Η λεϊσμανίαση, η αφρικανική τρυπανοσωμίαση ή ασθένεια του ύπνου και η αμερικανική τρυπανοσωμίαση ή νόσος Τσάγκας, είναι θανατηφόρες παρασιτικές ασθένειες. Η πρώτη μεταδίδεται από σκνίπες, η δεύτερη από τη μύγα τσε-τσε και η τελευταία μεταδίδεται επίσης από έντομο.
Οι τρεις νόσοι πλήττουν συνολικά περίπου 20 εκατομμύρια ανθρώπους που κατοικούν κυρίως σε τροπικές και φτωχές περιοχές του πλανήτη. Καθώς οι ασθένειες αυτές δεν αποτελούν πρόβλημα των ανεπτυγμένων χωρών, δεν επενδύονται σημαντικά κεφάλαια στην έρευνα για νέα φάρμακα, με αποτέλεσμα η αναζήτηση θεραπείας να έχει παραμεληθεί εν γένει από την επιστημονική κοινότητα.
Αποτελεί, λοιπόν, εξαιρετικά ελπιδοφόρο γεγονός η ανακάλυψη ενός πειραματικού φαρμάκου, το οποίο εικάζεται ότι θα μπορούσε να θεραπεύσει και τις τρεις νόσους που οδηγούν ετησίως στο θάνατο πάνω από 50.000 ανθρώπους. Το σκεύασμα το οποίο έχει δοκιμαστεί με επιτυχία σε ζώα και ανθρώπινα κύτταρα, ανέπτυξαν ερευνητές του Ινστιτούτου Γονιδιωματικής του Ιδρύματος Ερευνών Novartis, με επικεφαλής το Δρ Φράντισεκ Σούπεκ.
Σύμφωνα με τη σχετική δημοσίευση στο περιοδικό «Nature» (εδώ), οι ερευνητές βρήκαν ότι η δραστική ουσία GNF6702 μπορεί να σκοτώσει τα παράσιτα και των τριών αυτών θανατηφόρων ασθενειών. Η ουσία δεν έχει παρενέργειες στα πειραματόζωα (ποντίκια) και δεν βλάπτει τα υγιή ανθρώπινα κύτταρα, όπως έδειξαν τα εργαστηριακά πειράματα. Οι ερευνητές εκτιμούν, κατά συνέπεια, ότι το νέο φάρμακο θα έχει λιγότερες παρενέργειες στους ανθρώπους σε σχέση με τα υπάρχοντα φάρμακα, τα οποία είναι ακριβά και όχι πάντα αποτελεσματικά.
Το «κλειδί» για την καταπολέμηση των τριών ασθενειών βρίσκεται στη βιολογία και στο γενετικό τους «προφίλ» το οποίο ομοιάζει, παρά το γεγονός ότι τα συμπτώματα που προκαλούν είναι διαφορετικά. Όπως εξηγούν οι ερευνητές, μετά από 3 εκατ. δοκιμές σε χημικές ουσίες, βρέθηκε εκείνη η μία που «δουλεύει» και στις τρεις νόσους. Η δραστική ουσία GNF6702 στοχεύει σε ένα ένζυμο που είναι κοινό και στα τρία παράσιτα, τα οποία ανήκουν στην ίδια οικογένεια.
Επόμενο στάδιο είναι η έναρξη κλινικών δοκιμών ασφαλείας σε λίγους ανθρώπους κι έπειτα η δοκιμή του σε περισσότερους ασθενείς.
Πηγή: ΑΠΕ-ΜΠΕ
Διαπιστευμένη δημοσιογράφος στο Υπουργείο Υγείας. Διπλωματούχος Διεθνών & Ευρωπαϊκών Σπουδών. Τακτικό μέλος της ΕΣΗΕΑ και του ΟΕΕ.
Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *
Δ