Σημαντικές επιστημονικές ανακοινώσεις για τη θεραπεία μορφών της Πολλαπλής Σκλήρυνσης, έκανε η Sanofi Genzyme κατά τη διάρκεια του 70ου ετήσιου συνεδρίου της Αμερικανικής Ακαδημίας Νευρολογίας (AAN) στο Λος Άντζελες της Καλιφόρνια.
Η φαρμακοβιομηχανία παρουσίασε, ειδικότερα, τα δεδομένα επέκτασης δύο πιλοτικών μελετών σε ασθενείς με υποτροπιάζουσα-διαλείπουσα πολλαπλή σκλήρυνση (RRMS) που είχαν λάβει το alemtuzumab, καθώς και τα ερευνητικά δεδομένα δύο κλινικών μελετών σε ασθενείς με υποτροπιάζουσα πολλαπλή σκλήρυνση οι οποίοι μετέβησαν σε θεραπεία με teriflunomide από θεραπεία με ιντερφερόνη.
Διατήρηση της αποτελεσματικότητας της θεραπείας με alemtuzumab για 7 έτη
Μεταξύ των ασθενών με υποτροπιάζουσα-διαλείπουσα πολλαπλή σκλήρυνση που έλαβαν θεραπεία με alemtuzumab στη διάρκεια των πιλοτικών μελετών CARE-MS διετούς διάρκειας, το 80% (n=299) από τη μελέτη CARE-MS I και το 73% (n=317) από τη μελέτη CARE-MS II συμπλήρωσαν μακροχρόνια παρακολούθηση έως το έβδομο έτος. Τα βασικά ευρήματα είναι τα εξής:
“Τα δεδομένα της μελέτης επέκτασης που παρουσιάζονται στο συνέδριο της Αμερικανικής Ακαδημίας Νευρολογίας (AAN) δείχνουν ότι πάνω από τα δύο τρίτα των ασθενών δεν παρουσίασαν επιβεβαιωμένη επιδείνωση της αναπηρίας κατά το έβδομο έτος από την έναρξη θεραπείας με alemtuzumab,” δήλωσε ο Barry Singer, M.D., Διευθυντής του Κέντρου Πολλαπλής Σκλήρυνσης για καινοτομίες στη Φροντίδα στο Ιατρικό Κέντρο Βαπτιστών του Μιζούρι στο Σαιντ Λούις. “Επιπλέον, τα αποτελέσματα που αφορούν στις υποτροπές και τις εκβάσεις βάσει μαγνητικής απεικόνισης, συμπεριλαμβανομένης της μείωσης του όγκου του εγκεφάλου διατηρήθηκαν στο πέρασμα του χρόνου, παρόλο που η πλειοψηφία των ασθενών δεν έλαβε πρόσθετη θεραπεία τα προηγούμενη έξι έτη.”
Οι κλινικές μελέτες Φάσης III του alemtuzumab ήταν τυχαιοποιημένες, ανοιχτές, τυφλές, πιλοτικές μελέτες διετούς διάρκειας που συνέκριναν τη θεραπεία με alemtuzumab έναντι της υψηλής δόσης υποδόρια χορηγούμενης ιντερφερόνης βήτα-1α σε ασθενείς με ενεργή υποτροπιάζουσα-διαλείπουσα πολλαπλή σκλήρυνση, οι οποίοι είτε δεν είχαν λάβει προηγουμένως θεραπεία (CARE-MS I) είτε δεν είχαν ανταποκριθεί επαρκώς σε διαφορετική θεραπεία (CARE-MS II).
Κατά τις κλινικές μελέτες, οι σοβαρές ανεπιθύμητες ενέργειες που συσχετίστηκαν με το alemtuzumab ήταν αντιδράσεις σχετιζόμενες με την έγχυση, αυτοάνοσα νοσήματα (όπως θυρεοειδική νόσος, αυτοάνοσες κυτταροπενίες και νεφροπάθειες), λοιμώξεις, οξεία αλιθιασική χολοκυστίτιδα και πνευμονίτιδα. Το alemtuzumab ενδέχεται να προκαλέσει υψηλό κίνδυνο κακοηθειών. Προγράμματα διαχείρισης κινδύνου που περιλαμβάνουν εκπαίδευση και παρακολούθηση συμβάλλουν στην έγκαιρη ανίχνευση και διαχείριση των κύριων αναγνωρισμένων και δυνητικών κινδύνων. Οι πιο συχνά αναφερόμενες ανεπιθύμητες ενέργειες του alemtuzumab είναι εξάνθημα, κεφαλαλγία, πυρεξία, ρινοφαρυγγίτιδα, ναυτία, λοίμωξη του ουροποιητικού, κόπωση, αυπνία, λοίμωξη του ανώτερου αναπνευστικού, λοίμωξη από τον ιό του έρπητα, κνίδωση, κνησμός, διαταραχές του θυρεοειδούς αδένα, μυκητιασική λοίμωξη, αρθραλγία, πόνος στα άκρα, πόνος στη μέση, διάρροια, ρινοκολπίτιδα, στοματοφαρυγγικός πόνος, παραισθησία, ζάλη, κοιλιακό άλγος, έξαψη και έμετος.
