Το ενδεχόμενο χρονικής παράτασης της χορήγησης της δεύτερης δόσης του εμβολίου εξετάζουν το Ηνωμένο Βασίλειο και οι ΗΠΑ. Στόχος της τροποποίησης του εμβολιαστικού προγράμματος είναι να αυξηθεί ο αριθμός των ατόμων που θα λάβουν σύντομα τουλάχιστον μια δόση εμβολίου.
Οι ιατροί της Θεραπευτικής Κλινικής της Ιατρικής Σχολής του Εθνικού και Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών, Θεοδώρα Ψαλτοπούλου, Ιωάννης Ντάνασης, Μαρία Γαβριατοπούλου και Θάνος Δημόπουλος (Πρύτανης ΕΚΠΑ) αποδελτιώνουν τα διαθέσιμα δεδομένα.
Δυνητικά η δεύτερη δόση μπορεί να χορηγηθεί έως και τρεις μήνες μετά την πρώτη δόση του εμβολίου, καθώς και μία δόση του εμβολίου μπορεί να προσφέρει 52% αποτελεσματικότητα.
Μάλιστα, οι υγειονομικές αρχές του Ηνωμένου Βασιλείου υποστηρίζουν ότι η προστασία είναι μετρίου βαθμού όταν η 2η δόση χορηγείται σύντομα χρονικά με την 1η δόση.
Ο Διευθυντής του Εθνικού Ινστιτούτου Αλλεργιών και Λοιμωδών Νοσημάτων των ΗΠΑ Dr Αντονι Φαούτσι υποστήριξε τη χορήγηση των εμβολίων με βάση το εμβολιαστικό πρόγραμμα που εφαρμόστηκε στις κλινικές μελέτες και έδειξε υψηλή αποτελεσματικότητα.
Η προσέγγιση της Μεγάλης Βρετανίας εκτιμάται ότι στηρίζεται σε υπο-αναλύσεις των μελετών, ενώ δεν υπάρχουν δεδομένα για το χρονικό διάστημα που διαρκεί η ανοσία και η προστασία μετά από πρώτη δόση εμβολίου.
Επιπρόσθετα, ο ιολόγος Πολ Βιενιάζ από το Πανεπιστήμιο Ροκφελερ υποστηρίζει την ανάγκη χορήγησης δύο δόσεων, γιατί «η παρουσία μερικώς εμβολιασμένων ατόμων στην κοινότητα, που πιθανότατα δεν έχουν αναπτύξει ικανοποιητική ανοσία έναντι στον SARS-CoV-2, μπορεί να αυξήσει εξελικτικά τον κίνδυνο ανάδυσης νέων στελεχών του ιού που θα διαφεύγουν το ανοσοποιητικό σύστημα».
Οι A.R.Tute και συνεργάτες δημοσίευσαν μια σχετική ανάλυση με βάση στατιστικά μοντέλα στις 5 Ιανουαρίου 2021 στο έγκριτο περιοδικό Annals of Internal Medicine (https://doi.org/10.7326/M20-8137).
Αναλυτικά, συνέκριναν δύο προσεγγίσεις:
Εάν θεωρηθεί ότι η παροχή εμβολίων παραμείνει σταθερή σε 6 εκατομμύρια δόσεις την εβδομάδα, η ευέλικτη στρατηγική θα οδηγούσε σε αύξηση της αποτελεσματικότητας του εμβολιασμού κατά 23%-29%.
Σε περίπτωση που η παροχή εμβολίων έπεφτε στα 3 εκατομμύρια από την 4η εβδομάδα και έπειτα, η αποτελεσματικότητα και των δύο στρατηγικών ως προς την πληθυσμιακή κάλυψη μειωνόταν, αλλά και πάλι η ευέλικτη στρατηγική θα οδηγούσε σε αύξηση της αποτελεσματικότητα του εμβολιασμού ως προς τις περιπτώσεις COVID-19 που θα είχαν αποφευχθεί κατά 27%-32%.
Η κλασική στρατηγική υπερτερούσε της ευέλικτης στρατηγικής μόνο στην περίπτωση χαμηλής αποτελεσματικότητας της μιας δόσης του εμβολίου και σύγχρονης μεγάλης μείωσης της παροχής εμβολίων ανά εβδομάδα.
Συνοπτικά, τα πλεονεκτήματα και τα μειονεκτήματα της κάθε στρατηγικής σε συνθήκες διανομής περιορισμένων ποσοτήτων συνοψίζονται στον ακόλουθο πίνακα:
· Πρόληψη σοβαρής νόσου COVID-19
· Εφαρμογή της μεθοδολογίας των κλινικών μελετών
· Με δεδομένη την περιορισμένη διαθεσιμότητα, αυξάνει το διάστημα που απαιτείται για να επιτευχθεί η απαιτούμενη πληθυσμιακή κάλυψη
· Μπορεί να προκύψουν ανισότητες ως προς την πρόσβαση στο εμβόλιο
· Ισότητα
· Πιθανή μείωση των βραχύχρονων ανεπιθύμητων ενεργειών που σχετίζονται με την αντίδραση κατά τον εμβολιασμό της 2ης δόσης
· Δυνητική επιτάχυνση του ελέγχου της πανδημίας
· Δεν συμβαδίζει με τη μεθοδολογία των κλινικών μελετών
· Δεν είναι γνωστή η διάρκεια της ανοσιακής απόκρισης και της προστασίας μετά τη μία δόση του εμβολίου
· Ελλοχεύει ο κίνδυνος ανάπτυξης νέων στελεχών που να διαφεύγουν της ανοσολογικής επιτήρησης ειδικά όταν το ιικό φορτίο του SARS-CoV-2 στην κοινότητα είναι ιδιαίτερα υψηλό
Το virus.com.gr σας φέρνει καθημερινά τις πιο έγκυρες ειδησεις από τον χώρο της πολιτικής υγείας και φαρμάκου
Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *
Δ