Με τα οικονομικά του ΕΟΠΥΥ να έχουν χτυπήσει «κόκκινο», η διοίκηση του οργανισμού αναζητεί λύσεις για την εξοικονόμηση πόρων. Σε αυτό το πλαίσιο, κατέθεσε πρόταση ανακοστολόγησης των εξετάσεων στο Υπουργείο Υγείας, η οποία και έγινε δεκτή κατ’ αρχήν, με την Αριστοτέλους να δίνει το «πράσινο φως» για περαιτέρω εξέταση της με τους εμπλεκόμενους φορείς.
Σύμφωνα με τα στοιχεία του ΕΟΠΥΥ, το 2013 η δαπάνη ξεπέρασε τα 580.274.256,32 ευρώ, ενώ το 2014 το ποσό εκτοξεύθηκε στα 601.615.085,23 ευρώ. Μόνο οι εξετάσεις των βιολογικών υγρών τα ποσά ήταν 341.953.387,77 και 359.277.522,47, αντίστοιχα.
Την ίδια περίοδο, εφαρμόζοντας σχετική νομοθεσία επέβαλλε clawback, το οποίο χαρακτηρίζει επαχθές, σε ποσοστά από 35%- 50% σε όλους τους παρόχους των διαγνωστικών εξετάσεων.
Τα δυσθεώρητα αυτά ποσά επιθυμεί να περιορίσει η διοίκηση του ΕΟΠΥΥ, ώστε να επιτευχθεί εξοικονόμηση της δαπάνης, μέσω της πρότασης, την οποία γνωστοποίησε, αρχικά, στον Πανελλήνιο Ιατρικό Σύλλογο (ΠΙΣ), με επιστολή.
Όπως εξηγείται η πρόταση αποτελείται από τρεις άξονες, με πρώτο την ολοκλήρωση της εφαρμογής των κατευθυντήριων οδηγιών και αριθμητικών ορίων παραπομπής παρακλινικών εξετάσεων ανά ΑΜΚΑ ασφαλισμένου και ανά ιατρική ειδικότητα,
«Αυτή τη στιγμή είναι ενσωματωμένες στο σύστημα της ηλεκτρονικής συνταγογράφησης οι κατευθυντήριες οδηγίες, ενώ τα αριθμητικά όρια έχουν τεθεί σε πλήρη εφαρμογή για περισσότερες από τις μισές ιατρικές ειδικότητες (16 μέχρι στιγμής) και πολύ σύντομα αναμένεται η ολοκλήρωση για το σύνολο αυτών», αναφέρεται στην επιστολή.
Δεύτερος άξονας και βασικός είναι μια αναλυτική πρόταση ανακοστολόγησης που αφορά σε 694 εξετάσεις. Όπως εκτιμάται, με την ανακοστολόγηση αυτή μπορεί να επιτευχθεί μείωση κατά 40 εκατ. με 50 εκατ. ευρώ, σε σχέση με την δαπάνη του 2014.
Σύμφωνα με τον ΕΟΠΥΥ, από τις 694 συνολικά εξετάσεις που αποζημιώνει ο ΕΟΠΥΥ οι 54 είναι υπεύθυνες για το 75% της συνολικής δαπάνης. Για αυτές τις 54 εξετάσεις προτείνεται μια «ισορροπημένη μείωση της αποζημίωσης που στηρίζεται σε πολλές παραμέτρους (τιμές αγοράς, στοιχεία κόστους, διεθνείς τιμές, ελληνικές και ξένες μελέτες, στοιχεία κόστους από την λειτουργία των εργαστηρίων στις πρώην μονάδες του ΕΟΠΥΥ κ.λ.π.)». Για τις υπόλοιπες η μείωση που προτείνεται δεν ξεπερνά το 5%.
Ο τρίτος και σημαντικός άξονας αφορά στην κατάργηση της αναγκαστικής επιστροφής (clawback). «Η όποια εναπομείνασα υπέρβαση του προϋπολογισμού, με βάση τα στοιχεία του 2014, θα καλυφθεί από ένα κλιμακωτό και δίκαια κατανεμημένο, ανάλογα με την αιτούμενη δαπάνη του καθενός, σύστημα εκπτώσεων (rebate), το οποίο θα επιβαρύνει ελάχιστα το σύνολο των παρόχων», διευκρινίζεται.
