Έγκριση έλαβε από το Κεντρικό Συμβούλιο Υγείας (ΚΕΣΥ), μετά από μακρά περίοδο αναμονής, το Εθνικό Σχέδιο Δράσης για τις Ρευματικές Παθήσεις (ΡΠ) – πραγματώνοντας ένα χρόνιο αίτημα των αρμόδιων επιστημόνων και των ασθενών στη χώρα που συνιστούν το Εθνικό Συμβούλιο για τις ΡΠ.
Το Σχέδιο αποσκοπεί: α) στην ευρύτερη αναγνώριση σε εθνικό επίπεδο των επιπτώσεων των Ρευματικών Παθήσεων (ΡΠ), β) στην ανάδειξη της σημαντικότητας των μέτρων πρόληψης, πρώιμης διάγνωσης και έγκαιρης έναρξης της κατάλληλης φαρμακευτικής θεραπείας, και γ) στην προβολή όλων των διαθέσιμων αποτελεσματικών παρεμβάσεων που μειώνουν τη νοσηρότητα, την αναπηρία και τον κοινωνικό αποκλεισμό, με τελικό στόχο τη βελτίωση της ποιότητα ζωής των ατόμων με ΡΠ.
Την ικανοποίησή του για την κύρωση του Σχεδίου εκφράζει ο Πρόεδρος ης Ελληνικής Ρευματολογικής Εταιρείας, Παναγιώτης Τρόντζας, ο οποίος τονίζει: «Είναι μια πολύ σημαντική απόφαση για τόσο για τις Ενώσεις Ασθενών όσο και για την επιστημονική κοινότητα, καθώς τίθεται η προτεραιότητα της «πρώιμης διάγνωσης και της έγκαιρης και ορθής θεραπείας».
Προϋπόθεση για την υλοποίηση του Σχεδίου, βέβαια, είναι η έγκριση όλων των απαραίτητων διαδικασιών από τον Υπουργό Υγείας.
Το σχέδιο περιλαμβάνει 7 θεματικούς άξονες που αφορούν:
- τις αναγκαίες πολιτικές υγείας και τις μεταρρυθμίσεις στο σύστημα υγείας που χρειάζεται να εφαρμοσθούν,
- την ενημέρωση και ευαισθητοποίηση του κοινού,
- την ανάγκη δημιουργίας αρχείων καταγραφής ρευματοπαθών,
- την υποστήριξη και τη φροντίδα των χρόνιων ρευματοπαθών,
- την ανάπτυξη του εθελοντισμού για τη συμπληρωματική κάλυψη των αναγκών,
- την εκπαίδευση των ιατρών και των άλλων επαγγελματιών υγείας αλλά και των ίδιων των ασθενών και των οικογενειών τους,
- την έρευνα για τις ρευματικές παθήσεις (στους τομείς της επιδημιολογίας, της αιτιοπαθογένειας, της κλινικής έρευνας, αλλά και των οικονομικών δεδομένων για την επιβάρυνση του συστήματος υγείας).
Λίγα λόγια για τις ρευματικές παθήσεις
Στην Ελλάδα οι Ρευματοπαθείς ανέρχονται περίπου σε 3.000.000. Από αυτούς, το 13% του πληθυσμού πάσχει από Οστεοαρθρίτιδα, 11% από Οσφυαλγία, 4,8% από Αυχεναλγία, 4,5% από Οστεοπόρωση και 2,1% από τα σοβαρά Αυτοάνοσα Φλεγμονώδη Συστηματικά Ρευματικά Νοσήματα, ενώ 1 στα 1000 παιδιά πάσχουν από Νεανική Αρθρίτιδα.
Στις περισσότερες περιπτώσεις των ΡΠ η αιτιολογία παραμένει άγνωστη. Ο τρόπος ζωής (άσκηση, διατροφή, κάπνισμα, επάγγελμα, τόπος διαμονής κλπ) καθώς και οι κλιματολογικές συνθήκες δεν φαίνεται να σχετίζονται άμεσα με τη παθογένεση των ΡΠ αλλά μπορούν να επηρεάσουν την εμφάνιση ή την εξέλιξη ορισμένων από αυτά τα νοσήματα.
Στην Ελλάδα οι ΡΠ αποτελούν την πρώτη κατά σειρά αιτία (μεταξύ όλων των νοσημάτων) χρόνιου προβλήματος υγείας (38,7%), μακροχρόνιας και βραχυχρόνιας σωματικής ανικανότητας (47,2% και 26,2% αντίστοιχα) και ιατρικών επισκέψεων (20,5%) ενώ κατατάσσονται στη δεύτερη θέση ως αιτία κατανάλωσης συνταγογραφούμενων και μη συνταγογραφούμενων φαρμάκων (24,0 και 17,7% αντίστοιχα).
Οι ΡΠ προσβάλλουν όλες τις ηλικίες (όχι μόνο τους ηλικιωμένους) και συνοδεύονται από πόνο και ανικανότητα ενώ εάν δεν αντιμετωπιστούν κατάλληλα οδηγούν σε αναπηρία και αυξημένη νοσηρότητα και θνητότητα.
Στη χώρα μας εκτιμάται ότι το 25% των ασθενών με Ρευματοειδή Αρθρίτιδα εγκαταλείπει την εργασία μέσα στα 5 πρώτα χρόνια από τη διάγνωση, ενώ 1 στους 2 ασθενείς με Ρευματοειδή Αρθρίτιδα αντιμετωπίζουν δυσκολίες στην πρόσβαση σε Ρευματολόγο και σε κατάλληλη θεραπεία λόγω της πολύχρονης οικονομικής κρίσης που πλήττει περισσότερο τις ευπαθείς ομάδες.