Στο περιθώριο του κόσμου της εργασίας θέτει η ελληνική κοινωνία τα άτομα με σοβαρή αναπηρία, πολλά από τα οποία δεν έχουν ούτε θα αποκτήσουν δυστυχώς κάποια εργασιακή εμπειρία, με αποτέλεσμα να στερούνται της δυνατότητας για αξιοπρεπή και ανεξάρτητη διαβίωση.
Το Παρατηρητήριο Θεμάτων Αναπηρίας της ΕΣΑμεΑ αναφέρει ενδεικτικά ότι το 60% των νέων 25-29 ετών με σοβαρή αναπηρία είναι άνεργοι (ένα ποσοστό που φτάνει ακόμη υψηλότερα σε άλλες κατηγορίες αναπήρων). Την ίδια ώρα, σχεδόν 9 στους 10 νέους (83,7%) ηλικίας 20-24 ετών με σοβαρή αναπηρία δεν έχει καμία εργασιακή εμπειρία. Το ίδιο ισχύει για το 72% των νέων 25-29 ετών και το 55,5% των ατόμων ηλικίας 30-34 ετών. Σε δυσμενέστερη θέση βρίσκονται οι γυναίκες με σοβαρή αναπηρία, καθώς υπολείπονται στο δείκτη της απασχόλησης κατά 25,3 ποσοστιαίες μονάδες.
Το Παρατηρητήριο χρησιμοποιεί δεδομένα που προέρχονται από την Έρευνα Εισοδήματος και Συνθηκών Διαβίωσης της ΕΛΣΤΑΤ 2017 (στοιχεία 2016) κι αποτυπώνει τα τεράστια προβλήματα που αντιμετωπίζουν τα άτομα με αναπηρία στον τομέα της εργασίας, ο οποίος εξακολουθεί να αποτελεί πεδίο σημαντικών φραγμών και διακρίσεων για τα ΑμεΑ.
Σύμφωνα με το δείκτη (GALI), τα άτομα με σοβαρούς ή μέτριους περιορισμούς δραστηριότητας-αναπηρίας στην Ελλάδα αποτελούν το 24,7% του πληθυσμού.
Ειδικότερα, εκτιμάται ότι 1.014.177 άτομα αντιμετωπίζουν σοβαρή αναπηρία ή περιορισμό δραστηριότητας (11,2% του πληθυσμού) και 1.217.020 ατόμων (13,5%) έχουν περιορίσει σε μέτριο βαθμό τη δραστηριότητα τους λόγω μακροχρόνιου προβλήματος υγείας. Επισημαίνεται πως στις παραγωγικές ηλικίες (20-64 ετών) το 14% του πληθυσμού (889.389 άτομα) αντιμετωπίζει κάποιου βαθμού αναπηρία, εκ των οποίων οι 359.244 έχουν σοβαρής μορφής περιορισμό.
Με κυάλια “βλέπει” η Ελλάδα το στόχο της Ευρώπης 2020
Ο δείκτης απασχόλησης των ατόμων με σοβαρή αναπηρία στις ηλικίες 20-64 ετών, υπολογίστηκε να είναι στο εξαιρετικά χαμηλό επίπεδο του 24,2%. Υπολείπεται, δηλαδή, κατά 33,4 μονάδες σε σχέση με την τιμή που λαμβάνει στον πληθυσμό χωρίς αναπηρία (57,6%). Σε σύγκριση, μάλιστα, με τον εθνικό στόχο της Στρατηγικής “Ευρώπη 2020” για την απασχόληση, η χώρα μας υστερεί κατά 46 μονάδες.
Αφαιρώντας από το σύνολο των ατόμων με σοβαρούς περιορισμούς ηλικίας 20-64 ετών όσους δηλώνουν “ακατάλληλοι για εργασία λόγω αναπηρίας”, το ποσοστό απασχόλησης της κατηγορίας φτάνει μόλις στο 31,8%.