«Δεν πρόκειται για ανακοστολόγηση, αλλά για προσαρμογή των τιμών με βάση του προϋπολογισμού του ΕΟΠΥΥ», διευκρινίζει στο Virus υψηλόβαθμο έμπειρο στέλεχος της αγοράς. Σε ό,τι αφορά, πάντως, τις διαγνωστικές εξετάσεις σημειώνει πως ο ΕΟΠΥΥ δεν είναι αρμόδιος να προχωρήσει σε ανακοστολογηση, αλλά το ΚΕΣΥ. «Αναζητείται μια λύση από τον ΕΟΠΥΥ για τον περιορισμό του κόστους όταν δεν έγινε προσπάθεια καν να εφαρμοστεί το θεσμοθετημένο πλαφόν ανά πάροχο», υποστηρίζει.
Βέβαια, ενδεικτικό της δυστοκίας του ελληνικού συστήματος είναι πως, η κοστολόγηση-τιμολόγηση μιας νέας τεχνικής ή μεθόδου απαιτεί τουλάχιστον μια διετία, όταν δε κοστολογηθεί έχουν αλλάξει τα δεδομένα.
Τη δυσπιστία των εμπλεκόμενων φορέων, εργαστηριακών γιατρών και διαγνωστικών εργαστηρίων, συνάντησε και ο ΕΟΠΥΥ, αφού όπως εξηγεί ούτε ο ΠΙΣ ούτε τα άλλα συλλογικά τους όργανα εμφανίστηκαν θετικά στις προτάσεις. Μάλιστα, απορρίπτουν στο σύνολό τους την πρόταση, χωρίς να γίνεται αποδεκτή έστω και μία από τις 694 ανακοστολογήσεις.
Με στόχο να αναδείξει το θέμα, ο πρόεδρος του ΕΟΠΥΥ παραθέτει στην επιστολή του προς τον πρόεδρο του ΠΙΣ συγκεκριμένα παραδείγματα.
«Τα εργαστήρια διενέργειας εξετάσεων εκ μέρους τρίτων (φασόν) τιμολογούν την ελεύθερη θυροξίνη (FT4) με 2,50 ευρώ κατά μέσο όρο ενώ η τιμή αποζημίωσης ΕΟΠΥΥ είναι 12 ευρώ, δηλαδή κατά 4,8 φορές υψηλότερα. Οι τρανσαμινάσες αίματος με 0,70 ευρώ κατά μέσο όρο, ενώ η τιμή αποζημίωσης είναι 3,49 ευρώ, δηλαδή κατά 5 φορές υψηλότερα. Παρατηρούμε δηλαδή μία διαφορά τιμής της τάξης του 380% για την ελεύθερη θυροξίνη και 400% για τις τρανσαμινάσες».
Επισημαίνεται παράλληλα πως στη Σουηδία και τη Γερμανία η τιμή αποζημίωσης της γενικής εξέτασης αίματος να είναι 1,48 και 1,10 ευρώ αντίστοιχα με μία διαφορά της τάξης του 150% από την τιμή αποζημίωσης που έχει καθορίσει ο ΕΟΠΥΥ.
Αναγνωρίζει, όμως, πως αυτές οι χώρες πραγματοποιούν μεγαλύτερο αριθμό αποζημιούμενων εξετάσεων σε σχέση με την Ελλάδα. Άλλωστε, η πρόταση δεν είναι για εξίσωση των τιμών με αυτές τις χώρες, αφού υπάρχουν και άλλες ιδιαιτερότητες. «Αντιθέτως προτείνουμε σημαντικά υψηλότερες τιμές αποζημίωσης», διευκρινίζεται.
«Είναι προτιμότερο κατά την άποψη μας για τους συμβεβλημένους παρόχους διαγνωστικών εξετάσεων να αποζημιώνονται στο 100% των εκτελεσμένων παραπεμπτικών με έστω μειωμένες τιμές κατά 5% για τη μεγάλη πλειοψηφία των εξετάσεων και μεσοσταθμικά κατά 20% για τις 54 πιο δαπανηρές εξετάσεις βιολογικών υγρών παρά να αποζημιώνονται στο 50% όπως συμβαίνει σήμερα με την εφαρμογή του clawback», καταλήγει.
Υπεύθυνη Σύνταξης στο Virus.com.gr - Αρχισυντάκτρια του περιοδικού Pharma & Health Business
Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *
Δ