«Μπαλάκι» μεταξύ των νοσοκομειακών φαρμακοποιών και των νοσηλευτών έχει γίνει η αρμοδιότητα διάλυσης των κυτταροστατικών φαρμάκων που προορίζονται για τους ογκολογικούς αρρώστους, εξαιτίας της ασάφειας της νομοθεσίας στο θέμα αυτό.
Σύμφωνα με το Σωματείο Εργαζομένων στο Αντικαρκινικό Νοσοκομείο «Θεαγένειο» Θεσσαλονίκης, λόγω έλλειψης παρασκευαστών φαρμακοποιών τη σχετική διαδικασία εκτελούν νοσηλευτές, χωρίς αυτό να αποτυπώνεται από κάποιο νόμο στα επαγγελματικά τους καθήκοντα.
Η πρόεδρος του Σωματείου, Αθηνά Γραμματικοπούλου, τονίζει σχετικά: «Όταν οι νοσηλευτές αναλαμβάνουν τη διάλυση του φαρμάκου, υπάρχει κίνδυνος να μην το παρασκευάσουν σωστά και να μην έχει το αποτέλεσμα που θα πρέπει να έχει στον ασθενή. Επιπλέον, κίνδυνος υπάρχει και για τον νοσηλευτή που πρέπει να χειριστεί, χωρίς ειδικές γνώσεις, ουσίες ιδιαίτερα τοξικές και επιβλαβείς και για τον ίδιο. Ταυτόχρονα προκύπτει και ζήτημα κατασπατάλησης των φαρμάκων, που κοστίζει πολλές χιλιάδες ευρώ στο νοσοκομείο».
Το θέμα έχει απασχολήσει ξανά τον Τύπο, δεδομένου πως οι εργαζόμενοι ερίζουν εδώ και χρόνια για τη σχετική αρμοδιότητα. Μάλιστα, σχετικά αιτήματα για την ανάγκη αποσαφήνισης του νόμου έχουν αποσταλεί τόσο στο σημερινό όσο και σε προηγούμενους Υπουργούς Υγείας.
Στο μεταξύ, οι νοσηλευτές που εμπλέκονται στη διάλυση των κυτταροστατικών φαρμάκων στο Θεαγένειο δήλωσαν στη Διοίκηση του νοσοκομείου ότι δεν προτίθεται να συνεχίσουν να απασχολούνται σε αλλότρια καθήκοντα, επιδιώκοντας προφανώς με αυτό τον τρόπο να πιέσουν την Αριστοτέλους να πάρει θέση.
Σύμφωνα πάντως με την Πανελλήνια Ένωση Φαρμακοποιών Νοσηλευτικών Ιδρυμάτων (ΠΕΦΝΙ), η απόφαση αυτή έχει σαφές συντεχνιακό πρόσημο και ισοδυναμεί με εκβιασμό σε βάρος των ογκολογικών αρρώστων και προσπάθεια τρομοκράτησης της κοινής γνώμης,
«Τα δήθεν επιχειρήματα περί παράνομης διάλυσης κυτταροστατικών φαρμάκων από νοσηλευτές είναι έωλα και νομικά αστήρικτα, δεδομένου ότι πουθενά το Προεδρικό Διάταγμα 108/93 (σχετικά με Νοσοκομειακά Φαρμακεία) δεν αναφέρεται στο προσωπικό που ασχολείται με τη διάλυση των κυτταροστατικών φαρμάκων» τονίζει η πρόεδρος της ΠΕΦΝΙ, Κατερίνα Μακριδάκη. Κατά συνέπεια, υποστηρίζει, το νομοθετικό κενό χρησιμοποιείται εσκεμμένα και τεχνιέντως για την κατοχύρωση ιδίων επαγγελματικών κεκτημένων.
Σύμφωνα με τους νοσοκομειακούς φαρμακοποιούς, διεθνή πρότυπα προβλέπουν ότι το προσωπικό που μπορεί να απασχοληθεί στις σύγχρονες μονάδες διαλύσεων μπορεί και οφείλει να είναι διαφόρων ειδικοτήτων, αρκεί εξειδικευμένοι και πιστοποιημένοι νοσοκομειακοί φαρμακοποιοί να φέρουν επιτελικό ρόλο στη λειτουργία τους. Με αφορμή, μάλιστα, την ανασύσταση του υγειονομικού χάρτη της χώρας, η ΠΕΦΝΙ έχει επεξεργαστεί σχέδιο για την ολοκληρωμένη αντιμετώπιση των προβλημάτων λειτουργίας στις μονάδες διάλυσης, μέσω του οποίου έχει συγκροτήσει πρόταση όχι μόνο για τα κυτταροστατικά φάρμακα αλλά και για άλλες κατηγορίες φαρμάκων, όπως οι βιολογικοί παράγοντες.
«Η ΠΕΦΝΙ με σοβαρότητα και βασιζομένη στην επιστημονική υπόσταση των ολιγάριθμων νοσοκομειακών Φαρμακοποιών που στελεχώνουν τα δημόσια νοσοκομεία, θα εξακολουθήσει να εργάζεται υπεύθυνα στον τομέα της φαρμακευτικής Φροντίδας και να συνεργάζεται με τους υπόλοιπους εργαζόμενους, με σεβασμό στον ασθενή, μακριά από συντεχνιακές σκοπιμότητες που αποδιοργανώνουν όλο το σύστημα υγείας και είναι κοινωνικά μη αποδεκτές» επισημαίνει η κα Μακριδάκη.
Διαπιστευμένη δημοσιογράφος στο Υπουργείο Υγείας. Διπλωματούχος Διεθνών & Ευρωπαϊκών Σπουδών. Τακτικό μέλος της ΕΣΗΕΑ και του ΟΕΕ.
Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *
Δ