Ως ασπίδα λειτουργούν τα μονοκλωνικά αντισώματα απέναντι στον κίνδυνο νοσηλείας και θανάτου. Ερευνητές χορήγησαν υποδόρια αντισώματα σε μη νοσηλευόμενους ασθενείς υψηλού κινδύνου με ήπια έως μέτρια συμπτώματα COVID-19.
Αξιοσημείωτο είναι ότι μέχρι τώρα μόνο η ενδοφλέβια χορήγησή τους έχει αξιολογηθεί σε δημοσιευμένες τυχαιοποιημένες κλινικές δοκιμές. Όμως η υποδόρια χορήγηση μπορεί να εξασφαλίσει τη δυνατότητα χορήγησης σε μη νοσηλευόμενους ασθενείς. Σε αυτό θα συμβάλλει και η εξειδίκευση του ιατρονοσηλευτικού προσωπικού για τη χορήγηση της θεραπείας.
Τα ευρήματα της προοπτικής μελέτης των Erin K McCreamy και συνεργατών που δημοσιεύτηκε πρόσφατα στην έγκριτη επιστημονική επιθεώρηση JAMA Network Open 2022;5(4):e226920 παρουσιάζουν περιληπτικά οι ιατροί της Θεραπευτικής Κλινικής της Ιατρικής Σχολής του Εθνικού και Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών Θεοδώρα Ψαλτοπούλου, Γιάννης Ντάνασης, Πάνος Μαλανδράκης και Θάνος Δημόπουλος (Πρύτανης ΕΚΠΑ).
Επιδίωξη ήταν η μελέτη να εξετάσει εάν η υποδόρια θεραπεία με casirivimab 600mg και imdevimab 600mg σχετίζεται με μειωμένο κίνδυνο νοσηλείας και θανάτου 28 ημέρες μετά τη διάγνωση COVID-19 σε ασθενείς που πληρούν τα κριτήρια για τη χορήγηση μονοκλωνικών αντισωμάτων έναντι της COVID-19. Επίσης οι ερευνητές αξιολόγησαν εάν τα αποτελέσματα της υποδόριας θεραπείας είναι παρόμοια με την ενδοφλέβια θεραπεία με casirivimab 600mg και imdevimab 600mg.
Ο πληθυσμός της μελέτης ήταν 1959 ενήλικες με ήπια έως μέτρια συμπτώματα COVID-19, 969 ασθενείς με μέση ηλικία 54 έτη (56% γυναίκες) έλαβαν το συνδυασμό των μονοκλωνικών αντισωμάτων σε υποδόρια έγχυση και το ποσοστό νοσηλείας ή θανάτου εντός 28 ημερών ήταν 3.4% συγκριτικά με 7% μεταξύ όσων δεν έλαβαν μονοκλωνικά αντισώματα (1306 ασθενείς). Η διαφορά μεταξύ των δύο ομάδων ήταν στατιστικά σημαντική. Μεταξύ 2185 ασθενών που έλαβαν το συνδυασμό των μονοκλωνικών αντισωμάτων είτε υποδορίως (969 άτομα) είτε ενδοφλεβίως (1216 άτομα), το ποσοστό νοσηλείας ή θανάτου εντός 28 ημερών ήταν 2.8% και 1.7%, αντίστοιχα. Η διαφορά της τάξεως του 1.5% μεταξύ των δύο ομάδων ήταν μη στατιστικά σημαντική. Επιπλέον, δεν υπήρχε διαφορά μεταξύ όσων έλαβαν το συνδυασμό των μονοκλωνικών αντισωμάτων ενδοφλεβίως και όσων το έλαβαν υποδορίως όσον αφορά στον κίνδυνο για εισαγωγή σε μονάδα εντατικής θεραπείας ή στην ανάγκη για μηχανικό αερισμό.
Οι ερευνητές διαπίστωσαν η υποδόρια χορήγηση του συνδυασμού των μονοκλωνικών αντισωμάτων casirivimab και imdevimab συσχετίστηκε με μείωση των νοσηλειών και των θανάτων σε μη νοσηλευόμενους ασθενείς με ήπια και μέτρια συμπτώματα COVID-19 συγκριτικά με όσους δεν έλαβαν τα μονοκλωνικά αντισώματα. Η υποδόρια χορήγηση των μονοκλωνικών αντισωμάτων, εφόσον εγκριθεί από τις ρυθμιστικές αρχές, μπορεί δυνητικά να αυξήσει τη δυνατότητα πρόσβασης των ασθενών με COVID-19 σε αυτή τη θεραπεία ακόμα και σε περιοχές με περιορισμένους πόρους.
Το virus.com.gr σας φέρνει καθημερινά τις πιο έγκυρες ειδησεις από τον χώρο της πολιτικής υγείας και φαρμάκου
Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *
Δ