Το κατά πόσον η πανδημία του covid-19 ήταν υπεύθυνη για μια δευτερογενή πανδημία κακής ψυχικής υγείας απασχολεί την επιστημονική κοινότητα. Νεότερη μελέτη καταδεικνύει ότι ο γενικός πληθυσμός δεν επηρεάστηκε τόσο δραματικά όσο πιστεύαμε.
Μεγάλος όγκο ερευνών έχει διεξαχθεί αλλά αμφισβητείται σε κάποιες περιπτώσεις η ποιότητας τους για το πως ενθαρρύνει την επιλογή ευρημάτων που ταιριάζουν με προκατασκευασμένες υποθέσεις. Στις έρευνες που αξιολογήθηκε η ψυχική υγεία των συμμετεχόντων τόσο πριν όσο και μετά την έναρξη της πανδημίας, κρίνεται ότι δεν ήταν επιρρεπείς σε μεροληψίες επιλογής που σχετίζονται με την πανδημία, τουλάχιστον στις αρχικές αξιολογήσεις.
Οι συγγραφείς της νεότερης μελέτης, με κύριο συγγραφέα τον D B Thombs, συμπεριέλαβαν αποτελέσματα από εντυπωσιακές 134 κοορτές, κυρίως από χώρες υψηλού ή ανώτερου μεσαίου εισοδήματος, που εξέταζαν τις αλλαγές στη γενική ψυχική υγεία, την κατάθλιψη και το άγχος. Οι ερευνητές δεν εντόπισαν στοιχεία στο γενικό πληθυσμό (όχι υψηλού κινδύνου) για αλλαγές στη γενική ψυχική υγεία, εκτός από μια μικρή επιδείνωση των συμπτωμάτων κατάθλιψης. Είναι ενδιαφέρον ότι οι μελέτες με αρκετές μετρήσεις παρακολούθησης κατά τη διάρκεια του 2020 (κατά τη διάρκεια της πανδημίας) υπέδειξαν ένα είδος επίδρασης σοκ στην ψυχική υγεία στην αρχή της πανδημίας, η οποία στις περισσότερες μελέτες σταθεροποιήθηκε στα προ της πανδημίας επίπεδα αργότερα το 2020 ή το 2021. Έτσι, ο χρόνος των αξιολογήσεων κατά τη διάρκεια της πανδημίας μπορεί να επηρεάσει τα ευρήματα. Η αναφερόμενη ελάχιστη επιδείνωση των συμπτωμάτων κατάθλιψης θα μπορούσε να είχε συμβεί ακόμη και χωρίς την πανδημία. Μάλιστα, μεμονωμένες μελέτες ανέφεραν αυξήσεις στην κατάθλιψη, το άγχος και τις εισαγωγές σε ψυχιατρικά νοσοκομεία που άρχισαν πριν από την πανδημία.
Μελέτες που συγκρίνουν τη γενική ψυχική υγεία, τα συμπτώματα άγχους ή τα συμπτώματα κατάθλιψης που αξιολογήθηκαν από την 1η Ιανουαρίου 2020 ή αργότερα με αποτελέσματα που συλλέχθηκαν από την 1η Ιανουαρίου 2018 έως την 31η Δεκεμβρίου 2019 σε οποιονδήποτε πληθυσμό και περιλαμβάνουν ≥90% των ίδιων συμμετεχόντων πριν και κατά τη διάρκεια της πανδημίας covid-19 ή χρησιμοποιούν στατιστικές μεθόδους για να ληφθούν υπόψη τα δεδομένα που λείπουν.
Οι μεταβολές των συμπτωμάτων που αξιολογήθηκαν με μετρήσεις αποτελεσμάτων που αναφέρθηκαν από τους ασθενείς ψυχικής υγείας στη πανδημία covid-19 έχουν αναφερθεί ως μεταβολές στις συνεχείς βαθμολογίες και ως ποσοστό των συμμετεχόντων στη μελέτη πάνω από ένα όριο. Οι μεταβολές των συμπτωμάτων που μετρούνται συνεχώς παρουσιάζονται ως τυποποιημένη μέση διαφορά (SMD), η οποία περιγράφει την αλλαγή με βάση τις τυπικές αποκλίσεις εντός της ομάδας και όχι ως ακατέργαστες βαθμολογίες αλλαγής, οι οποίες είναι συγκεκριμένες για κάθε μέτρο και δεν συγκρίνονται εύκολα μεταξύ των μέτρων. Ενδεικτικά, το σχήμα δείχνει το ποσό της αλλαγής, υποθέτοντας μια κανονική κατανομή, για SMD 0,25. Η υποθετική μοβ κατανομή αντιπροσωπεύει τις βαθμολογίες πριν από το covid-19 και η πορτοκαλί κατανομή αντιπροσωπεύει τις βαθμολογίες μετά το covid-19, με μια μέση αύξηση των συμπτωμάτων της τάξης του SMD 0,25.
