Κραυγή αγωνίας βγαίνει από ασθενείς με θαλασαιμία και μεσογειακή αναιμία για τις ελλείψεις φιαλών αίματος στα νοσοκομεία. Σοκαριστικά είναι όσα δηλώνουν εκπρόσωποι συλλόγων ασθενών για το γεγονός ότι κάποιοι πολυμεταγγιζόμενοι αναγκάζονται να καταφύγουν στον χρηματισμό αιμοδοτών για να εξασφαλίσουν μια φιάλη αναγκαίου αίματος.
Επιστολή έστειλαν πριν λίγες μέρες μέχρι και στον πρωθυπουργό ο Πανελλήνιος Σύλλογος Πασχόντων από Μεσογειακή Αναιμία και Δρεπανοκυτταρική Νόσο (ΠΑΣΠΑΜΑ) και η Πανελλήνια Εταιρία Προστασίας Πασχόντων από Μεσογειακή Αναιμία για τις ελλείψεις αίματος με συνέπεια την καθυστέρηση μεταγγίσεων σε 700 άτομα στο Παίδων Αγία Σοφία. Όπως εξήγησε στο Virus.com.gr η γενική γραμματέας του ΠΑΣΠΑΜΑ και ιατρός Βιοπαθολόγος, Δ/ντρια ΕΣΥ στο Αιματολογικό εργαστήριο του νοσοκομείο Παίδων «Η Αγία Σοφία», Ιωάννα Μυρίλλα πρόκειται για παιδιά και ενήλικες που υπόκεινται σε τακτική πολυμετάγγιση. «Φρένο» έχει μπει στις μεταγγίσεις, φαινόμενο που παρατηρείται πιο έντονα το τελευταίο διάστημα, δηλαδή σταμάτησαν οι μεταγγίσεις σε χρήζοντες δυο φιαλών κάθε 15ημερς με ομάδα αίματος 0- και σε δέκτες αίματος 0+ και Α+ χορηγούνται από μια μονάδα. Οι ασθενείς αναγκάζονται να αναζητούν μόνοι τους αιμοδότες και οι οποίοι πρέπει να είναι σε θέση να αιμοδοτήσουν.
Η αναβολή της μετάγγισης ενός ασθενούς θα επηρεάσει και τον αμέσως επόμενο δημιουργώντας προβλήματα στην ροή της διαδικασίας και ένα «γαϊτανάκι» προβλημάτων, εξηγεί ο πρόεδρος της Ελληνικής Ομοσπονδίας Θαλασσαιμμίας (Ε.Ο.ΘΑ.) Γεώργιος Σβάρνας. Τεχνικά προβλήματα προκύπτουν καθώς οι υπομεταγγγιζόμενοι ασθενείς θα πρέπει να λάβουν νωρίτερα από τον αρχικό προγραμματισμό νέα φιάλη αίματος με αποτέλεσμα να μην υπάρχουν κρεβάτια, όπως περιγράφει η κ. Μυρίλλα. Τα προβλήματα είναι ορατά και στην υγεία των πολυμεταγγιζόμενων με συνέπειες στην πορεία της ασθένειας αλλά και στον προγραμματισμό της καθημερινότητας των ασθενώων. Η αναστάτωση που προκαλείται έχει αντίκτυπο στην εργασία αλλά και σε όλες τις εκφάνσεις της ζωής τους.
Το δε πρόβλημα στο νοσοκομείο «Αγία Σοφία» είναι χρόνιο, αλλά το τελευταίο διάστημα ελαττώθηκαν οι μονάδες αίματος που εισάγονται από την Ελβετία, όπως αποσαφηνίζει η κ. Μυρίλλα. Στις εβδομαδιαίες αποστολές αντί των 450 μονάδων, επί δυο συνεχόμενες φορές εστάλησαν 300, δηλαδή 150 λιγότερες. Συνεπώς, 70 ασθενείς δεν μπορούν να μεταγγιστούν και οι σύλλογοι κάνουν έκκληση στο υπουργείο και στο Κέντρο Εθνικής Αιμοδοσίας για να βρεθεί λύση.
Επιπλέον, το ζήτημα των ελλείψεων φιαλών αίματος είναι «πολύ μεγάλο θέμα το καλοκαίρι, αλλά τώρα με τον κορονοϊό το πρόβλημα έχει διογκωθεί» υποστηρίζει ο κ. Σβάρνας. Ο φόβος για τα νοσοκομεία δρα ανασταλτικά στους υποψήφιους αιμοδότες. Εμπόδιο στέκεται και η Ελληνική νοοτροπία, καθώς σπεύδουμε να δώσουμε αίμα μόνο όταν κάποιος συγγενής ή φίλος έχει ανάγκη, όπως περιγράφει ο κ. Σβάρνας. Χαρακτηριστικά, ο ίδιος σχολιάζει «δεν έχουμε μάθει να δίνουμε εθελοντικά αίμα έτσι γιατί μπορούμε γιατί είναι στο χέρι μας να δίνουμε αίμα».
