Στις χαμένες ευκαιρίες αναφέρθηκε ο κ. Φιλιώτης, που ζήτησε από την πολιτεία να υλοποιήσει τις δεσμεύσεις τη, καθώς, αν και η πολιτική ηγεσία εδώ και αρκετό καιρό έχει δεσμευτεί για την απλοποίηση του πλαισίου διεξαγωγής μέσω της ψήφισης σχετικής νομοθετικής ρύθμισης, παρόλα αυτά δεν έχει προχωρήσει σε καμία ενέργεια.
Το ζήτημα των κλινικών μελετών είναι ένα από τα μόνιμα προβλήματα που αντιμετωπίζει ο κλάδος και το οποίο απασχολεί ιδιαίτερα τα τελευταία χρόνια.
«Δυστυχώς» ανέφερε ο κ. Φιλιώτης, «οι κλινικές μελέτες απασχολούν αρνητικά καθώς συζητιούνται για την αισθητή απουσία τους και όχι, όπως θα έπρεπε, για τη δυναμική παρουσία τους. Αν και έχουν γίνει πολλές εκκλήσεις δυστυχώς, τα αποτελέσματα δεν ήταν σπουδαία. Χάθηκαν πάρα πολλές ευκαιρίες – και τώρα πολλές κλινικές μελέτες που θα μπορούσαν να γίνονται στην Ελλάδα, γίνονται σε άλλες χώρες. Μπορεί στις αρχές του 2013 να βελτιώθηκε αισθητά το θεσμικό πλαίσιο και να εξαλείφθηκαν οι υπερβολικές καθυστερήσεις στην αδειοδότηση, ωστόσο, ήδη είχε πληγεί η αξιοπιστία της χώρας. Από το 2009 και μετά, πολλές κλινικές έρευνες, ενώ προγραμματίστηκαν για να γίνουν στην Ελλάδα, δεν προχώρησαν ποτέ και ματαιώθηκαν. Όπως γνωρίζουμε όλοι, το κυριότερο πρόβλημα ήταν η μεγάλη καθυστέρηση στη διαχείριση των αιτήσεων και στην διευκρίνιση των διαδικασιών για την έναρξη των μελετών» .
Παράλληλα, παρατηρείται στασιμότητα ή και κάμψη στις νέες αιτήσεις σε μια περίοδο που διεθνώς σημειώνεται αλματώδης αύξηση του αριθμού των κλινικών μελετών, ακριβώς γιατί υπάρχει μια έκρηξη των επενδύσεων στο πεδίο της ιατροφαρμακευτικής έρευνας. Μάλιστα μεταξύ 2008 και 2013 οι αιτήσεις για κλινικές έρευνες υπερδιπλασιάστηκαν διεθνώς – από 66.306 σε 159.223. Όμως η χώρα μας παρέμεινε εκτός αυτής της επενδυτικής φρενίτιδας αφού το διάστημα 2012-2013 κατατέθηκαν στην Ελλάδα μόλις 138 αιτήσεις για κλινικές μελέτες την ίδια ώρα που στο Βέλγιο κατατέθηκαν 1118 και στην Τσεχία 574, σε δύο χώρες με τις οποίες διαθέτουμε συγκρίσιμο μέγεθος και πληθυσμό.
Σύμφωνα με το ΣΦΕΕ οι φαρμακευτικές εταιρείες υπήρξαν ιδιαίτερα δραστήριες, καθώς ήδη με βάση τα στοιχεία του 2012 σχεδόν 1 στις 3 εταιρείες – μέλη του δραστηριοποιήθηκε στο πεδίο των κλινικών δοκιμών.
Ο κ. Φιλιώτης αναφέρθηκε και στο οικονομικό σκέλος της επένδυσης στην κλινική έρευνα και σημείωσε χαρακτηριστικά ότι «για πολλούς, οι κλινικές έρευνες σημαίνουν ‘ζεστό’ χρήμα που έρχεται στη χώρα. Όπως είναι γνωστό, με κάθε νέα κλινική έρευνα «εισάγονται» στην Ελλάδα περίπου 250.000 ευρώ. Και αν λάβουμε υπόψη μας τους κατάλληλους δημοσιονομικούς πολλαπλασιαστές, μπορούμε να εκτιμήσουμε ότι για κάθε νέα έρευνα προκαλείται αύξηση του ΑΕΠ περίπου κατά 500.000 ευρώ. Κανείς φυσικά δεν λέει «όχι» στο ζεστό χρήμα, το οποίο είναι πάρα πολύ σημαντικό και πάρα πολύ χρήσιμο. Ωστόσο, εδώ έχουμε να κάνουμε με κάτι πολύ μεγαλύτερο από μια απλή εμπορική συναλλαγή».
Η ευμενέστερη φορολογική μεταχείριση είναι ένα από τα σημαντικότερα βήματα υποστήριξης του πεδίου των κλινικών μελετών, που ήδη θα έπρεπε να είχε γίνει.
Και είναι προφανή τα ποιοτικά οφέλη καθώς η πλήρης ένταξη της Ελλάδας στη διεθνή ιατρική και επιστημονική κοινότητα των ερευνητών που αναζητούν τα «επόμενα βήματα» της γνώσης μπορεί:
• Να συμβάλλει στην εισαγωγή νέας τεχνογνωσίας,
• Να εγκαθιδρύσει διαύλους επικοινωνίας με τα κορυφαία διεθνή ερευνητικά κέντρα
• Και να προάγει τη διαρκή επιμόρφωση στον τομέα της Ιατρικής.
Ο κ. Φιλιώτης ολοκλήρωσε την ομιλία του σημειώνοντας πως με το νέο πλαίσιο που διαμορφώθηκε ήδη από το 2013 αλλά και τη στελέχωση του ΕΟΦ, η Ελλάδα μπορεί να διεκδικήσει την αναβάθμισή της ως χώρα προσέλκυσης κλινικών μελετών.
Υπεύθυνη Σύνταξης στο Virus.com.gr - Αρχισυντάκτρια του περιοδικού Pharma & Health Business
Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *
Δ