Από την ανάλυση των δεδομένων, εξάγεται το ανησυχητικό συμπέρασμα ότι το χάσμα της απασχόλησης, ο δείκτης που αποτυπώνει τη διαφορά του ποσοστού των απασχολούμενων ατόμων με σοβαρή αναπηρία και του ποσοστού απασχόλησης του πληθυσμού χωρίς αναπηρία, είναι εξαιρετικά υψηλό στις κατεξοχήν παραγωγικές ηλικίες από 25 έως 54 ετών σημειώνοντας τη μέγιστη τιμή του στην ηλικία 35 έως 39 ετών (43,8).
Η ανάλυση των στοιχείων ανά φύλο ανέδειξε ότι, σε σύγκριση με τις γυναίκες χωρίς αναπηρία, οι γυναίκες με σοβαρή αναπηρία βρίσκονται σε δυσμενέστερη θέση, υπολειπόμενες στο δείκτη της απασχόλησης κατά 25,3 ποσοστιαίες μονάδες (22,2% και 47,5%).
Στον πληθυσμό με βαριά αναπηρία, η επίδραση της αναπηρίας ως παράγοντας εργασιακού αποκλεισμού είναι πολύ ισχυρότερη από τη διάκριση του φύλου με αποτέλεσμα και τα δύο φύλα στην περίπτωση των ατόμων με αναπηρία να βρίσκονται σε παρόμοια και εξαιρετικά χαμηλά επίπεδα απασχόλησης.
Ο δείκτης ανεργίας, ανέρχεται σε πολύ υψηλό επίπεδο στο πληθυσμό των ατόμων με σοβαρή αναπηρία αγγίζοντας το 39%.
Στη κατηγορία των ατόμων με μέτριο περιορισμό – αναπηρία, άνεργοι είναι το 29,3%, ενώ στον πληθυσμό των ατόμων χωρίς αναπηρία, η ανεργία εκτιμάται στο 24,6%.
Εξαιρετικά υψηλά είναι τα ποσοστά ανεργίας στον πληθυσμό των ατόμων με σοβαρή αναπηρία, και ιδιαίτερα στις ηλικίες από 25 έως και 39 ετών όπου ο δείκτης υπερβαίνει σε όλες τις ηλικιακές ομάδες το 40%.
“Tα στοιχεία επιβεβαιώνουν πλήρως την άμεση αναγκαιότητα εκπόνησης και εφαρμογής από την ελληνική Πολιτεία μιας ολοκληρωμένης εθνικής στρατηγικής για την απασχόληση και την εργασία των ατόμων με αναπηρία και ειδικότερα των νέων” επισημαίνει η Εθνική Συνομοσπονδία Ατόμων με Αναπηρία (ΕΣΑμεΑ). Στο πλαίσιο αυτό ζητά τη λήψη θετικών μέτρων ενίσχυσης της απασχόλησης των ατόμων με αναπηρία, την προώθηση της προσβασιμότητας στην εργασία, καθώς και την εφαρμογή εναλλακτικών μορφών εργασίας (π.χ. υποστηριζόμενη απασχόληση).
“Η εθνική στρατηγική για την απασχόληση των ατόμων με αναπηρία σε κάθε περίπτωση θα πρέπει να συνδεθεί με μια νέα επιδοματική πολιτική που να μην στερεί τα αναπηρικά επιδόματα από τους εργαζόμενους με αναπηρία” συμπληρώνει, σημειώνοντας ότι τα τελευταία αποσκοπούν στην κάλυψη του πρόσθετου κόστους διαβίωσης που η αναπηρία δημιουργεί, ενώ η αμοιβή της εργασίας αφορά στην κάλυψη των κοινών βιοποριστικών αναγκών.
Η ΕΣΑμεΑ υπογραμμίζει, τέλος, την ανάγκη δημιουργίας προσβάσιμων περιβαλλόντων δίχως τα οποία δεν μπορεί να προωθηθεί πραγματικά η ένταξη των ατόμων με αναπηρία στην αγορά εργασίας.
Διαπιστευμένη δημοσιογράφος στο Υπουργείο Υγείας. Διπλωματούχος Διεθνών & Ευρωπαϊκών Σπουδών. Τακτικό μέλος της ΕΣΗΕΑ και του ΟΕΕ.
Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *
Δ