Τις αντιλήψεις και συμπεριφορές των υγιών αλλά και των ασθενών ενηλίκων, αναφορικά με τα συμπληρώματα διατροφής και τη χρήση τους, αποτυπώνει νέα έρευνα της ΑΚΟΣ – μίας μη κερδοσκοπικής εταιρίας που αποτελείται από επιστήμονες του χώρου της υγείας.
Σύμφωνα με τα αποτελέσματα της έρευνας, 1 στους 2 παίρνουν συμπληρώματα διατροφής αναζητώντας το «ελιξίριο» που θα τους διασφαλίσει μακροζωία και καλή ποιότητα υγείας, ενώ 3 στους 4 από όσους δεν παίρνουν, θέλουν να πάρουν. Περίπου 1 στους 3 αγοράζει συμπληρώματα διατροφής για λογαριασμό άλλου και 1 στους 4 όσων συμμετείχαν στην έρευνα (23%) κρύβει από τον γιατρό του ότι παίρνει συμπληρώματα διατροφής, είτε γιατί φοβάται ότι αυτός θα τον επικρίνει είτε γιατί δεν εμπιστεύεται την κρίση του.
Εντυπωσιακό είναι το γεγονός ότι πάνω από 50% δαπανούν μηνιαίως έως και 25 ευρώ, ενώ 1 στους 5 διαθέτει πάνω από 50 ευρώ για την αγορά συμπληρωμάτων διατροφής.
Στην έρευνα συμμετείχαν 1.128 άτομα, τα οποία συμπλήρωσαν ερωτηματολόγια σε ηλεκτρονική ή έντυπη μορφή. Από αυτούς το 67,2% ήταν γυναίκες και το 32,8% άνδρες. Το 65,1% δήλωσαν υγιείς και 35,9% δήλωσαν ασθένεια όπως σακχαρώδη διαβήτη, υπέρταση, χρόνια νεφρική νόσο, χρόνιο νόσημα εντέρου, καρκίνο ή άλλο.
«Τα τελευταία χρόνια αυξάνεται ο αριθμός των πολιτών είτε είναι υγιείς, είτε αντιμετωπίζουν προβλήματα υγείας, οι οποίοι επιλέγουν να κάνουν χρήση συμπληρωμάτων διατροφής προκειμένου να θωρακίσουν τον οργανισμό τους και να λειτουργήσουν προληπτικά απέναντι σε σειρά ασθενειών. Θελήσαμε, λοιπόν, να αναζητήσουμε γιατί και πώς οδηγούνται σε αυτήν την επιλογή. Αρωγοί και σε αυτήν την έρευνά μας ειδικοί επιστήμονες, οι οποίοι συνέδραμαν στην κατάρτιση του ερωτηματολογίου και στην επεξεργασία των απαντήσεων» εξηγεί η πρόεδρος της ΑΚΟΣ ογκολόγος-ακτινοθεραπευτής Δρ Δέσποινα Κατσώχη.
Στη συντριπτική πλειονότητά τους (76%) οι συμμετέχοντες θεωρούν ότι τρέφονται υγιεινά και δεν άλλαξαν διατροφή τον τελευταίο χρόνο (72%). Όσοι άλλαξαν τη διατροφή τους τον τελευταίο χρόνο, το έπραξαν κυρίως με τη βοήθεια ειδικών, είτε διαιτολόγου-διατροφολόγου (45%), είτε θεράποντα ιατρού (44%). Ένα ποσοστό αναζήτησε οδηγίες στο διαδίκτυο (28%) ή απευθύνθηκε σε εναλλακτικό επιστήμονα (15%). Μικρότερο ποσοστό απευθύνθηκε σε φίλους (10%).
Το 52% των ερωτηθέντων λαμβάνει συμπληρώματα διατροφής καθημερινά, ενώ ένα μεγάλο ποσοστό (72%) από όσους δεν λαμβάνουν συμπληρώματα διατροφής ενδιαφέρεται να τα δοκιμάσει.
Στη συντριπτική τους πλειοψηφία χρησιμοποιούν συμπληρώματα διατροφής για να βελτιώσουν την ποιότητα ζωή τους (82%). Περίπου ένας στους δύο τα χρησιμοποιεί για προληπτικούς λόγους (55%) αλλά και για την πρόληψη του καρκίνου (32%). Σημαντική και η αντιγηραντική τους δράση (24%) Το 52% ξεκίνησε να λαμβάνει συμπληρώματα διατροφής, όταν έμαθε ότι βελτιώνουν την υγεία. Σημαντικό ποσοστό (41%) ανέφερε ότι άρχισε να τα χρησιμοποιεί όταν αντιμετώπισε κάποιο πρόβλημα υγείας και το 11% από τότε που ασθένησε πρόσωπο του συγγενικού τους περιβάλλοντος. Περίπου οι μισοί (44%) επιλέγουν συμπληρώματα διατροφής με βάση τις ιδιότητες του σκευάσματος ενώ σημαντικό ρόλο παίζει και η σύστασή του (22%) Μόνο το 12% επηρεάζεται από το κόστος του. Μικρότερο ποσοστό επιλέγει ευκαιριακά (5%) ή βάσει διαφήμισης (5%).
Αναφορικά με τα κριτήρια επιλογής συμπληρωμάτων διατροφής, περίπου οι μισοί (48%) αναφέρουν την ασφάλεια και την υγιεινή του σημείου πώλησης, το 23% την ευκολία στην εύρεση και αγορά τους, το 21% την τιμή και το 25% την επωνυμία τους.
