Παλαιότερες μελέτες έχουν δείξει ότι η θεραπεία με στατίνες δρα προστατευτικά στα οστά. Φαίνεται όμως ότι παίζει ρόλο η δοσολογία. Νέα μεγάλη έρευνα δείχνει ότι σε μεγάλες δόσεις οι στατίνες συνδέονται με οστεοπόρωση.
Η μελέτη δημοσιεύτηκε on line στο περιοδικό Annals of the Rheumatic Diseases. Οι ερευνητές ανέλυσαν δεδομένα για όλους τους κατοίκους της Αυστρίας κάτω των 90 ετών, δηλαδή, σχεδόν 8 εκατ. άτομα από τον Ιανουάριο του 2006 έως τον Δεκέμβριο του 2007.
Εντοπίστηκαν 353.502 άτομα, που λάμβαναν μία από τις 7 διαθέσιμες στατίνες για τουλάχιστον 1 χρόνο (σιμβαστατίνη, λοβαστατίνη, πραβαστατίνη, φλουβαστατίνη, ατορβαστατίνη, κεριβαστατίνη και ροσουβαστατίνη). Οι ασθενείς ήταν περίπου ομοιόμορφα κατανεμημένοι μεταξύ των δύο φύλων.
Μεταξύ αυτών, 11.701 άτομα (1.765 άνδρες και 9.936 γυναίκες), διαγνώστηκαν με οστεοπόρωση. Στη συνέχεια έγινε σύγκριση με μια ομάδα ελέγχου περίπου 7,5 εκατομμυρίων ατόμων, που δεν έλαβαν θεραπεία με στατίνες. Περίπου 3,5 εκατ. ήταν άνδρες και 4 εκατ. ήταν γυναίκες. Μεταξύ αυτών, 68.699 διαγνώστηκαν με οστεοπόρωση, συμπεριλαμβανομένων 10.410 ανδρών και 58.289 γυναικών.
Συνολικά, η θεραπεία με στατίνες συσχετίστηκε με περισσότερο από τρεις φορές μεγαλύτερη πιθανότητα εμφάνισης οστεοπόρωσης, σε σύγκριση με τη μη λήψη μεταξύ των ατόμων της ομάδας ελέγχου. Από την άλλη, η θεραπεία με στατίνες χαμηλής δόσης (έως 10 mg / ημέρα) συσχετίστηκε με χαμηλότερο κίνδυνο για οστεοπόρωση. Τα αποτελέσματα ήταν παρόμοια για όλες τις στατίνες.
Ο κίνδυνος οστεοπόρωσης αυξήθηκε μεταξύ εκείνων που έπαιρναν υψηλότερες δόσεις στατινών, που ορίζονται ως δόσεις που υπερβαίνουν τα 40 mg για σιμβαστατίνη και υπερβαίνουν τα 20 mg για την ατορβαστατίνη και τη ροσουβαστατίνη, σε σύγκριση με τα άτομα ελέγχου.
«Προτείνουμε ότι η παρακολούθηση των υψηλού κινδύνου ασθενών, δηλαδή των μετεμμηνοπαυσιακών γυναικών σε θεραπείες με υψηλή δόση στατίνης, μπορεί να είναι χρήσιμη για να προσφέρει μια ατομική θεραπεία για την πρόληψη ή τη θεραπεία της οστεοπόρωσης», δήλωσε η Δρ. Alexandra Kautzky-Willer από το πανεπιστήμιο της Βιέννης.
Από την άλλη, ο καθηγητής Ching-Lung Cheung από το τμήμα φαρμακολογίας του πανεπιστημίου του Χονγκ Κονγκ δήλωσε ότι «η αυξημένη χοληστερόλη χαμηλής πυκνότητας λιποπρωτεϊνών (LDL) στον ορό συσχετίζεται με μειωμένη πυκνότητα οστικής μάζας. Επομένως, είναι πιθανό οι ασθενείς που λαμβάνουν στατίνες υψηλής δόσης να έχουν χαμηλότερη οστική πυκνότητα κατά την έναρξη της θεραπείας, σε σύγκριση με εκείνους που λαμβάνουν στατίνες χαμηλής δόσης».
Οι ερευνητές βρήκαν ακόμη ότι οι στατίνες επηρεάζουν αρνητικά τις ορμόνες σε κάθε φύλο. Τα οιστρογόνα, που παίζουν σημαντικό ρόλο στη διατήρηση της οστικής πυκνότητας, προέρχονται από τη χοληστερόλη. Συνεπώς, οι στατίνες σε υψηλή δόση που μειώνουν τη χοληστερόλη μπορεί να λειτουργούν όπως η ίδια η εμμηνόπαυση. Πάντως, τόνισαν ότι χρειάζονται περαιτέρω έρευνες για την επίδραση στις ορμόνες φύλου.
Δευθυντής Σύνταξης, virus.com.gr & Pharma Health Business magazine
Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *
Δ