώς και στη χώρα μας κάτω από αυστηρό επιστημονικό, κανονιστικό, νομικό πλαίσιο, ακολουθώντας διεθνείς κανονισμούς (ICH-GCP) που διασφαλίζουν την ασφάλεια και ακεραιότητα των συμμετεχόντων ασθενών, ενώ οι διαδικασίες παρακολουθούνται από συνεχείς ελέγχους (audits/inspections) τοπικών, αλλά και διεθνών αρχών και οργανισμών (ΕΟΦ, EMA, FDA).
Ο ΣΦΕΕ εκτιμά πως η χώρα μας πληροί όλες εκείνες τις προϋποθέσεις για να προσελκύσει τις επενδύσεις που δικαιούται σε κλινική έρευνα, ζητώντας η αξιοποίησή τους να τεθεί ως προτεραιότητα της πολιτικής υγείας.
“Αν και έχουν γίνει βήματα για την προσέλκυση επενδύσεων υπάρχει ακόμη μεγάλο πεδίο επέκτασής τους και το οποίο για να καλυφθεί χρειάζεται συντεταγμένος και δομημένος τρόπος από όλα τα εμπλεκόμενα μέρη” αναφέρει σχετικά, τονίζοντας πως η Ελλάδα θα μπορούσε να αναδειχθεί σε Κέντρο Διεξαγωγής Κλινικών Μελετών με διεθνή απήχηση που θα δώσει νέα πνοή και ώθηση, τόσο στη Δημόσια Υγεία, όσο και την Εθνική Οικονομία.
Για την επίτευξη του προαναφερόμενου στόχου, προσθέτει, απαιτείται η χώρα να καταστεί ανταγωνιστική και ζητά εξορθολογισμό και βελτιστοποίηση του θεσμικού πλαισίου, αντιμετώπιση της γραφειοκρατίας και επιτάχυνση των σχετικών ζητημάτων. Όπως εκτιμά, ο ΣΦΕΕ, η Ελλάδα θα μπορούσε σε βάθος 3ετίας να προσελκύσει επενδύσεις ύψους €250 εκ. το χρόνο.
“Ο κλάδος του φαρμάκου, παρ’ όλες τις πιέσεις, παραμένει ένας κλάδος που μπορεί να προσφέρει ανάπτυξη και θέσεις εργασίας. Όλοι οι εμπλεκόμενοι φορείς θα πρέπει να πράξουν περισσότερα για να διεξαχθούν περισσότερες κλινικές μελέτες στην Ελλάδα. Ήδη σε παγκόσμιο επίπεδο βρίσκονται υπό ανάπτυξη 7.000 νέα φάρμακα. Οφείλουν να εξασφαλίσουν ότι οι πολίτες της χώρας μας θα έχουν πρόσβαση σε αυτά” καταλήγει.
Διαπιστευμένη δημοσιογράφος στο Υπουργείο Υγείας. Διπλωματούχος Διεθνών & Ευρωπαϊκών Σπουδών. Τακτικό μέλος της ΕΣΗΕΑ και του ΟΕΕ.
Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *
Δ