Φαρμακοποιός και γιατρός -κατά 33% αντίστοιχα- υπέδειξαν στους συμμετέχοντες στην έρευνα τη χρήση συμπληρωμάτων διατροφής.
Περίπου 8 στους 10 υποστηρίζουν ότι έχαν ενημερώσει το θεράποντα ιατρό τους για το ότι λαμβάνουν συμπληρώματα διατροφής. Από το 23% που επέλεξε να μην τον ενημερώσει, περίπου οι μισοί το έπραξαν γιατί φοβήθηκαν τα αρνητικά του σχόλια. Ένα υψηλό ποσοστό αναφέρει ότι ο γιατρός του δεν γνωρίζει αρκετά επί των συμπληρωμάτων διατροφής για να κατευθύνει ή ότι δεν εμπιστεύονται την κρίση του επί του θέματος .
Περίπου 6 στους 10 αγοράζουν συμπληρώματα διατροφής για άλλο μέλος της οικογένειάς τους, συνήθως για σύζυγο/σύντροφό (60%), γονείς (42%) ή παιδιά/βρέφη (22%)
Πάνω από τους μισούς δαπανούν έως 25 ευρώ το μήνα για την αγορά συμπληρωμάτων διατροφής. Το 19% δαπανά μηνιαίως από 25 έως 50 ευρώ και 18% από 50 έως 100 ευρώ. Περίπου 7% δαπανά από 100 έως 150 ευρώ το μήνα και μόνο το 2% διαθέτει πάνω από 150 ευρώ το μήνα για την αγορά συμπληρωμάτων διατροφής.
Το 32% πιστεύει ότι μπορεί να αντικαταστήσει τα συμπληρώματα διατροφής με σωστή και υγιεινή διατροφή. Αντίστοιχο ποσοστό θεωρεί ότι είναι καλύτερο να αγοράζεις συμπληρώματα διατροφής από το φαρμακείο. Το 29% θα αγόραζε μόνο επώνυμα συμπληρώματα διατροφής από γνωστές εταιρίες ενώ το 23% θεωρεί ότι είναι πολύ ακριβά.
Όσον αφορά τις διατροφικές συνήθειες, οι ερωτώμενοι προτιμούν ελαιόλαδο, φρέσκα λαχανικά , φρέσκα φρούτα και μέλι.
Στις υπερτροφές, στην κορυφή των προτιμήσεων είναι βασιλικός πολτός και ιπποφαές.
Όσον αφορά τα συμπληρώματα με τη μεγαλύτερη ζήτηση, αυτά είναι: Ωμέγα 3 λιπαρά οξέα, προβιοτικά, ασβέστιο και μαγνήσιο.
Δημοφιλέστερες είναι οι βιταμίνες C και D (από 19% αντίστοιχα) και ακολουθούν το σύμπλεγμα βιταμινών Β (9%), Β12 (7%), Ε (5%), Β6 (4%) και Α (3%) και Κ (2%).
Η διαιτολόγος-διατροφολόγος Δρ Αλεξία Κατσαρού, η οποία συμμετείχε στον σχεδιασμό της έρευνας υπογραμμίζει: «Τα συμπληρώματα βιταμινών δεν πρέπει να λαμβάνονται ανεξέλεγκτα αλλά με τη σύσταση ειδικού (ιατρού, διαιτολόγου-διατροφολόγου) και όταν υπάρχει συγκεκριμένη ένδειξη χορήγησης. Συμπληρώματα βιταμινών πρέπει να χορηγούνται σε διαπιστωμένη ανεπάρκεια ή έλλειψη ή σε άτομα με μεγαλύτερες ανάγκες σε μικροθρεπτικά συστατικά, όπως εγκυμονούσες, γυναίκες που έχουν τεκνοποιήσει πρόσφατα ή σχεδιάζουν να τεκνοποιήσουν, άτομα με δυσαπορρόφηση μικροθρεπτικών συστατικών (π.χ. σε περιπτώσεις χρόνιων φλεγμονωδών νοσημάτων του εντέρου ή επεμβάσεων στο πεπτικό σύστημα, άτομα με χρόνιες νόσους ή ηλικιωμένους), καθώς και σε άτομα που αντιμετωπίζουν μία έντονα στρεσογόνα κατάσταση».
Από την πλευρά της, η κλινική βιολόγος Φωτεινή Κωνσταντίνου, σχολιάζοντας τα αποτελέσματα σημείωσε: «Τα συμπληρώματα βιταμινών πρέπει να λαμβάνονται στην ενδεδειγμένη ποσότητα, συχνότητα και χρονική διάρκεια. Βασική προϋπόθεση αποτελεί να ακολουθείται παράλληλα μία ισορροπημένη και πλήρης διατροφή σχεδιασμένη με βάση τις ιδιαίτερες διατροφικές ανάγκες του ατόμου που τα λαμβάνει (εποχιακές τροφές, κατάλληλη ποσότητα, συχνότητα και ποικιλία). Όσον αφορά στις υπερτροφές και στα δυναμωτικά, η λήψη τους συστήνεται να γίνεται υπό την καθοδήγηση ειδικού, καθώς η δράση τους προϋποθέτει κατάλληλη χρονική διάρκεια, συχνότητα και συνέπεια».
Το virus.com.gr σας φέρνει καθημερινά τις πιο έγκυρες ειδησεις από τον χώρο της πολιτικής υγείας και φαρμάκου
Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *
Δ