Βάση για την παραγωγική ανασυγκρότηση της χώρας προσδοκά η Κυβέρνηση να αποτελέσει το νέο 4ετές Σχέδιο Δράσης για την ανάπτυξη της εγχώριας φαρμακοβιομηχανίας (εδώ), που παρουσιάστηκε σε ειδική Ημερίδα (εδώ), και το οποίο επιχειρεί να συνδυάσει την παραγωγική προοπτική και την κοινωνική ανταποδοτικότητα, στο δρόμο προς μία «δίκαιη ανάπτυξη».
Η επιδίωξη αυτή βασίζεται στην πεποίθηση ότι οι εγχώριες δυνατότητες και οι παγκόσμιες τάσεις δημιουργούν μεγάλες ευκαιρίες, ώστε η έρευνα και παραγωγή να στηριχθούν και να αποτελέσουν συστατικό της νέας παραγωγικής ταυτότητας της χώρας.
«Το σχέδιο δράσης για το φάρμακο αποτελεί υπόδειγμα για το πώς θα μπορέσουμε να ανακτήσουμε την πολιτική μας αυτονομία, εντάσσοντας τις μνημονιακές μας υποχρεώσεις σε ευρύτερα πλαίσια πολιτικής που θα υπερβαίνουν τα μνημόνια και θα θέτουν τις βάσεις για τη μεταμνημονιακή Ελλάδα» ανέφερε σχετικά ο Αντιπρόεδρος της Κυβέρνησης, Γιάννης Δραγασάκης. Όπως είπε, προ κρίσης το καθεστώς ευνοούσε την κερδοσκοπία και την ανεξέλεγκτη αύξηση της δαπάνης, ενώ στη συνέχεια εφαρμόστηκε μια μονόπλευρη πολιτική μείωσης των τιμών και της δαπάνης, ερήμην των αναγκών της κοινωνίας και της ανάγκης να έχει η χώρα εγχώρια παραγωγική βάση. «Δεν είναι στόχος μας να δημιουργήσουμε ένα παλαιού τύπου προστατευτικό καθεστώς, αλλά ένα σύγχρονο πλαίσιο βιωσιμότητας που θα αξιοποιεί τις δυνατότητες διεθνούς συνεργασίας με ιδιωτικούς και δημόσιους φορείς, ερευνητικά κέντρα και επιχειρήσεις» τόνισε ο κος Δραγασάκης.
Την ανάγκη συνεργασίας για να πάει η χώρα μπροστά και για να υπάρξει εθνική αναπτυξιακή στρατηγική πέρα από τα μνημόνια, αναγνώρισε ο πρόεδρος του Συνδέσμου Ελλήνων Βιομηχάνων (ΣΕΒ), Θεόδωρος Φέσσας, επισημαίνοντας ωστόσο ότι οι στόχοι οφείλουν πέρα από φιλόδοξοι να είναι και ρεαλιστικοί, χωρίς ιδεολογικά στεγανά.
«Είμαστε στον ένατο χρόνο ύφεσης και τον έβδομο χρόνο μνημονίων. Φαίνεται ότι αντέχουμε, αλλά η ανάπτυξη είναι εξαιρετικά αδύναμη. Υπάρχουν δραματικές επιπτώσεις σε επιχειρήσεις και νοικοκυριά λόγω της υπερφορολόγησης, ενώ το επιχειρηματικό περιβάλλον παραμένει δυσμενές» ανέφερε χαρακτηριστικά, επισημαίνοντας ότι ενώ έχουν αποκατασταθεί οι μακροοικονομικές ισορροπίες, δεν έχει αποκατασταθεί ακόμη η εμπιστοσύνη. «Ας μην γελιόμαστε. Το κράτος δεν μπορεί να αποτελέσει το ίδιο πηγή πλούτου. Καλές, σταθερές και βιώσιμες δουλειές μπορεί να προσφέρει μόνο ο ιδιωτικός τομέας» πρόσθεσε.
Επιλογή χωρίς επιστροφή χαρακτήρισε – στο μεταξύ – ο Υπουργός Υγείας, Ανδρέας Ξανθός, τη λειτουργία της φαρμακευτικής αγοράς με κοινωνικούς όρους. «Κανείς δεν δικαιούνται να αναπολεί την προηγούμενη περίοδο της ανεξέλεγκτης και κερδοσκοπικής έκρηξης της φαρμακευτικής δαπάνης» σημείωσε σχετικά. Ανέδειξε, παράλληλα, την ανάγκη να συνδυαστεί, με συγκεκριμένα μέτρα εφαρμοσμένης πολιτικής, η καθολική και ισότιμη πρόσβαση στα νέα φάρμακα που πραγματικά έχουν αποδεδειγμένο κλινικό όφελος και μετρήσιμη κλινική αποτελεσματικότητα, με την οικονομική δυνατότητα και τη βιωσιμότητα των δημόσιων συστημάτων υγείας των χωρών.
