Στα ψιλά πέρασε μία πολύ σημαντική ρύθμιση, που αφορά τις κλινικές μελέτες και εντάχθηκε στον νέο νόμο 4950. Η ρύθμιση άρει το αντικίνητρο, που ίσχυε στα νοσοκομεία, καθώς μέχρι πρότινος τα έσοδα από κλινικές μελέτες ενσωματώνονταν από το υπουργείο Οικονομικών στην ετήσια κρατική επιχορήγηση των νοσοκομείων του ΕΣΥ.
Η νέα ρύθμιση λοιπόν προβλέπει ότι τα ποσά που εγγράφονται ως έσοδο είναι καθ’ υπέρβαση των πιστώσεων που έχουν προβλεφθεί στον κρατικό προϋπολογισμό. Η αναγκαιότητα της άρσης του αντικινήτρου είχε αναδειχθεί στην επιτροπή που είχε δημιουργηθεί για το θέμα πέρσι, υπό την ευθύνη του γενικού γραμματέα κ. Γιάννη Κωτσιόπουλου.
Ειδικότερα, το άρθρο 51 του νέου νόμου προβλέπει τα ακόλουθα:
“Τα έσοδα των νοσηλευτικών ιδρυμάτων του δημοσίου συστήματος υγείας που προέρχονται από το ποσοστό που παρακρατείται και αποδίδεται σε αυτά λόγω της συμμετοχής τους ως ερευνητικών κέντρων στη διεξαγωγή βιοϊατρικής έρευνας, σύμφωνα με το άρθρο ογδοηκοστό έβδομο του ν. 4812/2021 (Α’ 110), διατίθενται αποκλειστικά για την προμήθεια ιατροτεχνολογικού εξοπλισμού και τη βελτίωση των υποδομών τους. Τα ποσά που εγγράφονται στον προϋπολογισμό των νοσηλευτικών ιδρυμάτων ως έσοδο και ως έξοδο κατ’ εφαρμογή του προηγούμενου εδαφίου, εγγράφονται καθ’ υπέρβαση των πιστώσεων που έχουν προβλεφθεί στον κρατικό προϋπολογισμό εκάστου έτους. Αν οι δαπάνες για την προμήθεια ιατροτεχνολογικού εξοπλισμού και τη βελτίωση υποδομών, δεν πραγματοποιηθούν εντός του οικονομικού έτους -είσπραξης των αντίστοιχων εσόδων, οι σχετικές πιστώσεις εξόδων δύνανται να μεταφερθούν στον προϋπολογισμό των οικείων φορέων του επόμενου έτους”.
Τι σημαίνει στην πράξη η νέα ρύθμιση; Μέχρι σήμερα ίσχυε το εξής παράλογο: Ας υποθέσουμε ότι ένα νοσοκομείο κατάφερνε να προσελκύσει για κλινικές μελέτες Χ ποσό από μεγάλες φαρμακοβιομηχανίες ή εταιρείες ιατρικού εξοπλισμού. Και ας υποθέσουμε ότι η ετήσια κρατική επιχορήγησή του είναι ποσό Ψ. Στην πράξη το υπουργείο Οικονομικών θα έδινε επιχορήγηση Ψ μείον Χ. Δηλαδή, πρακτικά, το νοσοκομείο δεν είχε κανένα κίνητρο για να προσελκύσει κλινικές μελέτες.
Από την άλλη, όμως, βλέπουμε ότι μπαίνει ένας ανούσιος κατά την άποψη μου περιορισμός, καθώς προβλέπεται ότι τα έσοδα που προέρχονται από έρευνα θα διατίθενται αποκλειστικά για την προμήθεια ιατροτεχνολογικού εξοπλισμού και τη βελτίωση των υποδομών των νοσοκομείων. Γιατί π.χ. να μην μπορεί το νοσοκομείο να αξιοποιήσει τους πόρους και για άλλους σκοπούς, όπως να κάνει προσλήψεις προσωπικού, που να αφορούν τη διενέργεια των κλινικών μελετών;
Η αλήθεια είναι ότι μία από τις μεγάλες πληγές στα δημόσια νοσοκομεία δεν είναι η έλλειψη ιατρών, νοσηλευτών ή τεχνολόγων, αλλά… γραμματειακής υποστήριξης. Δεν είναι τυχαίο ότι στα περισσότερα κέντρα αριστείας, στα οποία διεξάγονται κλινικές μελέτες, απασχολείται επιστημονικό προσωπικό και γραμματείς με πόρους, που διαθέτουν τα ίδια τα πρωτόκολλα.
Μένει να δούμε αν και κατά πόσο η εφαρμογή της ρύθμισης θα δώσει πράγματι ώθηση στη διενέργεια κλινικών μελετών στη χώρα μας. Διότι είναι αλήθεια ότι λόγω της πανδημίας και τη δραματική έλλειψη προσωπικού σε πολλά τμήματα, η κλινική έρευνα περνά σε δεύτερη ή και τρίτη μοίρα για τις διοικήσεις των νοσοκομείων (να μην πω και τίποτε χειρότερο…).
Σήμερα, στην Ελλάδα εγκρίνονται σε ετήσια βάση κλινικές μελέτες με συνολικό προϋπολογισμό περίπου 80 εκατ. το χρόνο. Δυστυχώς, δεν έχουμε εικόνα και αξιόπιστα δεδομένα για τις μελέτες, που υλοποιούνται και τα ποσά που απορροφώνται σε ετήσια βάση. Διότι είναι δυνατόν να εγκριθεί μία μελέτη για 100 ασθενείς και προϋπολογισμό 1 εκατ. ευρώ, αλλά τελικά να εγγράψει μόνο 70 ασθενείς και να απορροφηθούν λιγότερα χρήματα.
Σε επίπεδο Ε.Ε. επενδύονται ετησίως περίπου 35-40 δισ. ευρώ σε κλινικές μελέτες. Αν ληφθεί υπόψη το επίπεδο του επιστημονικού προσωπικού, που παραμένει υψηλό – παρά τα προβλήματα – το μέγεθος της χώρας και του συστήματος υγείας, τότε εκτιμάται ότι η Ελλάδα θα μπορούσε να προσελκύσει για κλινικές μελέτες 4 ή και 5 φορές περισσότερους πόρους.
Το έχουμε επισημάνει και άλλες φορές. Δεν είναι μόνο τα χρήματα, το ξένο συνάλλαγμα που θα εισρεύσει στη χώρα μας. Είναι το γεγονός ότι θα απασχοληθούν χιλιάδες νέοι επιστήμονες και ερευνητές – και γιατί όχι να επιστρέψουν ορισμένοι, που έφυγαν άρον άρον μετά το 2010. Μόνο με τέτοιου είδους κινήσεις είναι δυνατόν να γίνει πράξη το brain gain.
Δευθυντής Σύνταξης, virus.com.gr & Pharma Health Business magazine
Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *
Δ