Σημαντικά βελτιωμένη συνολική ικανοποίηση των ασθενών από την αλλαγή της αγωγής τους σε τεριφλουνομίδη
Η Φάσης 4 μελέτη Teri-PRO και η Φάσης 3 μελέτη επέκτασης TENERE αξιολόγησαν την ικανοποίηση των ασθενών με υποτροπιάζουσα πολλαπλή σκλήρυνση από τη θεραπεία με teriflunomid , όπως μετρήθηκε με βάση το ερωτηματολόγιο TSQM (Treatment Satisfaction Questionnaire for Medication/Ερωτηματολόγιο Ικανοποίησης από τη Θεραπευτική Αγωγή). Το ερωτηματολόγιο TSQM περιλαμβάνει 14 ερωτήσεις με σκοπό την αξιολόγηση της ικανοποίησης των ασθενών από τη θεραπευτική αγωγή τους σε τέσσερα διαφορετικά πεδία: τη συνολική ικανοποίηση, την αποτελεσματικότητα, τις ανεπιθύμητες ενέργειες και την ευκολία στη χρήση.
Στη μελέτη Teri-PRO, 285 ασθενείς μετέβησαν είτε από ιντερφερόνη βήτα-1α είτε από ιντερφερόνη βήτα-1β σε τεριφλουνομίδη 14 mg. Αυτοί οι ασθενείς ανέφεραν στατιστικά σημαντική βελτίωση από την έναρξη της μελέτης έως τη 48η εβδομάδα και στους τέσσερις τομείς του ερωτηματολογίου TSQM (p=0,0001 για αποτελεσματικότητα, p<0,0001 για συνολική ικανοποίηση, ανεπιθύμητες ενέργειες και ευκολία στη χρήση).
Στη μελέτη επέκτασης TENERE, 59 ασθενείς μετέβησαν από ιντερφερόνη βήτα-1α σε τεριφλουνομίδη 14 mg. Αυτοί οι ασθενείς ανέφεραν στατιστικά σημαντική βελτίωση στους τομείς των ανεπιθύμητων ενεργειών και της ευκολίας στη χρήση με βάση το ερωτηματολόγιο από την έναρξη της επέκτασης έως και την 48η εβδομάδα (p<0,0001 και για τα δύο πεδία) και η συγκεκριμένη βελτίωση διατηρήθηκε έως και την 96η εβδομάδα (p=0,0018 και p=0,0028, αντίστοιχα). Η συνολική ικανοποίηση βελτιώθηκε σημαντικά από την έναρξη της μελέτης έως την 96η εβδομάδα (p=0,0341).
Ενώ οι δύο πληθυσμοί ασθενών ήταν ετερογενείς όσον αφορά τα δημογραφικά και τα παθολογικά χαρακτηριστικά, η συνολική αύξηση της ικανοποίησης από τη θεραπεία μετά τη μετάβαση σε τεριφλουνομίδη 14 mg ήταν παρόμοια και στις δύο μελέτες.
“Τα δεδομένα από τη μελέτη Teri–PRO και τη μελέτη επέκτασης TENERE που παρουσιάζονται στο συνέδριο της Αμερικανικής Ακαδημίας Νευρολογίας (AAN) δείχνουν ότι οι ασθενείς που μετέβησαν σε θεραπεία με τεριφλουνομίδη από ιντερφερόνη παρουσίασαν βελτίωση της ικανοποίησης από τη θεραπεία, ένα σημαντικό αποτέλεσμα με επίκεντρο του ασθενείς, σε δύο κλινικές μελέτες,” δήλωσε η Patricia K. Coyle, M.D., Διευθύντρια του Κέντρου Ολοκληρωμένης Φροντίδας για την Πολλαπλή Σκλήρυνση στο Στόνι Μπρουκ της Νέας Υόρκης. “Επιπλέον, είναι ενθαρρυντικό το γεγονός ότι παρατηρήθηκε παρόμοια συνολική αύξηση της ικανοποίησης από τη θεραπεία και στις δύο μελέτες, παρόλο που οι δύο πληθυσμοί ασθενών παρουσίαζαν αρκετές διαφορές, ιδιαίτερα όσον αφορά στην ηλικία και τη διάρκεια της νόσου.”
Στη μελέτη Teri-PRO, οι πιο συχνά αναφερόμενες ανεπιθύμητες ενέργειες που εμφανίστηκαν σε >5% των ασθενών ήταν: αραίωση μαλλιών, διάρροια, ναυτία, κεφαλαλγία, λοίμωξη του ουροποιητικού, αύξηση των επιπέδων της αμινοτρανσφεράσης της αλανίνης (ALT/ηπατικό ένζυμο), ρινοφαρυγγίτιδα και κόπωση. Οι σοβαρές ανεπιθύμητες ενέργειες που αναφέρθηκαν σε >5% των ασθενών ήταν: υποτροπή της πολλαπλής σκλήρυνσης, υπέρταση, αύξηση των επιπέδων της αμινοτρανσφεράσης της αλανίνης και λοίμωξη του ουροποιητικού. Στη μελέτη TENERE, οι πιο συχνά αναφερόμενες ανεπιθύμητες ενέργειες (>10% των ασθενών) που εμφανίστηκαν στη διάρκεια θεραπείας με τεριφλουνομίδη ήταν: διάρροια, ρινοφαρυγγίτιδα, αραίωση μαλλιών, παραισθησία και πόνο στη μέση.
Το virus.com.gr σας φέρνει καθημερινά τις πιο έγκυρες ειδησεις από τον χώρο της πολιτικής υγείας και φαρμάκου
Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *
Δ