Ζωή Χαβιαρά, Τεχνολόγος – Ακτινολόγος Διαγνωστικό Κέντρο aEvresis του Ομίλου ΒΙΟΙΑΤΡΙΚΗ Κύπρου
Η εξέταση με μαγνητική τομογραφία (MRI) αποτελεί από μόνη της μια αγχωτική διαδικασία. Στους ενήλικες, το άγχος αφορά τόσο στη διαδικασία όσο και στο αποτέλεσμα της εξέτασης. Για τους μικρούς μας φίλους όμως, η οποιαδήποτε μορφή ανησυχίας αφορά αποκλειστικά και μόνο την εξέταση, ως διαδικασία. Βάσει εμπειρίας, έχει διαπιστωθεί ότι η συντριπτική πλειοψηφία των παιδιών όχι μόνο δεν επιδεικνύουν κλειστοφοβική συμπεριφορά κατά τη διενέργεια εξέτασης με MRI, αλλά θεωρούν τη διαδικασία ακόμα και διασκεδαστική.
Φυσικά, οι παράγοντες που συντελούν σε αυτού του είδους την αντιμετώπιση είναι ποικίλοι. H βαρύτητα δίνεται στην ορθή προετοιμασία του παιδιού για την εξέταση.
Παιδιά και κλειστοφοβία στο μαγνητικό τομογράφο
Σε ό,τι αφορά τους παράγοντες που οδηγούν ένα παιδί να αναπτύξει κλειστοφοβική συμπεριφορά όταν πρόκειται να εξεταστεί με MRI, θα μπορούσαμε συνοπτικά να τους κατηγοριοποιήσουμε στους ακόλουθους:
Ο δυσκολότερος, όμως, τύπος κλειστοφοβίας είναι εκείνος που προέρχεται από τη μεταφορά δυσάρεστων εμπειριών από τους γονείς προς τα παιδιά. Ενήλικες που έχουν βιώσει φοβικό άγχος λόγω δικής τους προηγούμενης εξέτασης ή έχουν επηρεαστεί από τις εμπειρίες άλλων ατόμων, τείνουν πολύ συχνά να “τρομοκρατούν” το παιδί προκαταβολικά.
Πριν προχωρήσουμε στις τεχνικές που μπορούν να ανατρέψουν τις παραπάνω δυσκολίες, είναι απαραίτητο να αποσαφηνιστεί ότι κάθε εξέταση απαιτεί ένα καθορισμένο επίπεδο συνεργασίας. Το πρωτόκολλο της κάθε εξέτασης βασίζεται στο κλινικό ερώτημα που τίθεται από τον παραπέμποντα ιατρό. Όσο πιο εξειδικευμένο και κατ’ επέκταση πιο χρονοβόρο είναι το πρωτόκολλο, τόσο υψηλότερος είναι ο βαθμός συνεργασίας που απαιτείται από το παιδί. Εάν δεν καταστεί εφικτή η συνεργασία, θα πρέπει να εξεταστεί η επιλογή της γενικής αναισθησίας για τη διενέργεια της εξέτασης.
Αδιαμφισβήτητα, κάθε παιδί είναι ξεχωριστό. Aυτό αποτελεί τον βασικό άξονα πάνω στον οποίο θα στηριχθεί η προετοιμασία για τη διενέργεια οποιασδήποτε ιατρικής εξέτασης. Συγκεκριμένα, για τη μαγνητική τομογραφία, οι τεχνικές – κλειδιά για την επίτευξη του στόχου αφορούν τον τρόπο προσέγγισης τόσο από τον τεχνολόγο – ακτινολόγο όσο κι από τον γονέα – συνοδό.
Μέσα σε ένα ιδιαίτερα περιορισμένο χρονικό παράθυρο, οι επαγγελματίες υγείας επιδιώκουν να πείσουν το παιδί ότι θα είναι ασφαλές μαζί τους, ώστε το ίδιο να νιώσει άνετα με τη διαδικασία. Για τον λόγο αυτό, και λαμβάνοντας πάντα υπόψη την ηλικία του παιδιού, χρησιμοποιούνται οι κατάλληλες λέξεις-φράσεις, αποφεύγοντας ρητά τα ψέματα. Τα παιδιά χάνουν εύκολα την εμπιστοσύνη τους και αδυνατούν να εκτελέσουν εντολές που ακολουθούν μετά από ψεύτικες υποσχέσεις.
Φράσεις όπως: “Αυτή είναι μια τεράστια φωτογραφική μηχανή με την οποία θα βγάλουμε περίπου χίλιες φωτογραφίες” πρέπει να συνοδεύονται από τις ακόλουθες: “Σου αρέσει να βγάζεις φωτογραφίες με τη μαμά και τον μπαμπά, έτσι; Το μόνο πρόβλημα είναι ότι αυτή η μηχανή κάνει θόρυβο σαν κομπρεσέρ. Δε σε ενοχλεί, σωστά;”
Ακόμα κι όταν επιτευχθεί ο στόχος και το παιδί ξεκινήσει την εξέταση, ο Τεχνολόγος – Ακτινολόγος χρειάζεται να βρίσκεται σε επικοινωνία μαζί του, μέσω του οπτικοακουστικού συστήματος ενδοεπικοινωνίας. Η ενθάρρυνση, η επιβράβευση για την καλή προσπάθεια -ακόμα κι αν δεν είναι στην πραγματικότητα τόσο καλή – ανά τακτά χρονικά διαστήματα, στην πλειοψηφία των περιπτώσεων διασφαλίζουν μία ικανοποιητική συνεργασία.
Σε περίπτωση που οι παραπάνω προσπάθειες δεν ευοδωθούν, ο Τεχνολόγος – Ακτινολόγος ευχαριστεί πάντα το παιδί για τη συνεργασία και σε συνεννόηση με τους γονείς προχωρούν διακριτικά στη διευθέτηση ραντεβού με αναισθησία.
Καταληκτικά, η μαγνητική τομογραφία θα μπορούσε, κάτω από συγκεκριμένες προϋποθέσεις, να αποτελεί εξέταση ρουτίνας ακόμα και για τα παιδιά.
Ας μη ξεχνάμε ότι τα παιδιά είναι απλώς “μικροί ενήλικες”.
Το virus.com.gr σας φέρνει καθημερινά τις πιο έγκυρες ειδησεις από τον χώρο της πολιτικής υγείας και φαρμάκου
Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *
Δ