Τη πορεία της μετάδοσης του SARS-CoV-2 πριν ή μετά την εμφάνιση συμπτωμάτων του φορέα εξετάζει μελέτη, που δημοσιεύτηκε στο επιστημονικό περιοδικό JAMA Internal Medicine. Από τη μελέτη προκύπτει ότι πολλά άτομα μπορούν για κάποιες ημέρες να μολύνουν άλλους, πριν εκδηλώσουν συμπτώματα της νόσου.
Ειδικότερσ, οι ερευνητές εξέτασαν το χρονικό διάστημα υψηλότερου κινδύνου για μετάδοση του ιού SARS-CoV-2 από προσβεβλημένα άτομα σε στενές επαφές τους, σε σχέση με την εμφάνιση συμπτωμάτων. Τα αποτελέσματα της μελέτης συνοψίζουν οι ιατροί της Θεραπευτικής Κλινικής της Ιατρικής Σχολής του Εθνικού και Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών, Λίνα Πάσχου (Επίκουρη Καθηγήτρια Ενδοκρινολογίας), Θεοδώρα Ψαλτοπούλου (Καθηγήτρια Θεραπευτικής-Προληπτικής Ιατρικής) και Θάνος Δημόπουλος (Καθηγητής Θεραπευτικής-Αιματολογίας-Ογκολογίας και Πρύτανης ΕΚΠΑ).
Συγκεκριμένα, αναλύθηκαν στοιχεία από 730 ασθενείς με διάγνωση COVID-19 σε επαρχία της Κίνας από 8 Ιανουαρίου ως 30 Ιουλίου 2020. Ο πληθυσμός αυτός είχε μέση ηλικία 46 έτη και από το σύνολο το 51,2% ήταν άντρες. Επίσης στο μικροσκόπιο τέθηκαν τα στοιχεία από 8.852 στενές επαφές των ασθενών που παρακολουθήθηκαν ως τον Αύγουστο 2020. Ο συγκεκριμένος πληθυσμός της μελέτης είχε μέση ηλικία 41 έτη και το 52,9% ήταν άντρες.
Αξίζει να σημειωθεί ότι οι ερευνητές ως στενές επαφές ενέταξαν στη μελέτη άτομα που ζούσαν στο ίδιο σπίτι, συνάδελφοι στον ίδιο εργασιακό χώρο, άτομα με τα οποία είχαν κοινά γεύματα, καθώς και συνεπιβάτες σε ίδια οχήματα. Τα επιβεβαιωμένα κρούσματα εξετάστηκαν για τουλάχιστον 90 ημέρες μετά τα αρχικά θετικά αποτελέσματα του τεστ για COVID-19. Στόχος ήταν να γίνει και διάκριση μεταξύ ασυμπτωματικών και προσυμπτωματικών περιπτώσεων.
Από ανάλυση των στοιχείων των ασθενών και των στενών επαφών τους προκύπτει ότι «ένα άτομο διατρέχει υψηλότερο κίνδυνο για COVID-19 εάν εκτεθεί σε ασθενή στο χρονικό διάστημα μεταξύ 2 ημερών πριν και 3 ημερών μετά την έναρξη των συμπτωμάτων, με κορύφωση την ημέρα έναρξής τους». Χαμηλότερος κίνδυνος μετάδοσης διαπιστώθηκε σε έκθεση 6 και 5 ημέρες πριν την έναρξη των συμπτωμάτων. Ενδιαφέρον, επίσης, έχει ότι ο κίνδυνος μόλυνσης ήταν υψηλότερος μετά από επαφή με ασθενή που παρουσιάζει συμπτώματα σε σύγκριση με την επαφή με ασυμπτωματικό άτομο.
Άξιο λόγου είναι πως περιπτώσεις ασυμπτωματικής λοίμωξης εντοπίστηκαν πιο συχνά μετά από επαφή με ασυμπτωματικό ασθενή. Συνεπώς, οι ερευνητές καταλήγουν πως «πιθανώς υπάρχει συσχέτιση μεταξύ της κλινικής εικόνας αυτού που μεταδίδει τον ιό με την εικόνα αυτού που τον λαμβάνει». Το στοιχείο αυτό, εφόσον επιβεβαιωθεί και από άλλες μελέτες, θα ωθήσει σε παρεμβάσεις που σχετίζονται με τη μείωση της σοβαρότητας νόσησης μέσω εμβολιασμού ή έγκαιρης διάγνωσης και αντιμετώπισης.
Το virus.com.gr σας φέρνει καθημερινά τις πιο έγκυρες ειδησεις από τον χώρο της πολιτικής υγείας και φαρμάκου
Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *
Δ