«Αυτό που χρειάζεται είναι μια νέα εθνικής φαρμακευτικής πολιτικής, ενός νέου ισχυρού κοινωνικού συμβολαίου ανάμεσα στην Πολιτεία, τους επαγγελματίες υγείας, τους επιχειρηματίες στον τομέα του φαρμάκου και την κοινωνία, στηριγμένου σε διαφανείς συμφωνίες, σε σαφείς δεσμεύσεις, σε μηχανισμούς ελέγχου και σε μία νέα κουλτούρα κοινωνικής ευθύνης» τόνισε, υπογραμμίζοντας τον κρίσιμο ρόλο προώθησης των εγχωρίως παραγομένων γενοσήμων, τόσο από άποψη ποιότητας της υγειονομικής φροντίδας και προστασίας όσο κι από την άποψη της παραγωγικής ανασυγκρότησης της χώρας.
Σύμφωνα με την Υφυπουργό Οικονομίας, Θεοδώρα Τζάκρη, η εγχώρια φαρμακοβιομηχανία μπορεί να προσφέρει απασχόληση και νέες θέσεις εργασίας σε ανθρώπινο δυναμικό υψηλής κατάρτισης και εξειδίκευσης, περιορίζοντας έτσι τη μετανάστευση επιστημόνων. Παράλληλα, η αύξηση του μεριδίου των γενοσήμων που σήμερα είναι το χαμηλότερο στην ΕΕ (28%) θα συμβάλλει στη μείωση της δαπάνης για το φάρμακο.
«Η ανάπτυξη της εγχώριας φαρμακοβιομηχανίας εξυπηρετεί δύο εξαιρετικά κρίσιμης σημασίας εθνικούς στόχους: την περιστολή της δημόσιας φαρμακευτικής δαπάνης και την ανάσχεση του brain drain» ανέφερε χαρακτηριστικά.
Όπως, άλλωστε, επισήμανε και αναπλ. Υπουργός Παιδείας, Κώστας Φωτάκης, η λήψη μέτρων για την αναστροφή της φυγής νέων επιστημόνων στο εξωτερικό, βρίσκεται στον πυρήνα υλοποίησης του Σχεδίου. «Είναι ανάγκη να διαμορφώσουμε θεσμούς μακράς πνοής που να δημιουργούν ευκαιρίες και θύλακες επιστημονικής και επιχειρηματικής ποιότητας για την έμπνευση και απελευθέρωση του ερευνητικού δυναμικού της χώρας, χωρίς άνωθεν περιορισμούς, παρεμβάσεις και αγκυλώσεις, όπως είναι η σημαντική πρωτοβουλία για τη σύσταση του Ελληνικού Ιδρύματος Έρευνας και Καινοτομίας» επισήμανε.
Στην υλοποίηση της μελέτης στάθηκε από την πλευρά του ο Πρόεδρος της Πανελλήνιας Ένωσης Φαρμακοβιομηχανίας (ΠΕΦ), Θεόδωρος Τρύφων. «Το ζητούμενο τώρα είναι να μην μείνουν οι προτάσεις για άλλη μια φορά σε κάποιο συρτάρι αλλά να υλοποιηθούν οι δράσεις σε ορίζοντα 18 μηνών» ανέφερε σχετικά, τονίζοντας την ανάγκη η χώρα να πάει «στην ανάπτυξη με τρένο και όχι με κάρο».
Ο κος Τρύφων αναφέρθηκε, μεταξύ άλλων, στο ελληνικό παράδοξο της μείωσης των τιμών στα ελληνικά σκευάσματα τα τελευταία τέσσερα χρόνια, υπογραμμίζοντας την ανάγκη στροφής του ενδιαφέροντος στον έλεγχο του όγκου και στο μείγμα κατανάλωσης. Προειδοποίησε, παράλληλα, για τους κινδύνους να σβηστούν οι ελληνικές επιχειρήσεις από το χάρτη αν συνεχιστεί η συνεχής αύξηση των εκπτώσεων, ενώ ζήτησε να βρεθεί τρόπος τιμολόγησης και αδειοδότησης για τα υβριδικά φάρμακα και να υπάρξει στροφή σε προιόντα οριακής καινοτομίας και έρευνας.
«Η ΠΕΦ δεν ζητάει κρατικοδίαιτη υποστήριξη. Ζητάει ξεκάθαρους κανόνες, σαφές πλαίσιο και καλή συνεργασία» κατέληξε ο κος Τρύφων.
Διαπιστευμένη δημοσιογράφος στο Υπουργείο Υγείας. Διπλωματούχος Διεθνών & Ευρωπαϊκών Σπουδών. Τακτικό μέλος της ΕΣΗΕΑ και του ΟΕΕ.
Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *
Δ