Η μεγαλύτερη ένταση του προβλήματος εστιάζεται στην Αθήνα λόγω του μεγαλύτερου πληθυσμού και δεν είναι δυνατή η συγκέντρωση των απαραίτητων φιαλών για τους χρήζοντες μετάγγισης. «Οι μεταγγιζόμενοι ασθενείς με θαλασσαιμία και η μεσογειακή αναιμία θέλουν αίμα λίγο ημερών. Ένα άτομο που έχει χειρουργηθεί ή έχει τρακάρει μπορεί να πάρει μια φιάλη αίματος 10 ημερών. Σε αντίθετη περίπτωση, ο ασθενής σε με θαλασαιμία θα πρέπει να πάει σε λίγες μέρες να κάνει πάλι μετάγγιση» τονίζει ο κ. Σβάρνας. Μεταγγίσεις ανά δεκαπενθήμερο χρειάζονται στην Αθήνα 1.500 άτομα ενώ σε όλη την ελληνική επικράτεια υπολογίζονται 3.5 με 4.000 ασθενείς.
Αιμοδότης επί χρήμασι
Συνήθως, για την κάλυψη των αναγκών κινητοποιούνται συγγενείς, φιλικό περιβάλλον αλλά και σύλλογοι εθελοντών. Ωστόσο, ο πρόεδρος της ομοσπονδίας στηλιτεύει το φαινόμενο κάποιοι κάνουν δώρα χρηματικά για να πάει ο άλλος να δώσει αίμα». Οι ασθενείς αναγκάζονται να καταφεύγουν σε τέτοιες λύσεις εξηγεί ο κ. Σβάρνας σημειώνοντας ότι «γυρνάμε σε περιόδους του 70’ και του 80’ που η εθελοντική αιμοδοσία δεν υπήρχε ως θεσμός και ο κόσμος για να δώσει αίμα χρηματιζόταν». Την επικινδυνότητα της επί πληρωμή αιμοδοσίας για όλους τους λήπτες, υπογραμμίζει η κ. Μυρίλλα, γιατί «ο αιμοδότης προκειμένου να πληρωθεί μπορεί να πει ψέματα». Σημειωτέον είναι ότι η μονάδα αίματος μπορεί να χορηγηθεί σε οποιοδήποτε άλλον πέρα αυτού που έχει πληρώσει.
Σε αυτή την κατάσταση συμβάλει η κακή διαχείριση του αίματος στα τμήματα αιμοδοσίας σε κάποια νοσοκομεία, όπως εξηγεί ο κ. Σβάρνας, ζήτημα για το οποίο οι ενώσεις και οι σύλλογοι ασθενών αγωνίζονται να επιλυθεί. «Δεν πετιούνται οι φιάλες, απλά περνάνε οι ημέρες» διευκρινίζει ο πρόεδρος της ομοσπονδίας και επομένως ο ασθενής με θαλασσαιμία ή μεσογειακή αναιμία θα πρέπει να αναζητήσει νέο αιμοδότη.
Λύση θα μπορούσε να βρεθεί με την κεντρική διαχείριση των αιμοδοσιών, συμφωνεί και η κ. Μυρίλλα. Η ίδια εκτιμά ότι κάθε νοσοκομείο θα μπορούσε να πραγματοποιεί αιμοδοσία και εξωτερικές αιμοληψίες στην περιοχή του, χωρίς να χρειάζονται κοστοβόρες μετακινήσεις κινητών ομάδων σε απομακρυσμένες περιοχές. Με ένα κεντρικό λογισμικό μέσω του ΚΕΑ, που έχει καθυστερήσει να το υλοποιήσει, σύμφωνα με την κ. Μυρίλλα, θα μπορούσαν να «μεταφερθούν» μονάδες αίματος από νοσοκομεία που ήδη έχουν καλύψει τις ανάγκες τους σε άλλα που τις χρειάζονται.
Ως παράδειγμα η βιοπαθολόγος φέρνει το τμήμα αιμοδοσίας του Ν. «Παίδων», το οποίο έχει ανάγκη για τους ασθενείς με μεσογειακή αναιμία περίπου 35χιλιάδες μονάδες τον χρόνο. Εξ αυτών 21.500 καλύπτονται από την Ελβετία, ενώ το υπόλοιπο θα έπρεπε να καλύπτεται από την χώρα μας. Παρά το γεγονός ότι το Ν. «Παίδων» κάνει εξορμήσεις και συλλέγει 15 χιλιάδες μονάδες αίμα δεν φθάνει για να καλύψει τις τεράστιες ανάγκες, όχι μόνο για ασθενείς με μεσογειακή αναιμία αλλά και των ογκολογικών περιστατικών παιδιών του νοσοκομείου Ελπίδα.
Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *
Δ