Συνταγματικό και νόμιμο έκρινε το Συμβούλιο της Επικρατείας το Προεδρικό Διάταγμα, με το οποίο απελευθερώνεται το επάγγελμα του φαρμακοποιού. Ένσταση εξέφρασε το ΣτΕ για την παράγραφο που αφορά στη συμμετοχή ιδιωτικών διαγνωστικών κέντρων σε φαρμακεία.
Το Π.Δ. ουσιαστικά κάλυψε το κενό που είχε δημιουργηθεί μετά την απόρριψη ανάλογης Υπουργικής Απόφασης, με την οποία ιδιώτες, μη φαρμακοποιοί, θα μπορούσαν να ιδρύσουν φαρμακεία, με τη συμμετοχή όμως φαρμακοποιού σε ποσοστό τουλάχιστον 20%.
Συγκεκριμένα, το Ε΄ Τμήμα του ΣτΕ έκρινε ότι οι διατάξεις του ΠΔ που αφορούν στη συμμετοχή ιδιωτών στη λειτουργία των φαρμακείων δεν προσκρούουν στο Σύνταγμα και τις ελευθερίες που αυτό προστατεύει.
Όπως έκρινε το Ανώτατο Ακυρωτικό Δικαστήριο η πρόβλεψη «περί της υποχρεωτικής συμμετοχής σε ΕΠΕ ιδιοκτησίας αδειούχου- μη φαρμακοποιού, επιστήμονα φαρμακοποιού με ποσοστό εταιρικής μερίδας 20%» δεν εγείρει ζητήματα συνταγματικότητας. Μάλιστα, υποστηρίζουν ότι «η νέα ρύθμιση περί διαχωρισμού του ιδιοκτησιακού και επιχειρησιακού τομέα των φαρμακείων από τον τομέα της παροχής αμιγώς φαρμακευτικών υπηρεσιών θεσπίζεται νομίμως, από το ελληνικό Κράτος, κατ’ εκτίμηση των σύγχρονων διεθνών αντιλήψεων περί ανοίγματος των ελεύθερων επαγγελμάτων στον ανταγωνισμό, λαμβανομένων υπόψη και των δεσμεύσεων της χώρας για την απελευθέρωση των κλειστών επαγγελμάτων με μείωση των περιορισμών, μεταξύ άλλων στα φαρμακεία».
Σύμφωνα με το σκεπτικό της απόφασης η άρση του μονοπωλίου του εμπορίου φαρμάκων εκ μέρους του κλειστού επαγγελματικού κύκλου των φαρμακοποιών «θεωρείται ότι θα συμβάλει στη διαμόρφωση από την ίδια την αγορά τόσο της προσφοράς και της ζήτησης των φαρμάκων, όσο και της ποιότητας των παρεχόμενων φαρμακευτικών προϊόντων και υπηρεσιών».
Βέβαια, χαρακτηρίζουν συνταγματική την υποχρεωτική συμμετοχή επιστήμονα φαρμακοποιού σε εμπορική κεφαλαιουχική εταιρεία, όπως είναι η ΕΠΕ, με ορισμένο ποσοστό εταιρικής μερίδας. Στο επιχείρημα ότι ο περιορισμός της συμμετοχής των φαρμακοποιών περιορίζει και την επαγγελματική τους ελευθερία, το ΣτΕ εκτιμά ότι «οι φαρμακοποιοί, που δεν καθίστανται απλοί υπάλληλοι αλλά εταίροι στην οικεία επιχείρηση, παραμένουν κύριοι της πλέον σημαντικής συνισταμένης της εκμετάλλευσης φαρμακείου, ήτοι της παροχής του κατάλληλου φαρμάκου στον ασθενή, υπό την ιδιότητά τους ως επιστημονικώς υπευθύνων (εκάστου εξ αυτών) ενός καταστήματος φαρμακείου».
Η μόνη ένσταση που διατυπώνει το ΣτΕ αφορά στη διάταξη που «θεσπίζει απόλυτη απαγόρευση συμμετοχής ως εταίρου, σε εταιρείες που λειτουργούν φαρμακείο, φυσικού ή νομικού προσώπου που μετέχει υπό οποιαδήποτε ιδιότητα σε εταιρείες ιδιωτικών διαγνωστικών εργαστηρίων, σε φαρμακευτικές εταιρείες κ.ο.κ., εφόσον καθ’ όλη τη χρονική περίοδο από την έναρξη έως την παύση λειτουργίας του φαρμακείου και ως προς την εταιρεία στην οποία μετέχει το φυσικό πρόσωπο «είναι ή υπήρξε κύριος αριθμού μετοχών που το κατατάσσουν ή κατέτασσαν μεταξύ των δέκα μεγαλύτερων μετόχων της εταιρείας», ενδέχεται να δημιουργήσει προβλήματα στην εφαρμογή της, διότι συναρτά την ιδιότητα του κύριου μετόχου με ενέργειες τρίτων προσώπων (αγορές, πωλήσεις μετοχών), ενίοτε βραχείας διάρκειας, που δεν υπόκεινται καθ’ οιονδήποτε τρόπο στον έλεγχο των συγκεκριμένων προσώπων, ενώ μπορεί να συνεπάγεται αναδρομικές ή επιγενομένως ανακύπτουσες ακυρότητες». Πηγή: ΑΠΕ-ΜΠΕ, SKAI
Υπεύθυνη Σύνταξης στο Virus.com.gr - Αρχισυντάκτρια του περιοδικού Pharma & Health Business
Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *
Δ