Μέχρι τις 11 Απριλίου 2022, εξετάστηκαν 94 411 μοναδικοί τίτλοι και περιλήψεις, συμπεριλαμβανομένων 137 μοναδικών μελετών από 134 κοόρτες. Οι περισσότερες μελέτες προέρχονταν από χώρες υψηλού εισοδήματος (n=105, 77%) ή ανώτερου μεσαίου εισοδήματος (n=28, 20%).
Στον γενικό πληθυσμό δεν βρέθηκαν μεταβολές για τη γενική ψυχική υγεία (τυποποιημένη μέση διαφορά (SMD) μεταβολής 0,11 εμπιστο, 95% διάστημα σύνης -0,00 έως 0,22 ή τα συμπτώματα άγχους (0,05, -0,04 έως 0,13), αλλά τα συμπτώματα κατάθλιψης επιδεινώθηκαν ελάχιστα (0,12, 0,01 έως 0,24).
Μεταξύ των γυναικών, η γενική ψυχική υγεία επηρεάστηκε κατά 0,22, 0,08 έως 0,3, τα συμπτώματα άγχους (0,20, 0,12 έως 0,29) και τα συμπτώματα κατάθλιψης (0,22, 0,05 έως 0,40) επιδεινώθηκαν ελάχιστα. Σε 27 άλλες αναλύσεις σε όλους τους τομείς αποτελεσμάτων μεταξύ υποομάδων εκτός των γυναικών, πέντε αναλύσεις υπέδειξαν ότι τα συμπτώματα επιδεινώθηκαν κατά ελάχιστα ή μικρά ποσά και δύο. Καμία άλλη υποομάδα δεν παρουσίασε αλλαγές σε όλους τους τομείς αποτελεσμάτων. Σε τρεις μελέτες με δεδομένα από τον Μάρτιο έως τον Απρίλιο του 2020 και στα τέλη του 2020, τα συμπτώματα παρέμειναν αμετάβλητα σε σχέση με τα επίπεδα πριν από το Covid-19 και στις δύο αξιολογήσεις ή αυξήθηκαν αρχικά και στη συνέχεια επέστρεψαν στα επίπεδα πριν από το Covid-19. Υπήρχε σημαντική ετερογένεια και κίνδυνος μεροληψίας σε όλες τις αναλύσεις.
Οι ερευνητές κατέληξαν πως ο υψηλός κίνδυνος μεροληψίας σε πολλές μελέτες και η σημαντική ετερογένεια συνιστούν προσοχή στην ερμηνεία των αποτελεσμάτων. Παρ’ όλα αυτά, οι περισσότερες εκτιμήσεις αλλαγής των συμπτωμάτων για τη γενική ψυχική υγεία, τα συμπτώματα άγχους και τα συμπτώματα κατάθλιψης ήταν κοντά στο μηδέν και μη στατιστικά σημαντικές, ενώ οι σημαντικές αλλαγές ήταν ελάχιστου ή μικρού μεγέθους. Μικρές αρνητικές αλλαγές σημειώθηκαν για τις γυναίκες σε όλους τους τομείς. Οι συγγραφείς θα επικαιροποιήσουν τα αποτελέσματα αυτής της συστηματικής ανασκόπησης καθώς θα συγκεντρώνονται περισσότερα στοιχεία, με τα αποτελέσματα των μελετών να αναρτώνται στο διαδίκτυο εδώ.
Το virus.com.gr σας φέρνει καθημερινά τις πιο έγκυρες ειδησεις από τον χώρο της πολιτικής υγείας και φαρμάκου
Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *
Δ