Μια πορεία σε επιχειρηματικό “ναρκοπέδιο” περιγράφουν οι εκπρόσωποι της Φαρμακοβιομηχανίας, αποτέλεσμα των πολιτικών που έχουν εφαρμοτεί τα τελευταία χρόνια. Αυτή η κατάσταση, οπως τονίζουν, δεν αφήνει πολλά περιθώρια επίτευξης των στόχων αύξησης της διείσδυσης των γενοσήμων και της μείωσης του claw back. Το αδιέξοδο της φαρμακευτικής πολιτικής επιβεβαιώνεται και με την πρόσφατη 4η τροποποίηση του προϋπολογισμού του ΕΟΠΥΥ, όπως αναφέρει η Πανελλήνια Ένωση Φαρμακοβιομηχανίας (ΠΕΦ). Σύμφωνα με τα στοιχεία του ΕΟΠΥΥ η αξία των αποζημιούμενων φαρμάκων για το πρώτο εξάμηνο του 2017 θα φτάσει τα 1.373 εκατ. ευρώ, οταν ομως το όριο του κλειστού προϋπολογισμού έχει οριστεί στα 973 εκατ. Ανάλογη αναμένεται και η υπέρβαση στα φάρμακα των νοσοκομείων (διαβάστε εδω). Άλλωστε, το 1/3 της φαρμακευτικής περίθαλψης των πολιτών καλύπτεται απο τις εταιρίες, ενώ “η επάρκεια και ο ομαλός εφοδιασμός της αγοράς αποτελούν καθημερινό στοίχημα”, υποστηρίζει η ΠΕΦ, σε ανακοίνωση της. Η επάρκεια της αγοράς πλήττεται και από το νέο αυξημένο rebate και τις συνεχείς μονομερείς μειώσεις τιμών που, σύμφωνα με τους Έλληνες φαρμακοβιομηχανους, επικεντρώνονται στα ήδη οικονομικά φάρμακα, ενώ “απειλούν και τη βιωσιμότητα υγειών φαρμακευτικών επιχειρήσεων με εκατοντάδες εργαζόμενους”. Εκτιμάται, δε, ότι εγείρονται και σοβαρά νομικά θέματα, αφού το ρυθμιστικό πλαίσιο υποχρεώνει τις φαρμακευτικές επιχειρήσεις να λειτουργήσουν σε συνθήκες περιορισμένης οικονομικής ελευθερίας. Οι υπολογισμοί που προσδιορίζουν το συνολικό ποσό claw back και rebate το οποίο θα κληθεί να καταβάλλει η φαρμακοβιομηχανία κοντα στο 1 δισεκ. ευρώ φαίνεται να επιβεβαιώνονται. “Είναι δεδομένο ότι το δυσβάστακτο πλέον clawback είναι, κατά βάση, αποτέλεσμα του καθορισμού του κλειστού προϋπολογισμού για τη φαρμακευτική δαπάνη σε εξαιρετικά χαμηλό επίπεδο. Σημειώνεται ότι ο σημερινός τρόπος υπολογισμού του clawback του ΕΟΠΥΥ επιβαρύνει άδικα τη φαρμακοβιομηχανία και με το κέρδος της εφοδιαστικής αλυσίδας”, σημειώνεται. Παράλληλα, όπως έχουν τονίσει επανειλημμένως εκπρόσωποι της αγοράς, το clawback του ΕΟΠΥΥ θα πρέπει να υπολογίζεται με βάση την τιμή παραγωγού (ex-factory) ώστε να αντιστοιχεί στα πραγματικά έσοδα των εταιρειών, ενώ είναι απαραίτητο να τεθεί ένα απόλυτο ανώτατο όριο για το clawback π.χ. όχι πάνω από τα 200 εκατ. ευρώ το χρόνο. “Το περιβάλλον που έχει διαμορφωθεί είναι κατάφωρα άδικο για τα παλαιά οικονομικά φάρμακα και τα γενόσημα, τα οποία οδηγούνται σε έξοδο από την αγορά ακριβώς τη στιγμή που η παραμονή τους σε αυτή είναι όσο ποτέ άλλοτε απαραίτητη γιατί δημιουργούν κρίσιμες εξοικονομήσεις στο σύστημα Υγείας”. Κατά την ΠΕΦ, απαιτείται “μια συνολική πολιτική που θα επιδιώκει τον έλεγχο της υπερκατανάλωσης και τον περιορισμό της αναίτιας υποκατάστασης των καταξιωμένων αποτελεσματικών φαρμάκων από νεότερα ακριβότερα, ενώ θα διασφαλίζει την πρόσβαση σε πραγματικά καινοτόμες θεραπείες. Και αυτό, σε συνδυασμό με την εφαρμογή ενός συστήματος ουσιαστικών κινήτρων που θα οδηγούν στην επιλογή οικονομικών θεραπευτικών επιλογών, όπου αυτές είναι διαθέσιμες”. Σε κάθε περίπτωση, το υπάρχον πλαίσιο δεν μπορεί να οδηγήσει στην επίτευη των στόχων της διείσδυσης των γενοσήμων στο 40% και της μείωσης του clawback κατά 30%, όπως ξεκαθαρίζει και η ΠΕΦ, που τονιζει πως έχει καταθέσει στην πολιτεία προτάσεις για τον εξορθολογισμό της δαπάνης.
Υπεύθυνη Σύνταξης στο Virus.com.gr - Αρχισυντάκτρια του περιοδικού Pharma & Health Business
Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *
Δ